«All I know is what I have words for» – έγραφε ο κορυφαίος Αυστριακός φιλόσοφος Ludwig Wittgenstein. Βεβαίως, στην παγωμένη ξύλινη καλύβα του στη Νορβηγία, όπου συνέγραψε το σημαντικότερο, ίσως, έργο του, ή στα αμφιθέατρα του Cambridge, δεν είχε κατά νου τον Αλέξη Τσίπρα. Όμως, η ρήση του αναλυτικού στοχαστή ταιριάζει γάντι στον Έλληνα πρωθυπουργό. Τέκνο μιας σχολής λογικού θετικισμού, ο Wittgenstein δέχεται μεν, ότι οι έννοιες των λέξεων αλλάζουν σύμφωνα με το συγκείμενο και με την καθιέρωση της χρήσης, επιχειρηματολογεί όμως και υπέρ της ανάγκης μιας σταθερότητας στη σημασία, που θα επιτρέπει στη γλώσσα να παράγει λογικά αποτελέσματα. Τέκνο της ανάγκης, ο Αλέξης Τσίπρας, αφού δεν μπορεί να αλλάξει τα πράγματα, αλλάζει τις λέξεις.

Την δυνατότητα της γλώσσας να παράγει ασφαλή λογικά συμπεράσματα έρχονται να αμφισβητήσουν οι εκφραστές του μεταμοντερνισμού. Ο – αγαπημένος του σημιτικού ΠΑΣΟΚ – Ζακ Ντεριντά απορρίπτει την σταθερότητα των νοημάτων: το σημαίνον και το σημαινόμενο ενός σημείου δεν μπορούν να συνδεθούν με μιαν ευθεία αιτιακή σχέση. Αυτό που λέει ο πομπός και αυτό που καταλαβαίνει ο δέκτης είναι πάντα δύο διαφορετικά πράγματα. Στην πραγματικότητα, ο Αλέξης Τσίπρας και η «παρέα της Αίγινας», κάνουν χρήση του μεταμοντέρνου σχετικισμού, ούτως ώστε να αποσυνδέσουν ορισμένες λέξεις από τη τρέχουσα σημασία τους, ενώ επιχειρούν στη συνέχεια μια μάλλον συντηρητική επανανοηματοδότηση εννοιών, στη βάση ενός νέου λεξιλογίου. Συνεπώς, μια «δανειακή σύμβαση» δεν είναι κάτι τόσο κακό, ιδίως όταν αναγνωρίζεται από την τωρινή κυβέρνηση.
 
Το ερώτημα είναι αρχαίο όσο και ο Κρατύλος του Πλάτωνος (επίσης γνωστός ως περί ορθότητος ονομάτων). Αλλάζει κάτι, όταν αλλάζει ο τρόπος με τον οποίο αυτό καλείται; Κατά μία άποψη, ναι. Συνεπώς, όσο και αν κατά μιαν ουσία η τριμερής των Κομισσιόν, ΕΚΤ, ΔΝΤ παραμένει «τρόικα», εφόσον υπό το όνομα «θεσμοί» σταματά να προκαλεί τον τρόμο και τον αποτροπιασμό της κοινής γνώμης, πρόκειται τελικά για κάτι το διαφορετικό. Κάτι παρεμφερές ισχύει και για την αντικατάσταση της φράσης «υφιστάμενο μνημόνιο» με την «τρέχουσα διευθέτηση». Ναι, δεν είναι κάτι το ριζικά διαφορετικό και σίγουρα δεν αντιστοιχεί ως εξέλιξη στις προεκλογικές δεσμεύσεις του ΣΥΡΙΖΑ. Όμως, δεν είναι και κάτι το εντελώς ίδιο. Στις χαραμάδες της αλλαγής διατύπωσης, φαίνεται ήδη να περνούν υποτυπώδη ανακουφιστικά μέτρα χρεών, κόστους περίθαλψης, συνταξιοδοτικών λεπτομερειών.
 
Η παγίδα ελλοχεύει στην εφεξής πορεία – και δεν θα έχει να κάνει με τις λέξεις. Καθώς η ελληνική οικονομία έχει χάσει πολύτιμους μήνες αδρανούσα και μαζί μιαν εξάμηνη παράταση του μνημονίου, που θα μπορούσε να καβατζάρει των κάβο των ογκωδών θερινών δανειακών αποπληρωμών και να οδηγήσει σε μια φιλότιμη προσπάθεια εξόδου της χώρας στις αγορές (η ευθύνη γι’αυτό βαρύνει την προηγούμενη κυβέρνηση που, ακριβώς, φοβήθηκε τη λέξη μνημόνιο!), η νέα κυβέρνηση θα βρεθεί σχεδόν νομοτελειακά πριν τον Ιούνιο μπροστά στην ανάγκη σύναψης ενός νέου δανείου. Το αν αυτό τότε θα αποκληθεί «υπογραφή ενός 3ετούς Προγράμματος Ανάπτυξης και Ανάταξης της Οικονομίας», ή τρίτο μνημόνιο, ή οτιδήποτε άλλο, μικρή σημασία θα έχει. Διότι τότε, θα υπάρχουν όροι – και αυτοί θα πρέπει να είναι οι αναγκαίοι, ώστε η χώρα να μην οδηγηθεί τελεσίδικα στα βράχια.
 
Οι οδυνηρές ανάγκες ενός ασφαλιστικού, που πλέον είναι έτοιμο να σκάσει, η πολιτική της χώρας έναντι των FDI’s, των ιδιωτικοποιήσεων και των μεταρρυθμίσεων της αγοράς, μια τελική απόφαση για τα εργασιακά, η συνέχιση των τραπεζικών ανακεφαλαιοποιήσεων και άλλα επιτακτικά ζητήματα, θα χρειαστεί τότε να λυθούν με τρόπο που θα δεσμεύει τον ΣΥΡΙΖΑ έναντι των δανειστών, ή εταίρων, καθ’όλη τη διάρκεια της θητείας του. Και τότε τα «ευθυδήμια σοφίσματα», δηλαδή οι ορισμοί με διφορούμενη σημασία (από τον σοφιστή Ευθύδημο του ομώνυμου διαλόγου), δεν θα αρκούν για να πειστούν οι μέσα, ή για να κατευναστούν οι έξω – κι ούτε για το αντίστροφο.

Facebook Comments