Στα €5 δισ. ο λογαριασμός της συμφωνίας – «Φρένο» στις παροχές και στις φοροελαφρύνσεις βάζει η ΕΕ
Η λιτότητα συνεχίζεται για τα επόμενα χρόνια και μάλιστα με την εφαρμογή σκληρών μέτρων, όπως η μείωση των συντάξεων από το 2019
Η λιτότητα συνεχίζεται για τα επόμενα χρόνια και μάλιστα με την εφαρμογή σκληρών μέτρων, όπως η μείωση των συντάξεων από το 2019
Η λιτότητα συνεχίζεται για τα επόμενα χρόνια και μάλιστα με την εφαρμογή σκληρών μέτρων, όπως η μείωση των συντάξεων από το 2019, αλλά και η μείωση του αφορολόγητου ορίου το 2020.
Η κυβέρνηση, όπως ανέφερε και ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, θα συνεχίσει τον δρόμο των μεταρρυθμίσεων, επιβεβαιώνοντας επί της ουσίας ότι το 2019 θα εφαρμοστούν όλα όσα έχουν συμφωνηθεί με τους πιστωτές της χώρας.
Την ίδια στιγμή, η Κομισιόν (όπως προκύπτει από την έκθεση συμμόρφωσης) «μπλοκάρει» τις διανομές των υπερπλεονασμάτων χωρίς τη σύμφωνη γνώμη της. Επίσης, η ίδια εκτιμά ότι τα υπερπλεονάσματα θα είναι χαμηλότερα κατά περίπου 50% σε σχέση με όσα είχε προβλέψει η ελληνική κυβέρνηση για την περίοδο 2019-2022.
Συνολικά, πάντως, έρχονται μέτρα 5 δισ. ευρώ την επόμενη διετία. Οι περικοπές σε κύριες και επικουρικές συντάξεις θα επιφέρουν δημοσιονομικό όφελος 2,9 δισ. Ειδικά κατά το 2019, θα εξοικονομηθούν 1,4 δισ. ευρώ από την περικοπή των συντάξεων πλην Δημοσίου, άλλο 1,1 δισ. θα αποδώσουν οι περικοπές στις συντάξεις δημοσίων υπαλλήλων, ενώ σε 232 εκατ. εκτιμάται η «εξοικονόμηση» από τις περικοπές των επικουρικών συντάξεων, που εξακολουθούν να έχουν προσωπικές διαφορές. Μάλιστα, τα αντίμετρα που θα εφαρμοστούν το 2019 δεν αναπληρώνουν τις περικοπές που θα έχουν οι εκατοντάδες χιλιάδες συνταξιούχοι. Το 2020 θα μειωθεί για δεύτερη φορά το αφορολόγητο όριο από την παρούσα κυβέρνηση και θα διαμορφωθεί στις 5.686 ευρώ από 8.636 ευρώ που είναι σήμερα. Η εξέλιξη αυτή θα οδηγήσει σε πρόσθετες επιβαρύνσεις ύψους 650 ευρώ.
Στην περίπτωση που επιτευχθούν οι δημοσιονομικοί στόχοι, θα εφαρμοσθούν τα αντίμετρα στον τομέα της φορολογίας που θα οδηγήσουν στη μείωση των επιβαρύνσεων για όσους έχουν εισοδήματα πάνω από 25.000 ευρώ. Συγκεκριμένα, θα μειωθεί ο κατώτατος φορολογικός συντελεστής στο 20% από 22% σήμερα, ενώ μηδενίζονται μέχρι τις 30.000 ευρώ οι συντελεστές της εισφοράς αλληλεγγύης. Δηλαδή όσοι έχουν εισοδήματα μέχρι το ποσό αυτό δεν θα πληρώνουν από το 2020 και μετά την εισφορά αλληλεγγύης. Πάντως, οι φορολογούμενοι με εισοδήματα χαμηλότερα των 25.000 θα είναι χαμένοι τόσο με τα μέτρα όσο και με τα αντίμετρα.
