Μεταξύ των άκυρων ως καταχρηστικών Γενικών Όρων Συναλλαγών που εντοπίζονται σε μεγάλο αριθμό τραπεζικών συμβάσεων για δανειακά προϊόντα, συμπεριλαμβάνεται συχνά και όρος σύμφωνα με τον οποίο οι τόκοι υπολογίζονται τοκαριθμικά, με βάση έτος 360 (αντί 365) ημερών.

Ωστόσο, όπως έχει κριθεί από μεγάλο αριθμό δικαστικών αποφάσεων, μεταξύ των οποίων και με την υπ’ αρ. 430/2005 Απόφαση του Αρείου Πάγου, η χρήση χρονολογικής βάσης ημερολογιακού έτους 360 ημερών στους υπολογισμούς τόκων δανειακών συμβάσεων αντί 365 που χρησιμοποιείται για τον υπολογισμό των τόκων και των καταθέσεων της ίδιας τραπέζης, έχει ως αποτέλεσμα το νόμιμα οφειλόμενο ποσό τόκων να έχει αθέμιτα προσαυξηθεί και επιβαρυνθεί με τόκους πέραν των νομίμων.

Ειδικότερα, ο Γ.Ο.Σ. που προβλέπει ότι οι τόκοι  υπολογίζονται   με   βάση   έτος  360   ημερών,  προσκρούει   στην  αρχή   της διαφάνειας, που επιτάσσει οι όροι να είναι διατυπωμένοι κατά τρόπο ορισμένο, ορθό και σαφή, ώστε ο απρόσεκτος μεν ως προς την ενημέρωση του, αλλά διαθέτοντας τη μέση αντίληψη κατά το σχηματισμό της δικαιοπρακτικής του απόφασης, καταναλωτής να γνωρίζει τις συμβατικές δεσμεύσεις, που αναλαμβάνει, ιδίως, όσον αφορά τη σχέση παροχής και αντιπαροχής. Με το να υπολογίζεται το επιτόκιο σε έτος 360 ημερών, ο καταναλωτής δεν πληροφορείται το (πραγματικό) ετήσιο επιτόκιο, όπως αυτό θα έπρεπε να προσδιορίζεται σύμφωνα και με τη διάταξη του άρθρου 243 παρ. 3 ΑΚ.

Το πιστωτικό ίδρυμα που περιλαμβάνει τέτοιο όρο σε δανειακή του σύμβαση,διασπά εντελώς τεχνητά και κατ απόκλιση των δικαιολογημένων προσδοκιών του καταναλωτή, το χρονικό διάστημα (το έτος), στο οποίο όφειλε να αναφέρεται το επιτόκιο, δημιουργώντας έτσι μία πρόσθετη επιβάρυνση του καταναλωτή-δανειολήπτη, ο οποίος πλέον -όταν το επιτόκιο μιας ημέρας προσδιορίζεται με βάση έτος 360 ημερών- για κάθε μέρα, και αντίστοιχα ετησίως επιβαρύνεται με, κατά 1,3889% περισσότερους τόκους (λόγος 365/360), καθώς   το   επιτόκιο υποδιαιρείται για τον προσδιορισμό του τόκου προς 360 ημέρες, χωρίς αυτή, η επιπλέον επιβάρυνση να μπορεί να δικαιολογηθεί με την επίκληση κάπου σύνθετου χαρακτήρα της παρεχόμενης υπηρεσίας ή από κάποιους εύλογους για τον καταναλωτή λόγους ή από κάποιο δικαιολογημένο ενδιαφέρον της Τράπεζας, όπως έχει κριθεί και με δικαστικές αποφάσεις (ιδετεενδεικτικά την πρόσφατη με αρ. 7896/2015 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης). Τούτο ιδίως σε μια εποχή, όπου τα ηλεκτρονικά μέσα προσφέρουν, χωρίς καμία πρόσθετη δυσχέρεια, τον επακριβή υπολογισμό των τόκων με έτος 365 ημερών.

Ο υπολογισμός του τόκου με βάση το έτος 360 ημερών προσκρούει στην αρχή της διαφάνειας, που επιτάσσει το άρθρο 2 παρ. 6 του ν. 2251/1994, διότι οι ΓΟΣ των συμβάσεων πρέπει να είναι διατυπωμένοι κατά τρόπο ορισμένο, ορθό και σαφή, ώστε ο απρόσεκτος ως προς την ενημέρωση του, αλλά διαθέτοντας τη μέση αντίληψη, κατά το σχηματισμό της δικαιοπρακτικής του απόφασης καταναλωτής, να γνωρίζει τις συμβατικές δεσμεύσεις που αναλαμβάνει, ιδίως όσον αφορά τη σχέση παροχής και αντιπαροχής.

Με το να υπολογίζεται το επιτόκιο σε έτος 360 ημερών, ο καταναλωτής δεν πληροφορείται το (πραγματικό) ετήσιο επιτόκιο, όπως αυτό θα έπρεπε να προσδιορίζεται, σύμφωνα με τον Νόμο.

Άλλωστε, το έτος των 365 ημερών ισχύει και εφαρμόζεται σήμερα κατ` επιταγή της κοινοτικής οδηγίας 98/7/ΕΚ, που ενσωματώθηκε στο εθνικό μας δίκαιο με την ΚΥΑ 21-178/13.2.2001 (ΦΕΚ Β` 255/8.3.2001) στην καταναλωτική πίστη με τη στενή έννοια, ρύθμιση που δείχνει τη σημασία που απονέμει και ο κοινοτικός νομοθέτης για τον κατ` αυτόν τον τρόπο ακριβή προσδιορισμό του επιτοκίου.

Έτσι, γεννάται απαίτηση μη εκκαθαρισμένη, όπως έχει κριθεί με δικαστικές αποφάσεις καθώς σε αυτήν εμφιλοχωρούν επιβαρύνσεις οι οποίες δεν μπορούν ευχερώς από τον ίδιο τον δανειολήπτη να διακριθούν από το πραγματικά οφειλόμενο, καθώς έχει εξάλλου κριθεί Δικαστικά ότι η ακυρότητα των επιμέρους κονδυλίων επηρεάζει την αποδεικτικότητα με έγγραφα αλλά και το εκκαθαρισμένο του συνόλου της απαιτήσεως.

Facebook Comments