Σκληρή στην εφαρμογή της λιτότητας η ΕΕ
Μεταξύ των μεγάλων οικονομιών του πλανήτη, η ευρωπαϊκή έχει τις περισσότερες δυσκολίες να αντιμετωπίσει την οικονομική κρίση
Μεταξύ των μεγάλων οικονομιών του πλανήτη, η ευρωπαϊκή έχει τις περισσότερες δυσκολίες να αντιμετωπίσει την οικονομική κρίση
Όταν η ίδια η Κομισιόν, απαντώντας σε ερώτηση των ευρωβουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ, ομολογεί ότι στις χώρες με μνημόνιο, δεν ισχύουν οι ευρωπαϊκές αρχές και συνθήκες, είναι λογικό να ανησυχούμε. Θεωρείται επίσης φυσιολογικό η τρόικα να επιβάλλει πρωτοφανών διαστάσεων υπερφορολόγηση σε μισθωτούς, συνταξιούχους, μικρομεσαίους, αλλά και ανέργους. Ταυτόχρονα όμως, απαντώντας σε ερωτήσεις μου στο Ευρωκοινοβούλιο, η Κομισιόν “νίπτει τας χείρας της”, απαντώντας ότι εναπόκειται στις χώρες – μέλη να βρουν τρόπο για την πάταξη του λαθρεμπορίου στα καύσιμα, όπως επίσης ότι εναπόκειται στις χώρες – μέλη να βρουν τα μέσα για την πάταξη της μη απόδοσης ΦΠΑ μέσω υποτιμολογήσεων, μέθοδο προσφιλή σε γερμανικές αυτοκινητοβιομηχανίες.
Ο κ. Γιούνκερ δεν αισθάνθηκε την ανάγκη να δώσει ουσιαστικές εξηγήσεις για το σκάνδαλο φοροαποφυγής που άνθισε επί πρωθυπουργίας του στο Λουξεμβούργο και που η αποκάλυψή του πήρε παγκόσμιες διαστάσεις. Ούτε είχε κάτι να πει για την αναπόφευκτη σύγκριση μεταξύ των δισεκατομμυρίων που χάρισε η χώρα του σε πολυεθνικές (αλλά και εταιρείες με συμφέροντα στην Ελλάδα) και των οικογενειών της χώρας μας που δεν έχουν να ζεσταθούν τον χειμώνα.
Με όλα αυτά ως δεδομένα, η είδηση ότι οι κυβερνήσεις της Τσεχίας και της Ουγγαρίας αρχίζουν να κοιτούν και ανατολικά για την στήριξη των χωρών τους, διχάζοντας τους πολίτες τους, δεν φαντάζει πια σαν “κεραυνός εν αιθρία”. Αντίθετα, θα έλεγα πως είναι φυσική συνέπεια μιας αδιαμφισβήτητης πραγματικότητας: Η Ε.Ε. δεν πείθει. Ο βασικός λόγος είναι ότι στερείται συνέπειας και συνοχής στις πολιτικές της. Στερείται οράματος για τους πολίτες της, τους οποίους όχι μόνο δεν εμπνέει, αλλά εμφανίζεται στους αδύνατους ως τιμωρός για αδικήματα που έχουν διαπράξει οι ισχυροί. Πέραν της σωτηρίας των τραπεζών, αφήγημα ουδέν.
Τόσο η Κομισιόν, όσο και η ΕΚΤ, έχουν δηλώσει ότι θα αναλάβουν δράση για την αναθέρμανση της ευρωπαϊκής οικονομίας. Η μεν πρώτη ανακοίνωσε ένα επενδυτικό πακέτο 300 δις ευρώ, η δε δεύτερη, προτίθεται να προβεί σε μία ουσιαστικότερη “ποσοτική χαλάρωση”, με αγορές περισσότερων τίτλων, πιθανότατα και κρατικών ομολόγων. Όμως, αυτές οι παρεμβάσεις έχουν πολλά προβλήματα: Το πακέτο της Κομισιόν που ανακοινώθηκε από τον κ. Γιούνκερ, βασίζεται μόνο κατά το 1/15 σε δημόσιο χρήμα και δεν πείθει, εναποθέτοντας τις ελπίδες επιτυχίας σε ενδεχόμενη ανταπόκριση των ιδιωτών επενδυτών, που ως τώρα δεν φαίνονται να συγκινούνται από τις εντυπωσιακές επιδόσεις της νεοφιλελεύθερης πολιτικής στον τομέα των κοινωνικών καταστροφών.
Από την πλευρά της, η ΕΚΤ έχει ίσως πολλή καλή διάθεση για δυναμική παρέμβαση κατά του αποπληθωρισμού, όμως χρειάζονται κι άλλες προϋποθέσεις για να πετύχει. Για παράδειγμα, η κεντρική τράπεζα της Ιαπωνίας ακολουθεί επιθετική πολιτική ποσοτικής χαλάρωσης εδώ και πολλά χρόνια, χωρίς τα αναμενόμενα αποτελέσματα, γιατί συνδυάζεται με υψηλή φορολογία από την κυβέρνηση, με αποτέλεσμα η ζήτηση να μένει χαμηλή.
Το συμπέρασμα είναι ότι χρειάζεται συντονισμός πολιτικών, που να δημιουργούν ασφάλεια και προοπτική στην κοινωνία, βοηθώντας την να κινητοποιηθεί. Η εύνοια στους τραπεζίτες με ταυτόχρονη φτωχοποίηση ευρέων κοινωνικών στρωμάτων και κατάργηση του κοινωνικού κράτους, δεν μπορεί να φέρει ούτε ηρεμία, ούτε σταθερότητα, ούτε ανάπτυξη.
Η Ε.Ε. πρέπει να ξαναβρεί ένα ελπιδοφόρο αφήγημα για όλους τους πολίτες της. Η θέση του ΣΥΡΙΖΑ ότι τα προβλήματα της ύφεσης, των ελλειμμάτων και του χρέους πρέπει να τύχουν ενιαίας ευρωπαϊκής αντιμετώπισης, δικαιώνεται και παρόμοιες θέσεις αναπτύσσονται και από όλο και περισσότερους οικονομικούς αναλυτές. Οι θέσεις αυτές έχουν πλέον προσλάβει σαφή ευρωπαϊκή διάσταση, καθώς η δυναμική του ΣΥΡΙΖΑ έχει βρει συνοδοιπόρους σε πολλές χώρες, με προεξάρχουσα την Ισπανία και το Podemos, ενώ στην ίδια την Γερμανία, το κρατίδιο της Θουριγγίας απέκτησε αριστερό ηγέτη.
Η Ε.Ε. για να ξαναβρεθεί σε συμφωνία φάσης με τους πολίτες της, πρέπει να τους ακούσει. Πρέπει να πείσει και να εμπνεύσει ανθρώπους, όχι να απαγγέλλει δόγματα και να αντιμετωπίζει τους ανθρώπους σαν στατιστικά μεγέθη. Η αλλαγή που απαιτείται είναι βαθιά πολιτική. Όλα δείχνουν ότι ένα νέο ξεκίνημα θα έρθει πολύ σύντομα από την Ελλάδα.
Facebook Comments