Βάζουν φόρους και υπόσχονται αντίμετρα
Αυξημένους φόρους θα κληθούν να πληρώσουν όλοι οι φορολογούμενοι από το 2020, συνεπεία της μείωσης του αφορολόγητου ορίου, επιβαρύνοντάς τους με 650 ευρώ. Μάλιστα, για πρώτη φορά περίπου 1 εκατ. φορολογούμενοι τα εισοδήματα των οποίων βρίσκονται σήμερα υπό την ομπρέλα του αφορολόγητου ορίου θα πληρώσουν φόρο, ενώ συνταξιούχοι με μηνιαία εισοδήματα 500-600 ευρώ θα χάσουν μία σύνταξη μόνο από τα σκληρά μέτρα της φορολογίας (εάν συνυπολογιστούν και οι περικοπές συντάξεων χάνουν 3 συντάξεις). Ωστόσο, από το 2020 και εφόσον κυβέρνηση και δανειστές διαπιστώσουν ότι επιτυγχάνεται ο στόχος για το πρωτογενές πλεόνασμα ύψους 3,5% του ΑΕΠ, θα τεθούν σε ισχύ και τα αντίμετρα, τα οποία όμως θα τονώσουν τη μεσαία τάξη κατά κύριο λόγο, η οποία επωμίστηκε τα βάρη τριών μνημονίων. Αντίθετα, όσοι αποκτούν εισοδήματα κάτω από 25.000 ευρώ ετησίως θα είναι χαμένοι τόσο από τα μέτρα όσο και από τα αντίμετρα.
Όπως προκύπτει από τη συμφωνία, η έκπτωση φόρου μετά το κούρεμα των 650 ευρώ διαμορφώνεται ως εξής:
• Για άγαμο φορολογούμενο η έκπτωση φόρου μειώνεται από τα 1.900 ευρώ σήμερα, σε 1.250 ευρώ και το έμμεσο αφορολόγητο όριο από 8.636 ευρώ σε 5.685 ευρώ, ενώ για φορολογούμενο με ένα παιδί, το αφορολόγητο όριο περιορίζεται από 8.864 ευρώ σε 5.905 ευρώ. Ταυτόχρονα με την εφαρμογή των σκληρών μέτρων θα εφαρμοστούν και τα αντίμετρα. Ωστόσο, χαμένοι από τα μέτρα, χαμένοι και από τα αντίμετρα είναι οι περισσότεροι φορολογούμενοι από το 2020 κυρίως όσοι δηλώνουν εισοδήματα μέχρι 25.000 ευρώ. Συγκεκριμένα, οι φορολογούμενοι με εισοδήματα από 25.000 ευρώ και άνω θα διαπιστώσουν τη μείωση των φορολογικών επιβαρύνσεων ακόμα και σε σύγκριση με τους φόρους που καταβάλλονται σήμερα. Αυτό θα συμβεί εξαιτίας όχι μόνο της μείωσης του πρώτου φορολογικού συντελεστή (στο 20%) αλλά και της νέας ευνοϊκότερης κλίμακας για τον υπολογισμό της εισφοράς αλληλεγγύης. Με την εφαρμογή των αντίμετρων το αφορολόγητο θα διαμορφωθεί:
• Για άγαμο φορολογούμενο το αφορολόγητο μειώνεται από τις 8.636 ευρώ στις 6.250 ευρώ.
• Για φορολογούμενο με ένα παιδί, το αφορολόγητο διαμορφώνεται στις 6.500 ευρώ από 8.864 ευρώ.
• Για φορολογούμενο με δύο παιδιά, το αφορολόγητο όριο περιορίζεται στις 6.750 ευρώ από 9.090 ευρώ σήμερα.
• Για φορολογούμενο με τρία παιδιά και άνω το αφορολόγητο θα συρρικνωθεί κατά 2.295 ευρώ και θα διαμορφωθεί στις 7.250 ευρώ.
