Πριν από λίγες μέρες, η Ελλάδα γιόρτασε την μεγάλη εθνική επέτειο της Επανάστασης του 1821, που δημιούργησε το ελληνικό κράτος. Όποτε οι Έληνες ήταν ενωμένοι, πετύχαιναν μεγάλα κατορθώματα. Γι’ αυτό κι η Ελλάδα είναι το πρώτο βαλκανικό, εθνικό κράτος που προέκυψε από την διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Φέτος επίσης συμπληρώνονται 79 χρόνια από το μεγάλο ΟΧΙ, που είπαν για να αντιμετωπίσουν την φασιστική εισβολή η υπό τον Ιωάννη Μεταξά ηγεσία και σύσσωμος ο λαός την 28η Οκτωβρίου 1940. Τότε γράφτηκε η πλέον ένδοξη σελίδα της ελληνικής ιστορίας τον περασμένο αιώνα. Και τούτο διότι όλοι οι έλληνες, ως μια γροθιά, αποφάσισαν να υπερβούν τις όποιες εσωτερικές έριδες κι αντιπαραθέσεις και να αρθούν στο ύψος των περιστάσεων, πολεμώντας έναν εχθρό απείρως ισχυρότερο και πλουσιότερο. Με τον ίδιο τρόπο, που η Ελλάδα του 1910, υπό την πεφωτισμένη ηγεσία του Ελευθερίου Βενιζέλου προετοιμάστηκε μεθοδικά για να ξεπλύνει την ντροπή του ατιμωτικού πολέμου του 1897 και της προηγηθείσης πτώχευσης. Και πέτυχε με τους Βαλκανικούς Πολέμους του 1912-13 να διευρύνει την εθνική μας κυριαρχία. Κι οι δύο αυτές επιτυχίες, έγιναν πραγματικότητα για δύο λόγους. Πρώτον γιατί υπήρξε υπεύθυνη και σώφρων ηγεσία και δεύτερο διότι υπήρξε κοινή στάση όλων των ελλήνων στην ανάγκη επίτευξης του κοινού στόχου.

Σήμερα, οι συνθήκες στον τόπο μας είναι ανάλογες. Μπορεί να μην δεχόμαστε στρατιωτική εισβολή. Μπορεί να μην βρισκόμαστε αντιμέτωποι σε έναν πόλεμο με έναν πάνοπλο εχθρό με κανόνια και τανκς. Αλλά κακά τα ψέματα, οι επιπτώσεις της πρωτοφανούς κατάρρευσης της ελληνικής οικονομίας κι η διεθνής κηδεμονία υπό την οποίαν βρίσκεται η πατρίδα μας, έχει παρόμοιες επιπτώσεις στη ζωή, την καθημερινότητα αλλά και στο φρόνημα των ελλήνων, που δυστυχώς βιώνουν την χειρότερη περίοδο των τελευταίων 60 ετών. Το δυστύχημα σε αυτή την τόσο τραγική συγκυρία είναι ότι οι προϋποθέσεις των προηγούμενων επιτυχιών, όταν μπορέσαμε με αποτελεσματικότητα να αντιμετωπίσουμε τον ισχυρότερο εχθρό, δεν υφίστανται σήμερα στην χώρα μας. Η ηγεσία μαςείναι προφανώς απείρως κατώτερη των περιστάσεων. Ελάχιστοι από τους πολιτικούς μας ταγούς διαθέτουν όραμα και προοπτική που θα μπορούσε να εμπνεύσει την ελπίδα και τη θέληση στους πολίτες να συστρατευθούν στην κοινή προσπάθεια, που είναι απαραίτητη για να ξεφύγουμε από την επερχόμενη κατάρρευση. Κι αυτός είναι ο λόγος, που δεν υφίσταται ευρεία συναίνεση για την αντιμετώπιση της οικονομικής καταστροφής.

Όλοι ομιλούν για την μεγάλη κρίση, που διέρχεται η ελληνική οικονομία. Κι όλοι εύχονται να περάσει, ωσάν να ήταν κάποια γρίπη, γρήγορα. Αυτό, που υφιστάμεθα ως κοινωνία δεν είναι κρίση. Και τούτο διότι η λέξη κρίση εμπεριέχει την έννοια του εφήμερου, του προσωρινού. Αυτό όμως δεν ισχύει. Τούτο που ισχύει είναι ότι κατέρρευσε το μοντέλο ζωής, που είχαμε οικοδομήσει με δανεικά τις τελευταίες δεκαετίες. Αυτοί, που πιστεύουν ότι η «κρίση» θα ξεπεραστεί σε κάποιο διάστημα και θα μπορέσουμε να επιστρέψουμε στην γνωστή ευδαιμονία με δανεικά, πλανώνται πλάνην οικτρά. Ακόμα κι αν μπορούμε να δανειζόμαστε σχετικά τα επόμενα χρόνια, αυτό δεν σημαίνει ότι θα υπάρχουν περίσσια για να πέφτουν στην κατανάλωση, για να δίνονται στους αγρότες, που κλείνουν τους δρόμους με τα τρακτέρ, να γίνονται προσλήψεις δημοσίων υπαλλήλων η να αυξάνονται τα λαμόγια κι οι επιτήδειοι προμηθευτές του Δημοσίου. Τα μέτρα που ελήφθησαν θα είναι μόνιμα. Κι η χήνα με τα χρυσά αυγά, που νομίζαμε ότι είναι το κράτος επί 30 χρόνια, ψόψησε. Ο μόνος τρόπος να ξαναγνωρίσουμε ανάπτυξη στον τόπο μας είναι μόνον μέσα από την ενίσχυση του ιδιωτικού τομέα, που δεν θα εξαρτάται από το δημόσιο, και μέσα από την δημιουργία πλούτου. Για να το πετύχουμε αυτό χρειάζεται να επιστρέψουμε στις παραδοσιακές αξίες. Στην αναζήτηση της μόρφωσης, στην δημιουργικότητα, στην εργασία. Όλα αυτά, που έχουμε εγκαταλείψει εδώ και δεκαετίες, με αποτέλεσμα να έχουμε φθάσει στο σημείο να μην παράγουμε το παραμικρό, θα είναι η μοναδική μας διέξοδος στο εγγύς και στο απώτερο μέλλον.

Για να καταστεί όμως εφικτό, πρέπει να αλλάξουμε συνολικά νοοτροπία. Να μην τα περιμένουμε όλα από το κράτος. Να μην θεωρούμε ότι υπάρχουν «κεκτημένα» και βολέματα. Δείτε ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα του διεστραμμένου τρόπου σκέψης, που επικράτησε τα τελευταία 30 χρόνια  Το 1981, η Ελλάδα ήταν αυτάρκης σε παραγωγή τροφίμων. Σήμερα εισάγει το 65% των αναγκών της σε τρόφιμα και γεωργικά προϊόντα. Αυτό είναι απαράδεκτο. Με αυτό τον τρόπο, φτάσαμε στο σημερινό αδιέξοδο. Που δεν είναι μόνο οικονομικό, αλλά κυρίως πολιτικό, θεσμικό, κοινωνικό.

Facebook Comments