Το σχέδιο δημιουργίας «κακής» τράπεζας για τα κόκκινα δάνεια
Η προοπτική δημιουργίας μιας «κακής» τράπεζας επανέρχεται έπειτα από πολύ καιρό στο προσκήνιο όχι ως ευσεβής πόθος των τραπεζών, αλλά ως ένα ουσιαστικό μέτρο
Η προοπτική δημιουργίας μιας «κακής» τράπεζας επανέρχεται έπειτα από πολύ καιρό στο προσκήνιο όχι ως ευσεβής πόθος των τραπεζών, αλλά ως ένα ουσιαστικό μέτρο
Την επίσημη συζήτηση για τη δημιουργία μιας «κακής» τράπεζας (bad bank) στην Ελλάδα, στην οποία θα μπορούν να μεταβιβαστούν τα κόκκινα δάνεια όλων των τραπεζών, άνοιξε την εβδομάδα που πέρασε ο διοικητής της ΤτΕ Γιάννης Στουρνάρας, μιλώντας στην ετήσια γενική συνέλευση της τράπεζας.
Η προοπτική δημιουργίας μιας «κακής» τράπεζας επανέρχεται έπειτα από πολύ καιρό στο προσκήνιο όχι ως ευσεβής πόθος των τραπεζών, αλλά ως ένα ουσιαστικό μέτρο για την οριστική αντιμετώπιση των κόκκινων δανείων. Την προοπτική αυτή ενισχύει η συζήτηση που διεξάγεται στην Ευρωπαϊκή Ενωση στο πλαίσιο των μέτρων για την τραπεζική ολοκλήρωση και την οριστικοποίηση, στις 13 Μαρτίου, από την πλευρά της Ευρωπαϊκής Επιτροπής των κατευθυντηρίων γραμμών για τη δημιουργία των Εταιρειών Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων (Asset Management Companies – AMCs).
Πρόκειται για εταιρείες –κατά κύριο λόγο κρατικές αλλά όχι μόνο– στις οποίες θα μπορούν να μεταφερθούν μη εξυπηρετούμενα δάνεια από πολλές τράπεζες, με στόχο να απαλλαγούν οι ισολογισμοί των τραπεζών από τα προβληματικά χαρτοφυλάκια.
Η συζήτηση για τη σύσταση Εταιρειών Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων διεξάγεται με δεδομένο το υψηλό επίπεδο κόκκινων δανείων σε χώρες όπως η Ελλάδα, η Ιταλία και η Κύπρος, η οποία μάλιστα έχει ήδη δρομολογήσει τη δημιουργία τέτοιας εταιρείας. Το εγχείρημα θεωρείται καθοριστικής σημασίας για τη χώρα μας, η οποία διανύοντας ήδη μια δεκαετή οικονομική κρίση δεν έχει ακόμη κατορθώσει να εξυγιάνει το τραπεζικό της σύστημα, έτσι ώστε αυτό να είναι σε θέση να χρηματοδοτήσει την οικονομία. Οπως εξηγούν αρμόδιες πηγές, οι συζητήσεις στην Κύπρο είναι σε προχωρημένο στάδιο και το αντίστοιχο σχέδιο φέρει την επωνυμία «Εστία». Σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες, ο φορέας που θα δημιουργηθεί θα αναλάβει στεγαστικά προβληματικά δάνεια που συνδέονται με την πρώτη κατοικία και τα οποία βρίσκονται σήμερα στα χαρτοφυλάκια όλων των κυπριακών τραπεζών. Στόχος του να αναβιώσει αυτά τα προβληματικά χαρτοφυλάκια, προτείνοντας βιώσιμες λύσεις στους δανειολήπτες, προκειμένου να μπορέσουν να εξοφλήσουν το δάνειό τους, με τη συνδρομή του κράτους, που θα επιδοτεί έως και το ένα τρίτο της μηνιαίας δόσης που θα προκύψει από την επαναδιαπραγμάτευση του δανείου.
Τα βασικά πλεονεκτήματα των Εταιρειών Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων, που θα δημιουργηθούν για πρώτη φορά υπό την καθοδήγηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, είναι τα εξής:
• Η ενιαία αντιμετώπιση του προβλήματος των κόκκινων δανείων για όλες τις τράπεζες. Η μεταφορά των επισφαλειών σε μια Εταιρεία Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων θα βοηθήσει στην εξυγίανση του τραπεζικού συστήματος και θα επιτρέψει στις τράπεζες να επικεντρωθούν στο βασικό τους έργο, που δεν είναι άλλο από τη χρηματοδότηση των υγιών επιχειρήσεων και των αναγκών των νοικοκυριών.
