Έξι χρόνια μετά την κατάρρευση της Lehmann Brothers που σήμανε την απαρχή της κρίσης για την παγκόσμια οικονομία, η αισιοδοξία των αγορών είναι και πάλι διάχυτη. Η Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών (BIS) ωστόσο, προειδοποιεί ότι η οικονομική κρίση δεν έχει ξεπεραστεί.

«Στις χρηματαγορές επικρατεί ευφορία ενώ το κυνήγι υψηλών αποδόσεων καλά κρατεί. Την ίδια ώρα οι επενδύσεις στην πραγματική οικονομία κινούνται σε χαμηλά επίπεδα ενώ οι μακροοικονομικές και γεωπολιτικές προοπτικές χαρακτηρίζονται από υψηλή ανασφάλεια», δήλωσε προς την αμερικανική εφημερίδα Wall Street Journal ο επικεφαλής του τμήματος Οικονομίας και Νομισματικής Πολιτικής της BIS Κλάουντιο Μπόριο.

Η Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών, που εδρεύει στη Βασιλεία, θεωρείται «η κεντρική τράπεζα όλων των κεντρικών τραπεζών». Λειτουργεί ως πλατφόρμα για την επικοινωνία των κεντρικών τραπεζιτών ενώ διαχειρίζεται για λογαριασμό τους μέρος των παγκόσμιων αποθεμάτων χρυσού. Η BIS ήταν ένα από τα ελάχιστα ιδρύματα που είχαν προειδοποιήσει για την βαριά οικονομική κρίση του 2007 και 2008.

Θετικές εξελίξεις, αλλά…

Στην ετήσια έκθεσή της που δημοσιοποιήθηκε την περασμένη Κυριακή (29 Ιουνίου 2014), η Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών κάνει λόγο για ορισμένες θετικές εξελίξεις το 2013. Εντούτοις, όπως επισημαίνεται, οι επενδύσεις εξακολουθούν να είναι συγκρατημένες ενώ τα χρέη του ιδιωτικού και δημόσιου τομέα συνεχίζουν να αυξάνονται. «Οι πιστώσεις δεν επιτρέπεται να συνεχίσουν να είναι ο σημαντικότερος μοχλός ανάπτυξης», επισημαίνει η BIS.

Δεδομένης της χαλαρής νομισματικής πολιτικής πολλών κεντρικών τραπεζών, προειδοποιεί ότι τα χαμηλά επιτόκια δεν μπορούν να λύσουν το πρόβλημα του υψηλού χρέους. Πόσο μάλλον που μετά από έξι χρόνια χαλαρής νομισματικής πολιτικής, η παγκόσμια ανάπτυξη εξακολουθεί να είναι εξαιρετικά αδύναμη. Επιπλέον, όπως σημειώνεται, η νομισματική πολιτική των βιομηχανικών χωρών ασκεί συχνά μεγάλη πίεση στις αναδυόμενες οικονομίες.

Δεδομένου ότι στις περισσότερες βιομηχανικές χώρες τα επιτόκια καταθέσεων παραμένουν σε ιδιαίτερα χαμηλά επίπεδα, οι μετοχές αποτελούν συχνά μια προσοδοφόρα εναλλακτική επιλογή αφού προσφέρουν υψηλότερες αποδόσεις. Ο οικονομολόγος της Berenberg Bank Κρίστιαν Σουλτς πάντως, δεν θεωρεί πιθανό το ενδεχόμενο να δημιουργηθεί «φούσκα» στα χρηματιστήρια. «Μπορεί σε ορισμένες χώρες τα χρηματιστήρια να σπάνε ρεκόρ. Εάν όμως ληφθεί υπόψη η διακύμανση των τιμών και η οικονομική ανάπτυξη των χρόνων μετά την κρίση, διαπιστώνεται ότι στην ευρωζώνη, για παράδειγμα, οι τιμές των μετοχών βρίσκονται κατά μέσο όρο 10-15 % κάτω από τα επίπεδα του 2008». Το μεγαλύτερο ράλι σημείωσαν τα χρηματιστήρια σε ΗΠΑ, Μεγάλη Βρετανία και Ιαπωνία. «Εκεί η αύξηση των δεικτών κυμαίνεται μεταξύ 20 έως 40 %. Τα αυξανόμενα κέρδη των επιχειρήσεων όμως όπως επίσης το γεγονός ότι η ανάπτυξη είναι εκεί μεγαλύτερη από ότι στην ευρωζώνη, δικαιολογούν αυτή την εξέλιξη».

Επενδυτικά ρίσκα

Κινδύνους ενδέχεται να αντιμετωπίσουν μεγαλοεπενδυτές που μέχρι πρότινος διακρίνονταν για τις μάλλον συντηρητικές τους επιλογές, όπως είναι τα συνταξιοδοτικά ταμεία ή οι διαχειριστές περιουσιακών στοιχείων. Τα προσφερόμενα σήμερα χαμηλά επιτόκια τους αναγκάζουν να αναλάβουν όλο και μεγαλύτερα ρίσκα προκειμένου να διασφαλίσουν τις εγγυημένες αποδόσεις, επισημαίνει ο νέος επικεφαλής οικονομολόγος της BIS Χιουν Σονγκ Σιν προς το Reuters.

Έτσι παρατηρείται, για παράδειγμα, συχνά το φαινόμενο επενδυτές να αγοράζουν μετοχές επιχειρήσεων με χαμηλή ή και μηδαμινή πιστοληπτική ικανότητα. «Δεν επιτρέπεται να παραβλέπουμε τα νέα ρίσκα», επισημαίνει ο Σιν. Προκειμένου να αποτραπούν πιθανές νέες φούσκες, για παράδειγμα στην αγορά ακινήτων αρκετών χωρών, ο ίδιος προτείνει να προχωρήσουν οι κυβερνήσεις στη λήψη αντιμέτρων.

Όσον αφορά τον τραπεζικό κλάδο, η BIS εκτιμά ότι σε γενικές γραμμές η εικόνα έχει βελτιωθεί σημαντικά τον τελευταίο χρόνο, εντούτοις στην Ευρώπη η κατάσταση παραμένει τεταμένη εξαιτίας του υψηλού χρέους των ιδρυμάτων. Το τρέχον «στρες τεστ» της ΕΚΤ είναι όμως ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση, όπως σημειώνεται.

Η BIS συμπεραίνει ότι για να ξεπεραστεί μόνιμα η οικονομικά κρίση θα πρέπει να αναληφθούν ρηξικέλευθες πρωτοβουλίες σε πολιτικό επίπεδο. Η πολιτική, όπως σημειώνεται, θα πρέπει να επικεντρώσει περισσότερο στις μακροπρόθεσμες προοπτικές: «Στις χώρες της κρίσης θα πρέπει να δοθεί μεγαλύτερη βαρύτητα στην εξυγίανση των ισολογισμών και στις δομικές μεταρρυθμίσεις και συγκριτικά λιγότερη σε νομισματικές και δημοσιονομικές παραμέτρους».

Facebook Comments