Στις αρχές του έτους, έδωσα μία ομιλία για το «γεωπολιτικό κίνδυνο» σε ένα μεγάλο συνέδριο επενδυτών. Μίλησα για συγκεκριμένες περιπτώσεις: Ρωσία, Μέση Ανατολή, Θάλασσα Νοτίου Κίνας, ευρωζώνη.

Μετά ήπια καφέ με έναν από τους άλλους ομιλητές, έναν γνωστό επενδυτή private equity και τον ρώτησα πόσο πολύ τον απασχολεί ο γεωπολιτικός κίνδυνος.

«Σχεδόν καθόλου» απάντησε. «Κοιτάμε τις επιχειρήσεις, τη ρευστότητα, τις ίδιες τις επενδύσεις».

Δεδομένου ότι συνομιλούσα με δισεκατομμυριούχο που ολοκληρώνοντας τη συζήτηση είχε την καλοσύνη να μου προτείνει να συνταξιδέψω μαζί του μέχρι τη Μαδρίτη, με το ιδιωτικό του τζετ, θα ήταν ανόητο εκ μέρους μου να αγνοήσω τις απόψεις του. Τις περισσότερες φορές, είναι λογικό για τους επενδυτές να αντιμετωπίζουν τις πολιτικές ειδήσεις ως θόρυβο, που έχει ελάχιστα μεγαλύτερη σχέση με τις επιχειρήσεις από όση έχουν τα αθλητικά.

Γεγονότα που είναι τραγωδίες σε ανθρώπινο επίπεδο, είναι αδιάφορα για τους επενδυτές. Ο πόλεμος στη Συρία με τραγικό απολογισμό που ξεπερνά τις 200.000 ζωές έγινε ενώ τα χρηματιστήρια κατέγραφαν εκρηκτική άνοδο.

Η απουσία σύνδεσης μεταξύ αγορών και πολιτικής ήταν ιδιαίτερα έντονη το τελευταίο διάστημα. Την προηγούμενη εβδομάδα, ενώ οι εφημερίδες είχαν πηχυαίους τίτλους για τους πολέμους στην Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή – αλλά και για την πιθανή διάσπαση της Βρετανίας – ο FTSE 100 βρέθηκε σε νέο υψηλό 14 ετών. Την προηγούμενη εβδομάδα, ο S&P 500 έσπασε τις 2.000 μονάδες για πρώτη φορά στην ιστορία.

Η κλασική απάντηση σε όλα αυτά από έναν πολιτικό σχολιαστή θα ήταν να γκρινιάξει για το πόσο κοντόφθαλμοι είναι οι επενδυτές. Υπάρχει όμως, και μια άλλη εξήγηση. Ενδεχομένως, οι αγορές να έχουν δίκιο. Βεβαίως, από καιρού εις καιρόν, ένα πολιτικό σοκ οδηγεί σε πτώση τις αγορές – για κάποιο χρονικό διάστημα. Η πρόσφατη εμπειρία όμως, υποδεικνύει πως η ανάκαμψη είναι συχνά εκπληκτικά ταχεία.

Την πρώτη εβδομάδα συναλλαγών μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου, ο Dow Jones υποχώρησε κατά 14%. Μέσα σε λίγους μήνες όμως, Dow και Nasdaq ανέκαμψαν στα προ κρίσης επίπεδα.

Έχει περάσει αρκετός καιρός από την τελευταία φορά που η διεθνής πολιτική πραγματικά άλλαξε τις μακροπρόθεσμες προοπτικές των επενδυτών – σε ορίζοντα ετών και όχι εβδομάδων ή μηνών. Η τελευταία φορά που θυμάμαι, ήταν τα πετρελαϊκά σοκ της δεκαετίας του 1970 που ακολούθησαν τον Αραβο-Ισραηλινό πόλεμο του 1973 και την Ιρανική επανάσταση το 1979.

Έκτοτε, ο κόσμος δεν χαρακτηρίζεται τόσο από τον γεωπολιτικό κίνδυνο, αλλά περισσότερο από την γεωπολιτική ευκαιρία, παρότι αυτό δεν αναφέρεται συχνά. Οι πολιτικές αλλαγές που έφερε το τέλος του Μαοϊσμού οδήγησαν στην οικονομική μεταμόρφωση της Κίνας. Οι αγορές άνοιξαν για τους επενδυτές στην Ευρώπη μετά την πτώση του Τείχους στο Βερολίνο. Ο τερματισμός των δικτατοριών στη Λατινική Αμερική τη δεκαετία του 1980 επίσης ακολουθήθηκε από την ευρεία υιοθέτηση πολιτικών που ήταν φιλικές προς τις αγορές.

Θα ήταν λοιπόν, εντελώς λάθος να πει κανείς ότι η διεθνής πολιτική δεν είχε καμία σημασία για τους επενδυτές κατά τις τελευταίες δεκαετίες. Οι πολιτικές αλλαγές όμως, σε παγκόσμιο επίπεδο, λειτούργησαν περισσότερο για τη δημιουργία ευκαιριών παρά για την καταστροφή τους.

