Η εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας ή, για την ακρίβεια, η μη εκλογή του από την απελθούσα Βουλή, απετέλεσε την αφορμή για την προκήρυξη πρόωρων εκλογών.

Πλέον, μετά τις πρόσφατες εκλογές, έχει συγκροτηθεί Κυβέρνηση καθώς και νέα Βουλή, πρώτη προτεραιότητα της οποίας είναι η άμεση εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας με βάση την προβλεπόμενη από το Σύνταγμα διαδικασία. Τι ορίζει όμως αυτή από εδώ και πέρα;

Η προηγούμενη Βουλή κλήθηκε να εκλέξει Πρόεδρο της Δημοκρατίας λόγω της επιγενόμενης λήξης της θητείας του νυν Προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας κ. Παπούλια, με βάση το άρθρο 32 του Συντάγματος και την προβλεπόμενη από αυτό διαδικασία.

Έτσι, την 17η Δεκεμβρίου 2014 έλαβε χώρα η πρώτη ψηφοφορία για την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας, κατά την οποία, με βάση το πιο πάνω άρθρο, απαιτούνταν η συγκέντρωση της πλειοψηφίας των δύο τρίτων του συνολικού αριθμού των βουλευτών, δηλαδή 200 βουλευτών. Η ως άνω πλειοψηφία, ωστόσο, δεν επετεύχθη.

Στην συνέχεια, οδηγηθήκαμε, 5 ημέρες μετά, στην δεύτερη ψηφοφορία της 23ης Δεκεμβρίου 2014, κατά την οποία απαιτούνταν και πάλι πλειοψηφία των δύο τρίτων του συνόλου των μελών του Κοινοβουλίου, ήτοι 200 βουλευτών, πράγμα το οποίο δεν επετεύχθη και οδηγηθήκαμε στην συνέχεια, 5 ημέρες αργότερα, στην τρίτη ψηφοφορία της 29ης Δεκεμβρίου 2014, ότε και απαιτούνταν η συγκέντρωση πλειοψηφίας των 3/5 του συνολικού αριθμού των βουλευτών (180 βουλευτές), συνταγματικό κέλευσμα που και πάλι δεν επετεύχθη και, για τον λόγο αυτό, με βάση την ρητή επιταγή του Συντάγματος οδηγηθήκαμε στην διάλυση της Βουλής και την προκήρυξη των πρόσφατων εκλογών της 25ης Ιανουαρίου 2015 για την ανάδειξη νέας Βουλής.

Πλέον, μετά την συγκρότηση σε σώμα της νέας Βουλής, όπως αυτή έχει αναδειχθεί από τις πρόσφατες εκλογές, η τελευταία έχει υποχρέωση να προχωρήσει αμέσως, με βάση το Σύνταγμα και τις προτάσεις υποψηφίων για το ανώτερο αξίωμα της χώρας από τις κοινοβουλευτικές ομάδες της Βουλής, σε νέα, τέταρτη ψηφοφορία για την ανάδειξη Προέδρου της Δημοκρατίας. Κατά την ψηφοφορία αυτή για την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας απαιτείται πλειοψηφία των 3/5 του συνολικού αριθμού των Βουλευτών, δηλαδή 180 βουλευτές.

Αν η ως άνω πλειοψηφία δεν επιτευχθεί κατά την ανωτέρω πλειοψηφία, η νέα Βουλή οδηγείται, 5 ημέρες μετά την ως άνω ψηφοφορία σε νέα, πέμπτη ψηφοφορία, κατά την οποία, για την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας απαιτείται απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των Βουλευτών, δηλαδή πλειοψηφία 151 βουλευτών.

Στην περίπτωση που δεν εκλεγεί και πάλι πρόσωπο για το ύπατο αξίωμα της Ελληνικής Πολιτείας κατά την ως άνω πέμπτη ψηφοφορία, το Σύνταγμα προβλέπει, εν τέλει, μία ακόμα, έκτη ψηφοφορία, ύστερα από 5 ημέρες, μεταξύ των δύο προσώπων που πλειοψήφισαν στην πέμπτη ψηφοφορία και Πρόεδρος της Δημοκρατίας εκλέγεται, εν τέλει, όποιος λάβει την σχετική πλειοψηφία.

Ρητά καθορίζεται από το Σύνταγμα ότι ο ήδη Πρόεδρος της Δημοκρατίας εξακολουθεί να ασκεί τα καθήκοντά του ακόμα και μετά την λήξη της θητείας του, μέχρι να επιτευχθεί η εκλογή νέου Προέδρου της Δημοκρατίας.

Από την παραπάνω αναλυτικά καθοριζόμενη από το ίδιο το Σύνταγμα διαδικασία αναδεικνύεται η αναντίρρητη βούληση του Συντακτικού Νομοθέτη να διασφαλίσει την επίτευξη όσο το δυνατόν μεγαλύτερης πλειοψηφίας, άρα και ισχυρότερης πολιτικής συναίνεσης μεταξύ των πολιτικών κομμάτων και βουλευτών που συμμετέχουν στο Κοινοβούλιο για την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας, ο οποίος αποτελεί τον ρυθμιστή του Πολιτεύματος.

Facebook Comments