Οι Βρυξέλλες αντιμέτωπες με κάλπες που… πονάνε
Το πολιτικό αδιέξοδο της Ευρώπης
Το πολιτικό αδιέξοδο της Ευρώπης
Η Ευρώπη οφείλει αυτό το πολιτικό σκηνικό αβεβαιότητας εν μέρει στις λαϊκιστικές δυνάμεις της δεξιάς και της αριστεράς, των οποίων η ανάπτυξη προϋπήρχε της χρηματοοικονομικής κρίσης του 2008, αν και ενισχύθηκε σημαντικά έκτοτε.
Αυτά τα κινήματα απέκτησαν νέα ισχύ σε βάρος του ευρωπαϊκού πολιτικού κατεστημένου που χαρακτηρίζεται από τους αντιπάλους του – και συχνά από το ευρύ κοινό – ως κουρασμένο, αναποτελεσματικό και απόμακρο.
Ορισμένα μη συμβατικά κόμματα περιφρονούν τη δημοκρατία, ασπάζονται το ρατσισμό και φλερτάρουν με τη βία. Αυτές οι ταμπέλες όμως, δεν περιγράφουν σωστά τα κινήματα των ανταρτών της δεξιάς, όπως είναι το Κόμμα Ανεξαρτησίας της Βρετανίας και οι Δημοκράτες της Σουηδίας, πόσο μάλλον αριστερά κόμματα όπως ο ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα και οι Podemos στην Ισπανία.
Οι δυνάμεις αυτές κατέγραψαν σημαντική άνοδο – για παράδειγμα στις ευρωεκλογές του 2014 – παίζοντας με τους κανόνες της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας. Κατά συνέπεια, τα παραδοσιακά κόμματα της κεντροδεξιάς, του φιλελεύθερου κέντρου και τις κεντροαριστεράς δεν θα μπορέσουν να ανακτήσουν τις δυνάμεις τους παρουσιάζοντας τους λαϊκιστές ως αντιδημοκράτες και τρελούς του περιθωρίου. Αντιθέτως, κόμματα όπως οι Συντηρητικοί της Βρετανίας, οι Σοσιαλιστές της Ισπανίας και οι Σοσιαλδημοκράτες της Σουηδίας πρέπει να διατηρήσουν την ψυχραιμία τους. Πρέπει να πείσουν τους ψηφοφόρους ότι τα βασικά στοιχεία της πλατφόρμας των λαϊκιστών είναι ασυνάρτητα και μη ρεαλιστικά. Εάν εφαρμοστούν, θα πλήξουν τις οικονομίες, τον κοινωνικό ιστό και τη διεθνή θέση των χωρών τους.
Είτε φορά ρούχα της αριστεράς, είτε της δεξιάς, ο ευρωπαϊκός λαϊκισμός προσφέρει απλοϊκές ακόμη και παράλογες λύσεις σε πολύπλοκα προβλήματα. Για παράδειγμα η πρόταση – που θέτει το Κόμμα Ανεξαρτησίας της Βρετανίας ή οι Δημοκράτες της Σουηδίας – ότι η καταστολή της μετανάστευσης θα λύσει τα κοινωνικά προβλήματα της χώρας είναι λάθος διάγνωση του προβλήματος και κατά συνέπεια λάθος ελπίδα για τη γιατρειά. Το ίδιο ισχύει και με τις προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ και των Podemos για μεγάλες αυξήσεις των δημοσίων δαπανών και του κατώτατου μισθού, λες και αυτά τα μέτρα μπορούν να υποκαταστήσουν τις δύσκολες αλλά αναγκαίες επιλογές για να αντιμετωπιστούν τα βαθιά προβλήματα της Ελλάδας και της Ισπανίας.
Σε μερικές χώρες, όπως η Φινλανδία, δεν θα υπήρχε σοβαρός λόγος ανησυχίας εάν ένα λαϊκιστικό κόμμα συμμετείχε σε έναν κυβερνητικό συνασπισμό ως μικρότερος εταίρος. Στις περισσότερες χώρες όμως, τα λαϊκιστικά κόμματα απολαμβάνουν το στάτους του outsider και προτιμούν να διατυπώνουν συνθήματα, παρά να κάνουν τους συμβιβασμούς που είναι ουσιώδεις σε μία δημοκρατική κυβέρνηση.
Βεβαίως, τα παραδοσιακά κόμματα δεν έχουν αυτόματο δικαίωμα διεκδίκησης της εξουσίας. Δεν θα μπορέσουν όμως, να ανακτήσουν την εμπιστοσύνη του κόσμου εάν δεν παραιτηθούν από την απαξιωμένη στρατηγική της διατύπωσης ανέφικτων υποσχέσεων προκειμένου να κερδίσουν την εξουσία.
Εάν είναι υπερβολικό να περιμένουμε από αυτά τα κόμματα να παραδεχθούν την ανικανότητα του παρελθόντος, μπορούν τουλάχιστον να πουν ταπεινά ότι θα προσπαθήσουν τα μέγιστα την επόμενη φορά για να ανταποκριθούν σε υψηλότερα πρότυπα. Πάνω από όλα, τα παραδοσιακά κόμματα πρέπει να αντισταθούν στον πειρασμό να δανειστούν την κραυγαλέα, ανεύθυνη ρητορική σε θέματα όπως η μετανάστευση και η ΕΕ ή η ένταξη στην ευρωζώνη, που δυστυχώς φαίνεται σε κάποια κεντροδεξιά κόμματα της Γαλλίας, της Ιταλίας και της Βρετανίας.
Αυτές οι στρατηγικές θα προσελκύσουν λίγους ψηφοφόρους από τους σκληροπυρηνικούς υποστηρικτές των λαϊκιστών, αλλά θα φανούν ρηχές και κυνικές στη μάζα των ψηφοφόρων που καταλαβαίνουν το κέντρο του πολιτικού φάσματος.
Η πολιτική επιτυχία οικοδομείται στο κέντρο όπως σωστά είπε ο Βρετανός πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον στο συνέδριο του Συντηρητικού Κόμματος το 2006.
ΠΗΓΗ: FT.com
Facebook Comments