«Συμφωνία κυριών» για τη δωρεάν παραγωγή αντισηπτικών
Τα «χέρια» με την κυβέρνηση για την παραγωγή αντισηπτικών από τις εγκαταστάσεις τους έδωσαν επτά φαρμακευτικές εταιρείες
Τα «χέρια» με την κυβέρνηση για την παραγωγή αντισηπτικών από τις εγκαταστάσεις τους έδωσαν επτά φαρμακευτικές εταιρείες
Τα «χέρια» με την κυβέρνηση για την παραγωγή αντισηπτικών από τις εγκαταστάσεις τους έδωσαν επτά φαρμακευτικές εταιρείες, προσφέροντας εθελοντικά τις υπηρεσίες τους στον… πόλεμο ενάντια στην πανδημία. «Η συμφωνία προβλέπει την αξιοποίηση μιας σημαντικής ποσότητας αιθυλικής αλκοόλης, που βρίσκεται υπό τη διαχείριση των τελωνειακών αρχών, με σκοπό την παραγωγή αντισηπτικών ως δωρεά στο Δημόσιο και όχι για εμπορική χρήση», εξηγεί σε DailyPost.gr και MarketNews.gr ο κ. Βασίλης Κάτσος, επικεφαλής της Pharmathen, μίας εκ των εταιρειών, που συμμετέχουν στην επίμαχη προσπάθεια.
Σύμφωνα με τον ίδιο, η παραγωγή θα ξεκινήσει άμεσα, με τις ποσότητες να μοιράζονται στους «7», αναλόγως τις δυνατότητές τους. «Η συγκεκριμένη κίνηση είναι η πρώτη μιας σειράς πρωτοβουλιών, που προτίθεται να αναλάβει ο κλάδος, οι οποίες θα έχουν ως σκοπό την επάρκεια σε μάσκες, αναπνευστήρες και λοιπά ιατροτεχνολογικά προιόντα», καταλήγει.
Το who is who των εταιρειών
Περί τους 122,6 τόνους αιθυλικής αλκοόλης, που βρίσκονται υπό τη διαχείριση των τελωνειακών αρχών της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ), με αλκοολικό τίτλο από 93,5% έως 96,5% vol., θα διατεθούν για την παραγωγή αντισηπτικών ειδών στις εξής εταιρείες:
ΕΛΠΕΝ: Ήταν 1965 όταν ο Δημήτριος Πενταφράγκας, πτυχιούχος της Φαρμακευτικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, ιδρύει με τη βοήθεια της συζύγου του, Ελένης Πενταφράγκα, την ΕΛΠΕΝ (από τα αρχικά του ονόματός της). Τα πρώτα της προιόντα παρασκευάστηκαν σε έναν χώρο 25 τ.μ., στο κέντρο της Αθήνας, με την εταιρεία να μεταφέρεται μετά από μία πενταετία στο Πικέρμι. Στην επίμαχη έκταση 16.000 τ.μ. στεγάζονται σήμερα δύο παραγωγικές μονάδες, δυναμικότητας μεγαλύτερης των 280.000 συσκευασιών ανά βάρδια. «Μετρά» περισσότερους από 780 εργαζόμενους, εξάγει τα προιόντα της σε πάνω από 41 χώρες, ενώ επενδύει άνω του 8% του κύκλου εργασιών της σε Έρευνα και Ανάπτυξη.
PHARMATHEN: Η ιστορία της ξεκινά το 1969, όταν ο φαρμακοποιός, Νικόλαος Κάτσος, αποφασίζει να ιδρύσει την Pharmathen στο Μαρούσι. Έκτοτε και με τα ηνία της να έχουν περάσει στη δεύτερη γενιά (Βασίλης και Νέλλη Κάτσου) η εταιρεία αναδεικνύεται σε leader στον τομέα των γενόσημων ιδιοσκευασμάτων. Οι εξαγωγές της αντιπροσωπεύουν το 1% των συνολικών εξαγωγών της χώρας, ενώ κατατάσσεται μεταξύ των 50 μεγαλύτερων φαρμακευτικών επιχειρήσεων της ΕΕ, με βάση τις επενδύσεις στην έρευνα. Τον περασμένο Σεπτέμβριο η εταιρεία έθεσε σε λειτουργία μία νέα μονάδα ενέσιμων φαρμάκων βραδείας αποδέσμευσης στις Σάπες Ροδόπης, με την επένδυση να «αγγίζει» τα 10 εκατ. ευρώ. Συνολικά, η Pharmathen διαθέτει δύο υπερσύγχρονες εγκαταστάσεις παραγωγής στην περιοχή, που είναι πιστοποιημένες από τον Αμερικανικό Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων (US FDA) και μία στην Παλλήνη Αττικής.