• Το γεγονός ότι η λειτουργία τους δεν αντιβαίνει στην κοινοτική νομοθεσία περί κρατικών ενισχύσεων. Για να συμβεί αυτό, θα πρέπει κατ’ αρχάς τα ακίνητα που συνοδεύουν τα δάνεια ως εγγυήσεις να μεταβιβαστούν στην εμπορική τους αξία (fair value), προϋπόθεση που θα ορίζεται με σαφήνεια στις κατευθυντήριες γραμμές που θα εκδώσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Με τον τρόπο αυτό, η Εταιρεία Διαχείρισης αποκτά μια απαίτηση που συνοδεύεται από ένα αντίστοιχης αξίας περιουσιακό στοιχείο και έτσι σε αυτήν τη φάση δεν απαιτείται η κρατική επιχορήγηση. Στην περίπτωση που το δάνειο που μεταβιβάζεται είναι μεγαλύτερης αξίας από την αξία της εμπράγματης εξασφάλισης, και με την προϋπόθεση ότι η τράπεζα δεν έχει κάνει επαρκείς προβλέψεις στα βιβλία της, τη διαφορά, δηλαδή τη ζημία, θα επωμιστεί η τράπεζα.
Κρίσιμο θέμα για τις Εταιρείες Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων είναι η χρηματοδότηση, αφού ακόμη και αν τη ζημία από την αξία των εγγυήσεων και το δάνειο που θα μεταβιβαστεί αναλάβουν οι τράπεζες, η μεταβίβαση ενός περιουσιακού στοιχείου σε έναν τρίτο φορέα απαιτεί κεφάλαια που θα πρέπει να καλυφθούν. Στην περίπτωση της Ελλάδας, το πώς θα καλυφθεί το κόστος χρηματοδότησης είναι ένα θέμα ανοιχτό. Εξίσου καθοριστικό είναι το θέμα του ποιος θα αναλάβει τη διαχείριση ενός τέτοιου φορέα, με δεδομένες τις επιφυλάξεις για τη λειτουργία του κράτους στη χώρα μας.
Το στοίχημα μείωσης των επισφαλειών κατά 36 δισ.
Στην Ελλάδα η συζήτηση για τη δημιουργία ενός φορέα που θα αναλάβει το κακό χαρτοφυλάκιο των τραπεζών ξεκινάει τώρα. Η ανάγκη αυτή ωστόσο είναι πιο κοντά από ποτέ ενόψει της επόμενης μέρας, που δεν είναι άλλη από το ορόσημο του 2019, οπότε και θα αξιολογηθεί η προσαρμογή του τραπεζικού συστήματος στους στόχους μείωσης των κόκκινων δανείων, για τους οποίους οι τράπεζες έχουν δεσμευθεί έναντι του SSM.
Οπως εξηγούν αρμόδιες πηγές, το επίπεδο των μη εξυπηρετούμενων δανείων στο τέλος της περιόδου θα συνεχίσει να είναι εξαιρετικά υψηλό σε σχέση με το μέσο αποδεκτό όριο στην Ευρωπαϊκή Ενωση, που δεν ξεπερνά το 5%. Σημειώνεται ότι με βάση τους στόχους που έχουν θέσει οι τέσσερις συστημικές τράπεζες τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα θα πρέπει να έχουν μειωθεί κατά 36 δισ. ευρώ έως τα τέλη του 2019 και από τα 100,5 δισ. ευρώ στο τέλος του εννεαμήνου του 2017, θα πρέπει να υποχωρήσουν στα 64,6 δισ. ευρώ στο τέλος του επόμενου χρόνου.
Ετσι, ακόμη και εάν οι στόχοι εκπληρωθούν στο ακέραιο, το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων θα διαμορφωθεί στο 28% και οι ελληνικές τράπεζες θα συνεχίσουν να έχουν στα χαρτοφυλάκιά τους το υψηλότερο απόθεμα κόκκινων δανείων σε σχέση με τις τράπεζες άλλων χωρών της Ε.Ε. Πάντως, με δεδομένο ότι το επίπεδο των προβλέψεων κινείται κοντά στον μέσο ευρωπαϊκό όρο, δηλαδή λίγο πιο κάτω από το 50%, η ανάγκη λήψης πρόσθετων μέτρων στο τέλος της περιόδου θεωρείται αναπόφευκτη και φέρνει πιο κοντά τη συζήτηση για τη δημιουργία μιας «κακής τράπεζας».
Οπως άλλωστε παρατηρεί η ΤτΕ στην τελευταία έκθεση για το 2017, παρά τους φιλόδοξους στόχους που έχουν θέσει οι τράπεζες από την τελευταία αναθεώρηση, οι θετικές προοπτικές της οικονομίας μπορεί να οδηγήσουν στη δημιουργία λιγότερων κόκκινων δανείων την επίμαχη διετία 2018-2019 και με αυτόν τον τρόπο να επιτευχθούν οι στόχοι για μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, αλλά ουσιαστικά το χαρτοφυλάκιο των προβληματικών δανείων να μην έχει μειωθεί ικανοποιητικά. Σημειώνεται ότι ο αρχικός στόχος για τα νέα κόκκινα δάνεια το 2018 και το 2019 ήταν 18,9 δισ. ευρώ και αναθεωρήθηκε επί τα χείρω στα 20,1 δισ. ευρώ.
Facebook Comments