Πώς μπορεί να αλλάξει σελίδα η Ελλάδα
Αθήνα και πιστωτές πρέπει να κοιτάξουν προς τη Σλοβακία για να θυμηθούν το πώς κατάφερε να μετατραπεί σε μηχανή οικονομικής ανάπτυξης
Αθήνα και πιστωτές πρέπει να κοιτάξουν προς τη Σλοβακία για να θυμηθούν το πώς κατάφερε να μετατραπεί σε μηχανή οικονομικής ανάπτυξης
Ο πολυκομματικός συνασπισμός του που μαστίζονταν από αντιπαραθέσεις, κληρονόμησε μια χώρα που διολίσθαινε σε στασιμότητα και όλο και περισσότερο αποξενώνονταν από το ευρωπαϊκό κατεστημένο από την αυστηρή πολιτική και τον ρουσφετολογικό καπιταλισμό του Meciar. Όπως και άλλοι κεντροευρωπαίοι μετά την ανατροπή του κομμουνισμού το 1989, οι Σλοβάκοι βρίσκονταν στον επώδυνο δρόμο από τον Μαρξ προς την αγορά.Όμως χάρη στον Meciar, είχαν μείνει πίσω στον αγώνα να εκσυγχρονιστούν και να ενταχθούν στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Έτσι ο Dzurinda έβαλε τα αθλητικά του παπούτσια και μετέτρεψε τη Σλοβακία σε μια μηχανή οικονομικής ανάπτυξης, προσελκύοντας ξένους επενδυτές, ιδιαίτερα τις αυτοκινητοβιομηχανίες, που έκαναν τη χώρα έναν αυτοκινητοβιομηχανικό κόμβο. Η Σλοβακία έφτασε τους ανατολικοευρωπαίους ανταγωνιστές της και εντάχθηκε εγκαίρως στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το 2004. Ο Dzurinda, που έχασε την εξουσία το 2006, είχε την ικανοποίηση να δει τη Σλοβακία να αγγίζει ρυθμό ανάπτυξης 10,7% έναν χρόνο αργότερα. Για τους περισσότερους Σλοβάκους, ο πόνος της μεταρρύθμισης άξιζε.
Ο Έλληνας πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, ο κυβερνητικός συνασπισμός του οποίου υποσχέθηκε στους κουρασμένους ψηφοφόρους έναν δρόμο προς την ευημερία, θα έκανε καλά να εξετάσει την Σλοβακία και τις άλλες πρώην κομμουνιστικές χώρες. Το ίδιο και οι πιστωτές της Αθήνας, με πρώτη τη Γερμανία, που την δεκαετία του 1990 ηγήθηκε της εκστρατείας της ΕΕ για τον εκσυγχρονισμό της Ανατολικής Ευρώπης. Αν και οι προκλήσεις παραμένουν, η εμπειρία αυτή θεωρείται από τις μεγαλύτερες επιτυχίες της ΕΕ.
Το σημαντικότερο μάθημα είναι πως οι χώρες θα δεχθούν να περάσουν τις κακουχίες της μεταρρύθμισης αν έχουν κάποια ισχυρά κίνητρα προκειμένου να αντιμετωπίσουν την αναπόφευκτη αντίδραση. Στην Ανατολική Ευρώπη, οι στόχοι περιελάμβαναν: διαφυγή από την σοβιετική κυριαρχία, την επιθυμία για ελευθερία (στα ταξίδια και στην ψήφο) και, πάνω απ όλα, το όνειρο του βιοτικού επιπέδου της Δυτικής Ευρώπης. Ο δρόμος ήταν ανοικτός και επιθυμητός και οι κυβερνήσεις συνέχισαν να προχωρούν, ακόμα και όταν την χαοτική κατάρρευση του κομμουνισμού ακολούθησαν άλλα σοκ, περιλαμβανομένης της Ρωσικής κρίσης του 1998 και το κραχ του 2009.
Τι σχέση έχουν αυτά με την Ελλάδα; Απόλυτη. Η οικονομία έχει καταρρεύσει κατά περίπου 25% από το 2007, πτώση μεγαλύτερη από αυτήν που σημειώθηκε στην Κεντρική Ευρώπη στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Αν και οι Έλληνες είναι πιο πλούσιοι απ ότι οι περισσότεροι ανατολικοευρωπαίοι ακόμα και σήμερα, δυσανασχετούν για την απώλεια της προ-κρίσης ευημερίας. Η εμπιστοσύνη στα κατεστημένα πολιτικά κόμματα έχει εξαφανιστεί σε σημείο που η χώρα να κυβερνάται από έναν κομμουνιστικό-εθνικιστικό συνασπισμό. Η εμπιστοσύνη στην δημόσια διοίκηση είναι χαμηλή.
Το θεμελιώδες πρόβλημα δεν είναι το πρόγραμμα διάσωσης. Ναι, πρέπει να είναι γενναιόδωρο ακόμα και αν οι δυο προηγούμενες διασώσεις απέτυχαν, και να προσφέρει απομειώσεις χρέους. Ναι, πρέπει να περιλαμβάνει μεταρρυθμίσεις.