Με τη νέα κλίμακα για τον υπολογισμό της εισφοράς αλληλεγγύης μηδενίζονται οι συντελεστές μέχρι 30.000 ευρώ, ενώ περιορίζονται και στα επόμενα κλιμάκια.
Παραδείγματα
• Φορολογούμενος άγαμος με ετήσιο εισόδημα 8.500 σήμερα δεν πληρώνει φόρο στο ελληνικό Δημόσιο, καθώς καλύπτεται από το αφορολόγητο όριο. Με τη μείωση του στις 5.685 ευρώ ο φόρος θα φθάσει στα 620 ευρώ. Στην περίπτωση που εφαρμοστούν τα αντίμετρα, ο κατώτερος φορολογικός συντελεστής θα μειωθεί κατά δύο μονάδες και θα διαμορφωθεί στο 20%, με αποτέλεσμα ο φόρος να περιοριστεί στα 450 ευρώ.
• Φορολογούμενος, με ετήσιο εισόδημα 30.000 ευρώ πληρώνει συνολικά 6.176. Με τη μείωση του αφορολόγητου ορίου ο φόρος θα ανέλθει στις 6.826 ευρώ. Με μειωμένο τον πρώτο φορολογικό συντελεστή και τη νέα κλίμακα της εισφοράς αλληλεγγύης, ο φόρος διαμορφώνεται στις 5.750 ευρώ, δηλαδή προκύπτει όφελος 426 ευρώ ετησίως.
2,9 δισ. ευρώ θα χάσουν οι συνταξιούχοι
Ο κύβος ερρίφθη. Το 2019, και για την ακρίβεια τον Δεκέμβριο του 2018, οι συντάξεις εκατοντάδων χιλιάδων συνταξιούχων θα κοπούν, με μέγιστη μείωση το 18%. Η πλήρης εφαρμογή του νόμου Κατρούγκαλου αλλά και των νέων περικοπών στις συντάξεις που ψηφίστηκαν το 2017, παράλληλα με το «πάγωμα» των αυξήσεων έως το 2021, αποτελεί ξεκάθαρη δέσμευση της κυβέρνησης, καταγράφεται και στην τελευταία Εκθεση Συμμόρφωσης, ενώ προεξοφλείται ακόμη και στο Μεσοπρόθεσμο για το διάστημα 2019-2022. Συνολικά, οι περικοπές σε κύριες και επικουρικές συντάξεις θα επιφέρουν δημοσιονομικό όφελος 2,9 δισ. Ειδικά κατά το 2019, έτος που θα εφαρμοστεί η περικοπή των συντάξεων, το μέτρο θα αποδώσει 2,88 δισ. για τις κύριες και επικουρικές συντάξεις και συγκεκριμένα 1,4 δισ. θα κοπεί από τις κύριες συντάξεις πλην Δημοσίου, άλλο 1,1 δισ. θα αποδώσουν οι περικοπές στις συντάξεις δημοσίων υπαλλήλων, ενώ σε 232 εκατ. εκτιμάται η «εξοικονόμηση» από τις περικοπές των επικουρικών συντάξεων που εξακολουθούν να έχουν προσωπικές διαφορές. Επιπλέον 95 εκατ. το 2019 θα εξοικονομηθούν από τη μη τιμαριθμική αναπροσαρμογή των συντάξεων, που θα μείνουν «παγωμένες» έως το τέλος του 2021. Μάλιστα, το ποσό αυξάνεται σημαντικά τα επόμενα χρόνια, ώστε έως το 2022 σωρευτικά να μην αποδοθούν στους συνταξιούχους εξαιτίας του «παγώματος» των συντάξεων, 688 εκατ.
