Το «take it or leave it» έγινε «give and take»
Το «take it or leave it» έγινε «give and take»
Το «take it or leave it» έγινε «give and take»
Επίσης, είδαμε πως σιγά σιγά, οι ηγέτες της ευρωζώνης έκαναν βήματα πίσω, στο περιθώριο, και εκεί που πηγαίναμε για πολιτική λύση ή έστω ένα ισχυρό πολιτικό σήμα για λύση, η ευθύνη των διαπραγματεύσεων επέστρεψε στους υπουργόυς των Οικονομικών της ευρωζώνης.
Είναι προφανέστατο. Η Μέρκελ φοβάται μια πολιτική λύση, διότι μετά η Ισπανία, η Ιταλία ή η Πορτογαλία θα θελήσουν και αυτές μια πολιτική λύση.
Έμπειροι ευρωπαίοι διπλωμάτες προειδοποιούν ότι πάντα στις διαπραγματεύσεις της ΕΕ, η κατάσταση μοιάζει συχνά πιο ζοφερή πριν από μια συμφωνία της τελευταίας στιγμής.
«Όπου υπάρχει θέληση, υπάρχει τρόπος», έγραψε χθες στο Twitter, ο επίτροπος Οικονομικών Υποθέσεων Πιέρ Μοσκοβισί, κάτι που υπογραμμίζει αυτό ακριβώς, ότι όπως και αν είναι τα πράγματα αν θέλουν οι δύο πλευρές να υπάρξει συμφωνία, θα υπάρξει.
«Οι διαφωνίες και οι συμβιβασμοί είναι στοιχείο της Ευρώπης», είπε χθες ο Αλέξης Τσίρπας μετά την λήξη ενός ακόμα αδιέξοδου Eurogroup, δείχνοντας επίσης το ότι το μαύρο μπορεί να γίνει… άσπρο.
Η εικόνα λοιπόν που σχηματίζεται είναι πως ουσιαστικά ζούμε ένα διαπραγματευτικό παιχνίδι. Ωστόσο αυτό που πραγματικά διαπραγματεύονται τελικά, ίσως και να μην είναι η συμφωνία, αυτή καθαυτή…
Ίσως οι δύο πλευρές δεν διαπραγματεύονται για μια συμφωνία που νομίζουν ότι είναι εφικτή. Διαπραγματεύονται κυρίως για το ποιος θα πάρει την ευθύνη, όταν/αν καταστεί σαφές ότι καμία συμφωνία δεν είναι δυνατή.
Γι αυτό και οι πιστωτές δεν έδωσαν πρόταση-τελεσίγραφο, δεν είπαν «take it or leave it». Έδωσαν μία πρόταση «giveand take», όπως είπε και ο εκπρόσωπος του ΔΝΤ, Τζέρι Ράις. Δεν θέλουν να θεωρηθούν αυτοί οι υπεύθυνοι στο ενδεχόμενο του Graccident. «Είμαστε εδώ να σας ακούσουμε όταν είστε έτοιμοι», είπαν με λίγα λόγια…
Κάποιος στις διαπραγματεύσεις αυτές, λέει ψέματα
Όπως σημειώνει όμως ο καθηγητής πολιτικών επιστημών και διεθνών σχέσεων του George Washington University, Henry Farrell, κάποιος στις διαπραγματεύσεις αυτές, λέει ψέματα…
Όπως εξηγεί, οι διαπραγματεύσεις διεθνώς ( και γενικότερα) μπορούν να θεωρηθούν ως ένα παιχνίδι δύο επιπέδων, στο οποίο κάθε διαπραγματευτής (α) προσπαθεί να πάρει την καλύτερη δυνατή συμφωνία σε διεθνές επίπεδο, (β) προσπαθεί να διασφαλίσει ότι μπορεί να πουλήσει τη συμφωνία στη χώρα του, σε εθνικό επίπεδο.
Αυτό σημαίνει ότι οι διαπραγματευτές έχουν το πολύ προφανές κίνητρο να τονίσουν το πόσο δύσκολο θα είναι να πείσουν τους ψηφοφόρους στη χώρα τους να δεχτούν την συμφωνία. Η ισχυρή εσωτερική αντιπολίτευση καθιστά δύσκολο για τον διαπραγματευτή να κάνει οποιεσδήποτε παραχωρήσεις προς τους διεθνείς ομολόγους του, κι έτσι τον αναγκάζει να διαπραγματεύεται σκληρά. Οι έξυπνοι διαπραγματευτές θα χειραγωγήσουν τις θέσεις της άλλης πλευράς για να κερδίσουν παραχωρήσεις και να αντισταθούν σε συμβιβασμούς που δεν θέλουν.
Η πονηρή διαπραγμάτευση όμως, έχει να κάνει με τον σωστό υπολογισμό του «ορίου» πέραν του οποίου η άλλη πλευρά δεν θα πάει και έτσι να ζητά πράγματα που κάνουν τον απέναντι να ακροβατεί γύρω από αυτό. Έτσι μπορούν να κερδηθούν και οι περισσότερες παραχωρήσεις, όπως εξηγεί ο Farrell.
Αν γίνει όμως λάθος… υπολογισμός, σε σοβαρές διαπραγματεύσεις όπως αυτές, υπάρχει κίνδυνος ατυχήματος.
Σε τέτοιες διαπραγματεύσεις βοηθά επίσης το να φαίνεσαι λιγότερο ευάλωτος στην… καταστροφή από ότι η άλλη πλευρά. Έτσι, η ελληνική πλευρά έχει σκεφτεί «ανοικτά» το αν ή όχι θα μπορούσε να είναι καλύτερο για την Ελλάδα να εγκαταλείψει το ευρώ, ενώ Γερμανοί πολιτικοί – και όχι μόνο , έχουν δείξει ότι μπορεί να προτιμούν ένα ευρώ χωρίς την Ελλάδα.
Το πρόβλημα είναι ότι δεν γνωρίζουμε σε ποια κατάσταση βρισκόμαστε: Είμαστε σε μια κατάσταση όπου η μία ή και οι δύο πλευρές «πουλούν» το βάθος της αντίθεσής τους, ή μια κατάσταση κατά την οποία η μία ή και οι δύο πλευρές είναι αληθινά και ειλικρινά αντίθετες;
Η αντίθεση της Ελλάδας με τη συμφωνία που είναι στο τραπέζι και το «Nein» του Σόιμπλε (και άλλων πολιτικών) στο να δεχθούν μια συμφωνία με σημαντικές παραχωρήσεις, είναι ειλικρινείς ή όχι;
Φυσικά, κοντός ψαλμός… Θα δούμε τις επόμενες μέρες αν υπάρχει συμφωνία. Ωστόσο, αν υπάρξει συμφωνία, ποτέ δεν θα μάθουμε τα πραγματικά όρια της κάθε πλευράς και τον βαθμό στον οποίο μπλόφαραν ή ήταν ειλικρινής. Απλάμαθήματα Ευρώπης. Για τους… επόμενους.
Facebook Comments