Ο εφιάλτης της τραπεζικής κρίσης
Επανέρχεται κάθε φορά που στον Tύπο κυκλοφορούν ειδήσεις για προβλήματα σε τράπεζες της Ε
Επανέρχεται κάθε φορά που στον Tύπο κυκλοφορούν ειδήσεις για προβλήματα σε τράπεζες της Ε
Έλλειψη ρευστότητας και bank run
Στην περίπτωση του σκανδάλου σε τράπεζα της Βουλγαρίας η κυβέρνηση της χώρας ανακοίνωσε ότι πρέπει να δανειστεί 1 δισ. ευρώ από τις αγορές για να τη διασώσει. Όταν μια χώρα σαν τη Βουλγαρία, την πιο φτωχή στην ΕΕ, χρεώνεται με ποσό τέτοιου ύψους, είναι φυσικό να επηρεάζεται όλη η οικονομία. Τέτοιες περιπτώσεις μπορεί να προκύπτουν μελλοντικά πολύ συχνά, προβλέπει ο Αντρέας Ντόμπρετ, μέλος του ΔΣ της Γερμανικής Κεντρικής Τράπεζας. Υπό τη σημερινή χρηματοπιστωτική κατάσταση, όπου στις ΗΠΑ και στην ΕΕ τα επιτόκια βρίσκονται σε ιστορικά χαμηλά, θα μπορούσαν πολύ εύκολα να προκληθούν αναταράξεις στον τραπεζικό τομέα, όπως υποστηρίζει ο Ντόμπρετ.
«Αυτό το μείγμα χαμηλών επιτοκίων, χαμηλού πληθωρισμού, χαμηλών διακυμάνσεων και μεγαλύτερης ρευστότητας θα μπορούσε να προκαλέσει κυνήγι για υψηλότερες αποδόσεις» υποστηρίζει. Μόνο η φήμη ότι ένας χρηματοπιστωτικός οίκος δεν έχει πλέον ρευστότητα μπορεί να οδηγήσει σε bank run. Οι αποταμιευτές, από φόβο μήπως χάσουν τα χρήματά τους, θέλουν πίσω τις καταθέσεις τους.
«Στρογγυλοποιημένα συμπεράσματα»
Συνήθως σε αυτό δεν μπορεί να ανταποκριθεί μια τράπεζα, γιατί ισοδυναμεί με πτώχευση. Το επισημαίνει ο Τόμας Χάρτμαν–Βέντελς, καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο της Κολωνίας.«Στις τράπεζες υπάρχει πάντα ο κίνδυνος μετάδοσης της κρίσης. Όταν ένα πιστωτικό ίδρυμα αντιμετωπίζει πρόβλημα, κλονίζεται η εμπιστοσύνη και σε άλλα. Ή όταν μια τράπεζα έχει δανείσει σε μια άλλη και οδηγηθούν και οι δύο σε κρίση. Πρόκειται για συστημικό φαινόμενο που δεν το ξέρουμε ως τέτοιο στην πραγματική οικονομία».
Τελικά η βουλγαρική κυβέρνηση αποφάσισε να ενταχθεί στην τραπεζική ένωση της ΕΕ. Πριν όμως τεθεί σε λειτουργία θα πρέπει οι 128 μεγαλύτερες ευρωπαϊκές τράπεζες να περάσουν από έλεγχο των προϋπολογισμών τους και τεστ αντοχής για να διασφαλιστεί ότι δεν θα πάρουν μαζί τους παλιά «βαρίδια» ή αδύναμα σημεία στους προϋπολογισμούς τους. Αλλά ακόμη κι αν μια τράπεζα περάσει το τεστ αντοχής, μπορεί παρόλα αυτά να αντιμετωπίσει προβλήματα. Γιατί το ερώτημα είναι προς ποια κατεύθυνση γίνεται ο έλεγχος. Γι αυτό, όπως υποστηρίζει ο Τόμας Χάρτμαν–Βέντελς, δεν θα πρέπει να υπερεκτιμώνται τα αποτελέσματα των τεστ αντοχής.
«Υπάρχουν αρκετοί επιθεωρητές που βάζουν μεγεθυντικό φακό σε μια τράπεζα και την κάνουν φύλλο και φτερό. Αλλά για λόγους έλλειψης χρόνου βγάζουν στρογγυλοποιημένα συμπεράσματα και δεν μπορούν να καταγράψουν την πραγματική κατάστασή της με περισσότερη λεπτομέρεια».
«Πρώτα ο ιδιοκτήτης»
Αλλά πρέπει να διασώσει κανείς οπωσδήποτε μια τράπεζα; Ο Αντρέας Ντόμπρετ θυμίζει ότι τα τραπεζικά στελέχη αποτελούν τμήμα του χρηματοπιστωτικού μας συστήματος. «Στις βασικές αρχές της οικονομίας της αγοράς ανήκει ότι όταν επιχειρήσεις και τράπεζες δεν διαθέτουν πειστικό επιχειρηματικό μοντέλο, πρέπει να εγκαταλείπουν την αγορά». Αλλά τι γίνεται όταν η τράπεζα είναι «too big to fail», πολύ μεγάλη για να κλείσει; Θα πρέπει να παρεμβαίνουν οι φορολογούμενοι; Ο Αντρέας Ντόμπρετ παραμένει ήρεμος και θυμίζει τη σειρά ευθύνης εκείνων που επωμίζονται τυχόν αποτυχία μιας τράπεζας: πρώτα ο ιδιοκτήτης, στη συνέχεια οι επενδυτές, μετά το ειδικό ταμείο γι αυτές τις περιπτώσεις που θα δημιουργηθεί με χρήματα τραπεζών και μόνο στο τέλος οι φορολογούμενοι.
Facebook Comments