Οι ειδικοί εκτιμούν ότι οι περικοπές θα αγγίξουν ή ακόμη και θα ξεπεράσουν –σε ορισμένες περιπτώσεις– τα 350 ευρώ τον μήνα. Ηδη, στην πρόσφατη Εκθεση Συμμόρφωσης για την ολοκλήρωση της 4ης αξιολόγησης, επισημαίνεται ότι επανυπολογίστηκαν 2 εκατ. συντάξεις. Από αυτές, εκτιμάται ότι το 2019 θα κοπούν περίπου οι 1,1 εκατ. συντάξεις, έως και κατά 18% μέσω της μερικής ή πλήρους κατάργησης της προσωπικής διαφοράς. Οι περικοπές ξεκινούν από 5 και ενδέχεται να φθάσουν και τα 350 ευρώ. Μάλιστα, μειώσεις θα υποστούν ακόμη και οι συντάξεις που δεν έχουν προσωπικές διαφορές, λόγω της κατάργησης των οικογενειακών παροχών που καταβάλλονται μαζί με τη σύνταξη, σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα. Οπως θα κοπούν και οι πολύ χαμηλές συντάξεις, με τα κατώτατα όρια, καθώς ο νόμος δεν παρέχει καμία προστασία. Περίπου 200.000 συνταξιούχους εκτιμάται ότι αφορά η περικοπή των προσωπικών διαφορών στις επικουρικές συντάξεις. Και σε αυτή την περίπτωση το ανώτατο ποσό μείωσης δεν μπορεί να υπερβαίνει το 18% της συνολικής επικουρικής σύνταξης και μάλιστα πριν από τις περικοπές του 2016. Ο επανυπολογισμός των συντάξεων, που σε μεγάλο βαθμό έχει ολοκληρωθεί, δείχνει βέβαια και αυξήσεις σε περίπου 350.000 συνταξιούχους που λαμβάνουν σήμερα μικρότερη σύνταξη από αυτήν που αντιστοιχεί στον νέο τρόπο υπολογισμού. Η διαφορά σε αυτή την περίπτωση θα επιστραφεί μέσα σε 5 χρόνια, από το 2019.
Μεγάλοι χαμένοι θεωρούνται οι συνταξιούχοι του πρώην ΤΕΒΕ – ΟΑΕΕ, συνταξιούχοι δημόσιοι υπάλληλοι, συνταξιούχοι του Ταμείου Νομικών, του ΤΣΜΕΔΕ και του ΤΣΑΥ που έλαβαν σύνταξη με κλίμακες εισφορών και προσαύξησης από κοινωνικό πόρο, ενώ δεν γλιτώνουν ούτε οι συνταξιούχοι του ΙΚΑ που συνταξιοδοτήθηκαν σε υψηλές ασφαλιστικές κλάσεις (20ή και άνω) αλλά και οι συνταξιούχοι του ΙΚΑ που η σύνταξή τους έχει υπολογιστεί με τα κατώτατα όρια. Στον αντίποδα, φαίνεται πως διασώζονται συνταξιούχοι του ΙΚΑ με 20-25 έτη ασφάλισης και μέσες ή χαμηλές ασφαλιστικές κατηγορίες, καθώς και οι συνταξιούχοι του πρώην ΤΣΑ – ΟΑΕΕ.
«Φρένο» στις παροχές και στις φοροελαφρύνσεις βάζει η Κομισιόν
Σημαντικές αποκλίσεις στις προβλέψεις όσον αφορά τα υπερπλεονάσματα, επομένως και τον δημοσιονομικό χώρο που θα προκύψει για παροχές την περίοδο 2018-22 ανάμεσα στην κυβέρνηση και τους δανειστές, διαπιστώνει η έκθεση συμμόρφωσης της Κομισιόν που δημοσιοποιήθηκε τις προηγούμενες μέρες. Συγκεκριμένα, η κυβέρνηση είχε υπολογίσει ότι μέχρι το 2022 θα δημιουργηθούν υπερπλεονάσματα (δηλαδή, πάνω από τον στόχο του 3,5% του ΑΕΠ) ύψους περίπου 8 δισ. ευρώ. Ωστόσο, η Κομισιόν χαμηλώνει αισθητά τον πήχυ περιορίζοντας τον δημοσιονομικό χώρο για ελαφρύνσεις και παροχές στα 4 δισ. ευρώ. Ταυτόχρονα, ακόμα και για το ποσό αυτό η Κομισιόν βάζει «φρένο», ξεκαθαρίζοντας ότι οι όποιες παροχές και φοροελαφρύνσεις πρέπει πρώτα να συμφωνηθούν μαζί της.
