Ένας χρόνος πριν από τις ευρωεκλογές
Έναν χρόνο πριν τις ευρωεκλογές εντείνονται οι φόβοι στην έδρα των ευρωπαϊκών θεσμών ότι οι πολίτες μπορεί να τιμωρήσουν τη στασιμότητα στο μεταρρυθμιστικό πεδί
Έναν χρόνο πριν τις ευρωεκλογές εντείνονται οι φόβοι στην έδρα των ευρωπαϊκών θεσμών ότι οι πολίτες μπορεί να τιμωρήσουν τη στασιμότητα στο μεταρρυθμιστικό πεδί
Εάν οι πολιτικοί στις Βρυξέλλες αναζητούσαν τον ιδανικό Ευρωπαίο θα τον έβρισκαν ενδεχομένως στο πρόσωπο του Κορμπινιάν Ρουκερμπάουερ. Ο 21χρονος από το Νταχάου είναι ο νεαρός πρεσβευτής του Γερμανογαλλικού Ιδρύματος Νεολαίας. Η συμμετοχή του σε ένα πρόγραμμα ανταλλαγής μαθητών στα 13 του χρόνια «έστρεψε ολόκληρη τη ζωή μου σε διαφορετική κατεύθυνση», εξομολογείται ο ίδιος. Ο νεαρός εξαίρει τα κεκτημένα της ΕΕ και ζητά από τους πολιτικούς κυρίως ένα πράγμα: «να εκπροσωπούν ανοιχτά την πεποίθηση υπέρ της ευρωπαϊκής ιδέας».
Εάν το σύνολο των 500 εκατομμυρίων Ευρωπαίων ήταν σαν τον Ρουκερμπάουερ, η ελίτ της ΕΕ θα μπορούσε να ατενίζει το μέλλον με περισσή αισιοδοξία. Σε έναν ακριβώς χρόνο διεξάγονται ευρωεκλογές. Στις 26 Μαΐου 2019 οι ευρωπαίοι πολίτες θα κληθούν στις κάλπες- ανάμεσά τους βεβαίως και οι Γερμανοί. Στη χώρα τους κανείς δεν μπορεί να προβλέψει πάντως την έκβαση της ψηφοφορίας. Θα εκπέσει κι άλλο η ισχνή συμμετοχή, που ανήλθε την τελευταία φορά σε 42,6%; Θα κερδίσουν ακόμη μεγαλύτερη επιρροή εχθρικοί προς την Ευρώπη λαϊκιστές; Θα τιμωρήσουν οι ψηφοφόροι την ολιγωρία και στασιμότητα στο ευρωπαϊκό μεταρρυθμιστικό πεδίο;
Όρκοι πίστης και ενδείξεις διάβρωσης
Ένα χρόνο πριν τις ευρωεκλογές επικρατεί ένα παράδοξο μείγμα κρίσης και ενθαρρυντικής ρητορικής. Όρκοι πίστης στην ευρωπαϊκή ιδέα διατυπώνονται παράλληλα με ενδείξεις διάβρωσης του ευρωπαϊκού οικοδομήματος. Τα κόμματα παρακολουθούν με νευρικότητα τις εξελίξεις, έχοντας ξεκινήσει πλέον την αναζήτηση θεμάτων αλλά και υποψηφίων που θα μπορούσαν να κερδίσουν την εμπιστοσύνη του εκλογικού σώματος.
«Ο Μάιος του 2019 θα είναι μια καθοριστική στιγμή για την ΕΕ», εκτιμά ο πρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου Αντόνιο Ταγιάνι. Βαρυσήμαντες δηλώσεις που δεν σπανίζουν στις Βρυξέλλες. Ήδη το 2014 ο τότε νεοεκλεγείς πρόεδρος της Κομισιόν Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ έκανε λόγο για «Κομισιόν της τελευταίας ευκαιρίας». Μόλις είχαν εισέλθει στην Ευρωβουλή δεκάδες εξτρεμιστές και λαϊκιστές που εν τέλει δεν επιδιώκουν τίποτε άλλο παρά την κατάργηση… των θέσεων εργασίας τους. Και ο Γιούνκερ πρόσθεσε ακόμη τότε: «Είτε θα καταφέρουμε να φέρουμε τους ευρωπαίους πολίτες πιο κοντά στην Ευρώπη είτε θα οδηγηθούμε σε αποτυχία».
Γεγονός είναι πάντως ότι καταγράφεται μία τάση συμπάθειας έναντι της ΕΕ. Το ευρωβαρόμετρο κατέγραψε ότι τα δύο τρίτα των Ευρωπαίων και τα τρία τέταρτα των Γερμανών θεωρούν θετικό το γεγονός ότι η χώρα τους ανήκει στην ΕΕ. Πρόκειται για το μεγαλύτερο ποσοστό από το 1983. Μετά το δημοψήφισμα για το Brexit το 2016 φάνηκε να αντιστρέφεται κάπως το αρνητικό για την Ευρώπη κλίμα, με τη λογική ότι η ΕΕ μπορεί να μην είναι ιδανική, ωστόσο είναι ό,τι καλύτερο διαθέτουμε αυτήν την ώρα.
Ορμητικός Μακρόν, διστακτική Μέρκελ
Σε κάθε περίπτωση αρκετοί πολίτες αισθάνονται ότι έχουν αφεθεί στο περιθώριο. Ένα αίσθημα που αντιμετωπίζει με κατανόηση ο σοσιαλδημοκράτης ευρωβουλευτής Ούντο Μπούλμαν, ο οποίος κάθεται από το 1999 στα έδρανα του Ευρωκοινοβουλίου, μιλώντας με ενθουσιασμό για την εργασία του εκεί και τις διαρκείς προσπάθειες εξεύρεσης συμβιβασμών ανάμεσα στα κράτη-μέλη. Ο ίδιος παραδέχεται πάντως η ΕΕ επιδεικνύει παράλληλα ακαμψία, αδυναμία να διαχειριστεί τα ζητήματα, αλλά και έλλειψη θάρρους.
Ένα πεδίο όπου καθίστανται εμφανή τα παραπάνω χαρακτηριστικά είναι οι διαρκείς συζητήσεις περί μεταρρυθμίσεων, τις οποίες προσπαθεί να προωθήσει με θέρμη ο γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν, με τη γερμανίδα καγκελάριο Άγκελα Μέρκελ να λειτουργεί επιβραδυντικά. Θα καταφέρει η ΕΕ να επεξεργαστεί μια κοινή προσφυγική πολιτική; Θα κατορθώσει να θωρακίσει το κοινό νόμισμα; Ο χρόνος κυλά, αλλά οι λύσεις εκκρεμούν.
Την ίδια ώρα εξακολουθούν να κερδίζουν έδαφος οι επικριτές της ΕΕ. Στο Βερολίνο το ακροδεξιό AfD κατόρθωσε να εισέλθει στη βουλή ως τρίτη δύναμη, στην Αυστρία συγκυβερνά το επίσης ακροδεξιό FPÖ, σε Ουγγαρία και Πολωνία οι κυβερνήσεις επιλέγουν μια αντιευρωπαϊκή ρητορική, ενώ οι εκλογές στην Ιταλία φέρνουν στην κυβέρνηση την ακροδεξιά Λέγκα και τους λαϊκιστές των Πέντε Αστέρων. Εξελίξεις που, αν μη τι άλλο, προκαλούν ανησυχία έναν χρόνο πριν από τις ευρωεκλογές.
Facebook Comments