Οι ομάδες όταν παίζουν αφηγούνται την ιστορία τους. Μια από αυτές τις ιστορίες ξεκινά το μακρινό 1908. Εκείνη τη χρονιά, ένας ανερχόμενος όμιλος επιφανών Οθωμανών, οι Νεότουρκοι, αντιδρώντας στις μεταρρυθμίσεις του Σουλτάνου, αποφάσισαν να προωθήσουν ένα σχέδιο εθνικοποίησης της Αυτοκρατορίας μέσω της μετατροπής των μουσουλμάνων σε «Τούρκους». Λίγο αργότερα, το 1911, το συνέδριο του κομιτάτου «Ένωση και Πρόοδος» που έγινε στη Θεσσαλονίκη, επικύρωσε την προηγούμενη απόφαση, ορίζοντας επίσης την εξόντωση όλων των μη μουσουλμανικών εθνοτήτων ως την «τελική λύση» του προβλήματος.

Ακολούθησε ο Α Παγκόσμιος Πόλεμος που παρέλυσε την εξουσία του Σουλτάνου κι άφησε όλο το πεδίο ελεύθερο για τους Νεότουρκους να ξεκινήσουν τις επιχειρήσεις βίαιης μετακίνησης ελληνικών πληθυσμών προς τα βάθη της Ανατολίας, το 1914 και το 1915. Αυτές οι μετακινήσεις είχαν ως πρόσχημα την καταναγκαστική εργασία στα «Τάγματα Εργασίας» (Αμελέ Ταμπουρού – ο προπομπός των ναζιστικών στρατοπέδων συγκέντρωσης), όμως ουσιαστικά στόχευαν στη φυσική εξόντωση των αλλόθρησκων πληθυσμών από τις κακουχίες, στον δρόμο για την Ανατολή ή –για όσους επιβίωναν- μέσα στα στρατόπεδα από την εξάντληση και την ασιτία. Η Συνθήκη των Σεβρών το 1920 σταμάτησε προσωρινά τους βασανισμούς των εθνικών μειονοτήτων όμως η ήττα του ελληνικού στρατού το 1922 άνοιξε τον ασκό του Αιόλου: περίπου 750.000 Έλληνες χριστιανοί θανατώθηκαν και 1,5 εκατομμύριο έγιναν πρόσφυγες. Ο ίδιος ο Χίτλες, συνεχάρη μεταγενέστερα τον Κεμάλ για την εξαιρετική διαχείριση του «μεινοτικού προβλήματος». Η Δύση, που δεν πήρε το μάθημα, ήταν καταδικασμένη να το υποστεί μέσα στο ίδιο της το σπίτι.

Οι άνθρωποι που έφτασαν στην Ελλάδα πέρασαν μέσα από τις στάχτες του πολέμου και,   κατατρεγμένοι, πεινασμένοι, διψασμένοι και πληγωμένοι, έψαχναν στα πλήθη και τις γειτονιές για χαμένα αδέρφια, οικογένειες και φίλους που στεγάζονταν όπως-όπως από τις πρόχειρες υπηρεσίες ενός μουδιασμένου κράτους. Δεν ήταν όμως επαίτες. Ήταν άρχοντες στις παλιές τους εστίες, όπου για αιώνες κρατούσαν ζωντανό τον πολιτισμό, τη γλώσσα και τη θρησκεία τους στο αφιλόξενο πλαίσιο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Μετά την καταστροφή, για την οποία οι ίδιοι δεν είχαν καμία ευθύνη, έκαναν τον πόνο τους τραγούδι κι ελπίδα, κι ύστερα στέριωσαν κι έχτισαν πάνω στη λάσπη, στις παρυφές των πόλεων, κάτω από έναν ιδιότυπο ρατσισμό. Στην Τουρκία ήταν Έλληνες και στην Ελλάδα…Τούρκοι. 

Αυτοί οι πρόσφυγες έκλεισαν τη μνήμη σε ένα κυκλωτικό αφήγημα για να μεταφέρει στις επόμενες γενιές τις εμπειρίες και τα βιώματα ενός ολόκληρου κόσμου, του Ελληνισμού της Ανατολής, που κλονίστηκε συθέμελα κι αφανίστηκε στη δίνη της γενοκτονίας. Στη νέα τους πατρίδα, γέννησαν νέο κόσμο, έφτιαξαν συλλόγους, σωματεία και αθλητικές ομάδες, έδωσαν ονόματα στους οικισμούς που παραπέμπουν στις κοιτίδες τους, Νέα Σμύρνη, Νέα Χαλκηδόνα, Νέα Ερυθραία, Νέος Μαρμαράς, Νέα Φιλαδέλφεια, κι εκεί εγένετο…ΑΕΚ. Από τις πολλές προσφυγικές ομάδες, η Αθλητική Ένωση Κωνσταντινουπόλεως πέτυχε τα πιο πολλά. Καταξιώθηκε σε πολλά αθλήματα κι απόκτησε πολλούς φίλους σε κάθε γωνιά της Ελλάδας. Έγινε σύμβολο λαϊκό και ξεπέρασε τις κοινωνικές περιχαρακώσεις. Πιο πολύ όμως, αγαπήθηκε από τα χαμηλά στρώματα, από τους αποκλεισμένους κι από εκείνους που στέναζαν στη βιοπάλη, διψώντας για δικαίωση των κόπων τους κι ανταμοιβή του ιδρώτα τους. Η ΑΕΚ έγινε συνώνυμο της ελευθερίας, σύμβολο των ανθρωπιστικών αξιών και δύναμη υπέρβασης που το 1968 ξεπέρασε τα εθνικά σύνορα φέρνοντας το πρώτο ευρωπαϊκό τρόπαιο στην Ελλάδα.