Σημειώνεται ότι πρόθεση της κυβέρνησης ήταν να αξιοποιήσει τον δημοσιονομικό αυτό χώρο «για την υιοθέτηση μόνιμων μειώσεων φόρων που θα συμβάλουν στην αύξηση του διαθεσίμου εισοδήματος των νοικοκυριών και της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων, καθώς και στοχευμένης ενίσχυσης των πρωτογενών δαπανών με στόχο τη διατηρήσιμη μείωση της ανεργίας, την καταπολέμηση της παιδικής φτώχειας και την επένδυση στο ανθρώπινο κεφάλαιο», όπως τονίζεται στο μεσοπρόθεσμο σχέδιο. Συγκεκριμένα έχει εξαγγείλει ότι το 2019 θα διατεθούν 700 εκατ. ευρώ αποκλειστικά για μειώσεις φόρων, ενώ το 2020 το υπερπλεόνασμα θα δοθεί κατά 75% σε φοροελαφρύνσεις και 25% σε κοινωνικές δαπάνες και το 2021-2022 θα το μοιράσει ισόποσα μεταξύ φοροελαφρύνσεων και κοινωνικών δαπανών.
Η Κομισιόν επικαλείται κι έναν ακόμη λόγο για να συστήσει «σύνεση στην ανάληψη δεσμεύσεων για τον δημοσιονομικό χώρο που προβλέπεται να προκύψει τα επόμενα χρόνια»: τις αβεβαιότητες που υπάρχουν εξαιτίας και των αναμενόμενων αποφάσεων του Συμβουλίου Επικρατείας για τα μισθολογικά και συνταξιοδοτικά θέματα.
Ηδη, οι πρόσφατες αποφάσεις του Συμβουλίου δημιούργησαν υποχρεώσεις 0,4% του ΑΕΠ και η έκθεση αναφέρει ότι οι σχετικοί πόροι «εξοικονομήθηκαν» από το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων.
Το «μπλοκάρισμα» όμως από την Κομισιόν θα οδηγήσει σε αλλαγές του μεσοπρόθεσμου προγράμματος τουλάχιστον στο σκέλος της διανομής των υπερπλεονασμάτων, ενώ δεν αποκλείεται να τροποποιηθούν και οι εκτιμήσεις για τα πλεονάσματα των επόμενων ετών.
Ειδικότερα, για το 2018, όταν το υπουργείο Οικονομικών προβλέπει πλεόνασμα 3,56% του ΑΕΠ, οι δανειστές προβλέπουν 3,5% του ΑΕΠ, ενώ για το 2019 το μεσοπρόθεσμο προβλέπει πρωτογενές πλεόνασμα 3,96% του ΑΕΠ έναντι 3,8% του ΑΕΠ στο βασικό σενάριο της έκθεσης συμμόρφωσης. Στα επόμενα χρόνια η ψαλίδα αρχίζει να διευρύνεται περαιτέρω. Συγκεκριμένα, το 2020, οι θεσμοί προβλέπουν 3,8% του ΑΕΠ (4,15% στο Μεσοπρόθεσμο), το 2021 το πρωτογενές πλεόνασμα εκτιμάται σε 4,1% του ΑΕΠ (4,53%) και το 2022 καταγράφεται η μεγαλύτερη διαφορά της τάξεως των 2 δισ. ευρώ στον δημοσιονομικό χώρο για παροχές, καθώς οι δανειστές προβλέπουν πλεόνασμα 4,3% του ΑΕΠ έναντι 5,19% του ΑΕΠ που προβλέπει το Μεσοπρόθεσμο.
Facebook Comments