Σε αυτό το πλαίσιο, βεβαίως υπάρχουν πολλών ειδών πολιτικά γεγονότα που μπορούν να επηρεάσουν αρνητικά το πολιτικό κλίμα σε συγκεκριμένες χώρες. Είναι χρήσιμο να γνωρίζει κανείς εάν προετοιμάζεται ένα στρατιωτικό χτύπημα. Όμως, οι μεγάλες διεθνείς αλλαγές στο πολιτικό κλίμα καθοδηγήθηκαν τις τελευταίες δεκαετίες από την οικονομία και όχι την πολιτική. Οι πιο αξιοσημείωτες είναι το σπάσιμο της φούσκας των dot.com το 2000, η χρηματοοικονομική κρίση του 2008 και η ποσοτική χαλάρωση στις ΗΠΑ.

Η εξήγηση για τα τρέχοντα υψηλά στις αγορές είναι πιθανότατα πως οι επενδυτές ασχολούνται περισσότερο με τη νομισματική πολιτική παρά με τους πολέμους. Μπορεί όμως, αυτή η αντιμετώπιση να επιβιώσει το τρέχον χτύπημα γεωπολιτικής αναταραχής; Τη δεκαετία του 1970, ο πόλεμος και η επανάσταση καθοδήγησαν τις τιμές της ενέργειας σε επίπεδα που αποτέλεσαν σοκ για τις δυτικές οικονομίες και τις οδήγησαν σε ύφεση. Τώρα, δύο από τις μεγαλύτερες πετρελαιοπαραγωγές περιοχές του κόσμου – Ρωσία και Μέση Ανατολή – βρίσκονται σε αναταραχή. Κι όμως, οι τιμές του πετρελαίου υποχωρούν.

Υπάρχουν κάποιες εξηγήσεις. Πρώτον είναι η «σχιστολιθική επανάσταση» στις ΗΠΑ που έχει καταστήσει τις παγκόσμιες ενεργειακές αγορές λιγότερο ευάλωτες στις όποιες εξελίξεις συμβαίνουν στη Μέση Ανατολή. Δεύτερον, οι μάχες στον αραβικό κόσμο δεν έχουν επηρεάσει ακόμη την παραγωγή πετρελαίου της Σαουδικής Αραβίας και των χωρών του Περσικού.

Τέλος, η Ρωσία δεν έχει εξαπολύσει ακόμη σοβαρές απειλές για ενεργειακές κυρώσεις ενάντια στη Δύση. Εάν ο πόλεμος φτάσει στον Περσικό ή εάν η Ρωσία κλείσει την ενεργειακή της στρόφιγγα, τότε σίγουρα οι αγορές θα πανικοβληθούν.

Υπάρχει όμως, και ένας γενικότερος πολιτικός κίνδυνος που οι επενδυτές σύντομα θα κληθούν να εξετάσουν. Κατά τα τελευταία 40 χρόνια, η πολιτική αλλαγή σε γενικές γραμμές έδειχνε προς μία κατεύθυνση: όλο και περισσότερες χώρες μπαίνουν στο διεθνές σύστημα των αγορών, αυξάνοντας τις επενδυτικές ευκαιρίες.

Προσφάτως όμως, υπήρξαν γεγονότα που μας θύμισαν πως η πολιτική μπορεί όχι μόνο να ανοίξει τις αγορές αλλά και να τις κλείσει. Οι ιαπωνικές επιχειρήσεις είδαν τις πωλήσεις τους να βουλιάζουν στην Κίνα, μετά την σινο-ιαπωνική ένταση και πλέον έχουν μειώσει τις άμεσες επενδύσεις τους στην Κίνα κατά 50%. Τώρα, Ρωσία και Δύση ανταλλάσσουν κυρώσεις. Δεν αποτελεί έκπληξη ότι το ρωσικό χρηματιστήριο καταγράφει τη χειρότερη απόδοση από όλες τις αγορές φέτος.

Παρόλα αυτά, ακόμη και οι επενδυτές που δεν έχουν άμεσα συμφέροντα στη Ρωσία θα πρέπει να προσέχουν τις εξελίξεις. Η σύγκρουση στην Ουκρανία μπορεί να επιδεινωθεί και να μεταφερθεί στην ευρύτερη περιοχή, με απρόβλεπτες επιπτώσεις για την Ευρώπη.

Είναι επίσης πιθανό όσα συμβαίνουν στη Ρωσία να είναι μία ακραία εκδοχή ενός ευρύτερου φαινομένου: της επιστροφής της εθνικιστικής πολιτικής. Το ίδιο θέμα, αν και με διαφορετικό τρόπο, παρακολουθούμε σε πολλές χώρες όπως η Κίνα, η Ινδία, η Αίγυπτος – ακόμη στη Γαλλία και την Σκωτία. Ο εθνικισμός και η διεθνής επενδυτική τάση δεν είναι καλοί φίλοι. Αργά ή γρήγορα, η ανάκαμψη του εθνικισμού θα μπορούσε να επηρεάσει τους πλουτοκράτες στα ιδιωτικά τους τζετ.

Facebook Comments