Και η Γερμανία, η οποία είχε ιστορικό συμφέρον να βοηθήσει την Ανατολική Ευρώπη, θα πρέπει να δείξει περισσότερη συμπάθεια για την πιο μακρινή Ελλάδα. Όμως ακόμα σημαντικότερο είναι η Ελλάδα και οι πιστωτές της να βρουν έναν τρόπο για να κτίσουν την ελληνική λαϊκή στήριξη για τον οικονομικό εκσυγχρονισμό.
Η εμπειρία της Ανατολικής Ευρώπης δείχνει πως ο ενθουσιασμός εξανεμίζεται γρήγορα μπροστά στις δυσκολίες. Και στην Ελλάδα δεν υπάρχει ενθουσιασμός, μόνο εχθρότητα. Ακόμα και αν ο κ. Τσίπρας με κάποιον τρόπο καταφέρει να περάσει τις μεταρρυθμίσεις από τη βουλή, θα έρθει αντιμέτωπος με τις διαδηλώσεις στους δρόμους. Αν με κάποιον τρόπο τις ξεπεράσει, στην καλύτερη περίπτωση, θα αντιμετωπίσει την κωλυσιεργία από μια δημόσια διοίκηση με περιορισμένο ενδιαφέρον για την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων. Αντιμέτωποι με τους μη προσηλωμένους και διχασμένους πολιτικούς άρχοντες, οι γραφειοκράτες θα αργοπορούν.
Σε αυτές τις συνθήκες, αυτό που έχει πραγματικά σημασία δεν είναι αν η Ελλάδα θα καταλήξει εντός ή εκτός ευρωζώνης, αλλά να διασφαλιστεί η στήριξη του ελληνικού λαού για μεταρρύθμιση. Πώς μπορεί να επιτευχθεί όταν έχει χαθεί τόσος καιρός και τόση εμπιστοσύνη; Δεν υπάρχει εύκολη απάντηση. Όμως η δημιουργία ενός de facto οικονομικού προτεκτοράτου της ΕΕ στην Ελλάδα θα έχει το ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα. Κλέβει από τους Έλληνες την αίσθηση της ευθύνης τους. Τροφοδοτεί τον μύθο ότι η Ελλάδα είναι καταδικασμένη σε ξένη υποτέλεια, είτε υπό τους Τούρκους, τους Ναζί ή τώρα υπό την ευρωζώνη και πίσω από αυτήν, τη Γερμανία.
Πριν από δυο εβδομάδες οι Έλληνες ψήφισαν κατά ενός πακέτου διάσωσης κάπως ηπιότερου από αυτό που προτείνεται τώρα. Λίγοι θέλουν τώρα να στηρίξουν μεταρρυθμίσεις που είναι προσανατολισμένες στην αγορά, πόσω μάλλον να αναλάβουν και προσωπική ευθύνη γι αυτές. Οι πιστωτές πρέπει να είναι πιο ευέλικτοι και να έχουν περισσότερη φαντασία.
Οι Έλληνες εκπατρισμένοι, που συχνά έχουν δεξιότητες που τώρα θα χρειαστεί η χώρα, θα πρέπει να ενθαρρυνθούν να συμμετέχουν στις ομάδες των ειδημόνων που θα βοηθήσουν την Αθήνα. Ένα δείγμα έργου –ένας σωστός αυτοκινητόδρομος από την Αθήνα προς τη Βιέννη ας πούμε- μπορεί να βοηθήσει ώστε να δεθεί περισσότερο η Ελλάδα με τον πυρήνα της ΕΕ, αλλά και να βοηθήσει τους Δυτικούς Βαλκάνιους που αντιμετωπίζουν πρόβλημα.
Τέτοιου είδους καταστάσεις ποτέ δεν είναι ανέλπιδες, όπως έδειξε η ίδια η Γερμανία με την ανάκαμψή της από την καταστροφή και την ντροπή του Β Παγκοσμίου Πολέμου.
Αυτή συνοδεύονταν από μια άνευ προηγουμένου γενναιοδωρία υπό την μορφή του Σχεδίου Μάρσαλ. Επιτεύχθηκε επίσης μέσω της ανάδυσης νέων Γερμανών πολιτικών ηγετών –με την ενθάρρυνση των δυνάμεων κατοχής. Ξεκινώντας ως Δήμαρχοι, οι μελλοντικοί καγκελάριοι Konrad Adenauer και Willy Brandt έκαναν αυτό ακριβώς.
Η Ελλάδα το 2015 βρίσκεται σε μια ασύγκριτα καλύτερη κατάσταση απ ότι η Σλοβακία το 1998, πόσω μάλλον η Γερμανία το 1945. Όμως τα ιστορικά προηγούμενα είναι ξεκάθαρα: οι πραγματικές μεταρρυθμίσεις εξαρτώνται από το αν θα γίνουν «κτήμα» της χώρας…
Facebook Comments