Η πολιτική «μεταφυσική» αυτής της ομάδας έφερε τον τελικό εν μέσω δικτατορίας. Ο κόσμος που συνέρρεε στο Στάδιο, έβγαινε για να αναπνεύσει και να σπάσει τη σιωπή του φόβου. Η ΑΕΚ ήταν το μέσο έκφρασης ενός λαού, όπως και η αντίπαλός της Σλάβια, η οποία κόμιζε το μήνυμα της αντίστασης απέναντι στην κομμουνιστική απολταρχία που είχε υποχωρήσει μπροστά στην Άνοιξη της Πράγας, λίγες εβδομάδες νωρίτερα. Η εποχή άλλαζε σε όλη την οικουμένη. Στις 4 Απριλίου, ενώ το Καλλιμάρμαρο σειόταν από τις ιαχές του πλήθους σε κάθε καλάθι του Αμερικάνου, στο Μέμφις των Ηνωμένων Πολιτειών ακούστηκε ο κρότος του όπλου που σκότωσε τον Μάρτιν Λούθερ Κίνγκ, τον Αφροαμερικανό επαναστάτη που διεκδίκησε και κέρδισε το δικαίωμα των μαύρων για ισότητα. Συμπτωματικά δε, στο έργο του είχε συνδράμει από την αρχή ένας άλλος πρόσφυγας, ο Αρχιεπισκοπος Αμερικής Ιάκωβος ο οποίος βίωσε στη γενέτειρά του Ίμβρο το καθεστώς της κρατικής καταπίεσης. Πέρασαν χρόνια με δόξες και κύπελλα, μέχρι τη Μεγάλη Τετάρτη, 7 Απριλίου, του 1999. Τότε ήταν που η ΑΕΚ τόλμησε να δράσει ως πρέσβειρα ελευθερίας. Ενώ το ΝΑΤΟ βομβάρδιζε ήδη για δύο εβδομάδες (από τις 24 Μαρτίου) το Βελιγράδι, λόγω των θλιβερών γεγονότων που λάμβαναν χώρα στο Κοσσυφοπέδιο, η ποδοσφαιρική ομάδα ταξίδεψε εκεί για να στείλει μήνυμα ειρήνης και κατάπαυσης του πυρός. Αγωνίστηκε εναντίον της Παρτιζάν έχοντας στο στήθος έναν στόχο δηλώνοντας ότι είναι άδικο να τιμωρείται ένας λαός για τα λάθη που διέπραξαν οι ηγέτες του.

Το 2018 είναι επετειακό. Πενήντα χρόνια μετά το «έπος του 1968», το οποίο παρουσιάζεται πλέον στη μεγάλη οθόνη μέσα από μία καθηλωτική αναπαράσταση σε επιμέλεια του σκηνοθέτη Τάσου Μπουλμέτη, η ΑΕΚ σιγοτραγουδά ότι «η Ρωμανία αν πέρασεν, ανθεί και φέρει κι άλλο». Σε μια χώρα ρημαγμένη από την οικονομική κρίση και διχασμένη από τις πολιτικές ηγεσίες που ανήμπορες να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων έριξαν το καράβι στα βράχια, η ομάδα που πριν λίγες σεζόν ακροβατούσε στις μικρές κατηγορίες ζώντας με τις αναμνήσεις, την Κυριακή 6 Μαΐου στέφτηκε Πρωταθλήτρια Ευρώπης, νικώντας στον τελικό του Basketball Champions League την κραταιά Μονακό. Όπως παλιά, το Ολυμπιακό Στάδιο γέμισε ασφυκτικά από φιλάθλους που θέλησαν να γιορτάσουν μια εθνική νίκη. Η ΑΕΚ της καταστροφής αναγεννήθηκε εκ της στάχτης της και ανέβηκε στον ευρωπαϊκό θρόνο, απεικονίζοντας τις ελπίδες των Ελλήνων για μια αντίστοιχη κοινωνική ανάταση κι έξοδο από τον φαύλο κύκλο της πολυδιάστατης ύφεσης.

Η ΑΕΚ πέτυχε την αποστολή που όρισαν οι ιδρυτές της και της ορίζει, όταν αγωνίζεται, να λέει την ιστορία της. Να μιλά για τους Έλληνες της Ανατολής που χάθηκαν επειδή ήταν…Έλληνες, υπό το βάρος μιας επιχείρησης αφανισμού τους. Να μιλά για εκείνους που πέρασαν τη θάλασσα κι έχτισαν από την αρχή μια νέα ζωή παρά τις πολλές δυσκολίες. Να αφηγείται τον πόνο των ξεριζωμένων όπου γης. Να αντιστέκεται σε κάθε λογής δυνάστες. Να υπερασπίζεται τις μειονότητες και να διαδίδει, μέσω του αθλητισμού, την ευγενή άμιλλα και το ευ αγωνίζεσθαι. Ακόμα, να κηρύσσει το μήνυμα της ειρήνης, της ελπίδας και της αναγνώρισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, κρίνοντας ως δίκαιο κάθε αγώνα υπέρ του Ανθρώπου.

Οι ομάδες όταν αγωνίζονται διηγούνται μια ιστορία. Η ομάδα που από την Κυριακή είναι Πρωταθλήτρια Ευρώπης (2017-2018) στο μπάσκετ, έχει μια μεγάλη ιστορία να πει σε όλη την Ευρώπη.

Facebook Comments