IASIS Pharmaceuticals HELLAS: Η IASIS «γεννήθηκε» από τη συνένωση δύο διακριτών εταιρειών, με διαφορετικά, αλλά συμπληρωματικά χαρακτηριστικά: της Chemipharma Pachis ΕΠΕ, η οποία ιδρύθηκε το 1996 από το χημικό, Δρ. Κωνσταντίνο Σ. Παχή και της Farmanic ΕΠΕ, μιας παραδοσιακής ελληνικής φαρμακευτικής εταιρείας, που ιδρύθηκε στη δεκαετία του 1960 και που μετεξελίχθηκε στη σύγχρονη φαρμακοβιομηχανία Farmanic ABEE το 1985. Το εργοστάσιο παραγωγής φαρμακευτικών μορφών της IASIS είναι σε λειτουργία από το 1985 έως σήμερα, στην περιοχή του Καματερού Αττικής, ενώ πέρυσι ξεκίνησε η εμπορική παραγωγή στις νέες εγκαταστάσεις, έκτασης, έκτασης 45.000m2 στο Κορωπί. Αξίζει να επισημανθεί πως η εταιρεία κατέχει μερίδιο στο Πρότυπο Κέντρο Έρευνας Εφαρμογών Μαστίχας Χίου. Πρόκειται για μία κοινοπραξία, προκειμένου να αναδειχτεί το εύρος των θεραπευτικών και ευεργετικών δράσεων της μαστίχας Χίου στον ανθρώπινο οργανισμό.
ΡΑΦΑΡΜ: Μπορεί η εταιρεία να ξεκίνησε επισήμως τη λειτουργία της το 1974, η ιδέα της, ωστόσο, υπήρχε στο μυαλό του ιδρυτή της, Νίκου Ρασσιά από την εποχή, που εργαζόταν ως βοηθός φαρμακείου στον Ευαγγελισμό. Σε σύντομο χρόνο καθιερώθηκε στην εγχώρια αγορά, αναπτύχθηκε, διεύρυνε τις δραστηριότητές της, ανέπτυξε διεθνείς συνεργασίες και δημιούργησε τις δικές της εγκαταστάσεις παραγωγής. Τρία υπερσύγχρονα κτίρια, συνολικής έκτασης 12.000 τετραγωνικών μέτρων, στεγάζουν τη μονάδα της RAFARM, που σε ετήσια βάση παράγει 400 εκατομμύρια ταμπλέτες, 10 εκατομμύρια ενέσιμα φιαλίδια, 10 εκατομμύρια αμπούλες και 10 εκατομμύρια οφθαλμικά προιόντα.
HELP: Σχεδόν μία 50ετία «μετρά» η HELP του Ευάγγελου Ζέκκα, με τα προιόντα της να διατίθενται – εκτός της Ελλάδας – και σε άλλες 35 χώρες. Τα κεντρικά της γραφεία βρίσκονται στη Μεταμόρφωση, ενώ η παραγωγή λαμβάνει χώρα στο εργοστάσιο στην Πεδινή Ιωαννίνων, καλύπτοντας μία περιοχή 8.500 m2. Αποτελείται από πέντε μονάδες, με τις κύριες τοποθεσίες παρασκευής να αφορούν σε αποστειρωμένα ή μη προϊόντα και στη συσκευασία αυτών.
LAVIPHARM: Από το 1911, οπότε και ιδρύθηκε από τον Ιωάννη Λαβίδα, έως και το 2020, που βρέθηκε στο επίκεντρο εξαιτίας της υπόθεσης insider trading, με εμπλοκή του Τηλέμαχου Λαβίδα, η εταιρεία έχεις πολλές ημερομηνίες – σταθμούς στην ιστορία της. Το 1977, για παράδειγμα, συνεργάζεται με τη L’ Oreal, αποτελώντας την πρώτη εταιρεία, που προωθεί καλλυντικά προϊόντα σε φαρμακεία στην Ελλάδα ή το 2014, οπότε και τέθηκε σε λειτουργία το E – Shop υγείας και ομορφιάς www.pharmaplus.gr, που υλοποιήθηκε με την επιστημονική συμβουλή του Εργαστηρίου Ηλεκτρονικού Επιχειρείν ELTRUN του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΟΠΑ). Το εργοστάσιο της εταιρείας καλύπτει έκταση 8.000 τ.μ., με το μεγαλύτερος μέρος να είναι αφιερωμένο στην παραγωγή διαδερμικών και επιδερμικών συστημάτων.
UNI-PHARMA: Παίρνοντας τα ηνία από τον πατέρα τους, Κλέωνα Τσέτη, που το 1959 εγκατέλειψε την Άρτα, για να δημιουργήσει το πρώτο εργοστάσιο φαρμάκου στην Ελλάδα, οι αδερφές Ιουλία και Ειρήνη Τσέτη ηγούνται σήμερα ενός Ομίλου με ναυαρχίδα την UNI-PHARMA. Τα εργοστάσια παραγωγής έχουν συνολική επιφάνεια 14.000 m2, εκ των οποίων τα 12.400 m2 είναι χώροι παραγωγής και συσκευασίας, ενώ ένας ανεξάρτητος αποθηκευτικός χώρος 11.000 m2 φιλοξενεί τα τελικά προϊόντα της εταιρείας, από όπου διατίθενται στην αγορά.
Facebook Comments