Στις χώρες στις οποίες θα δουν τη μεγαλύτερη και την πιο απότομη αύξηση της ανεργίας λόγω κορωνοϊού τοποθετεί η Oxford Economics την Ελλάδα, επισημαίνοντας πως θα δυσκολευτεί επίσης περισσότερο να ανακάμψει από αυτό το “χτύπημα” το κορωνοϊού μακροπρόθεσμα.

Τα περιοριστικά μέτρα στα οποία προχώρησαν αναγκαστικά οι κυβερνήσεις για την αντιμετώπιση της πανδημίας, έχουν ήδη τεράστιο αντίκτυπο στην αγορά εργασίας της ευρωζώνης, όπως επισημαίνει η Oxford Economics. Προς το παρόν, όπως τονίζει, τα σχέδια βραχυπρόθεσμης στήριξης των εργαζομένων (επιδότηση, άδειες ειδικού σκοπού κτλ) που εφαρμόστηκαν κρύβουν την πραγματική επίδραση της κρίσης στο ποσοστό ανεργίας. Όπως υπολογίζει, το “σκιώδες” ποσοστό ανεργίας, το οποίο περιλαμβάνει τους εργαζομένους σε αυτά τα συστήματα, θα μπορούσε να φτάσει το 30% περίπου, ή τους 50 εκατομμύρια ανθρώπους.

Τα πλαίσια για προγράμματα μερικής δραστηριότητας είναι άνισα μεταξύ των χωρών και είναι πιθανό να έχουν διαφορετική επιτυχία στη διατήρηση των θέσεων εργασίας βραχυπρόθεσμα. Τα γερμανικά και τα γαλλικά συστήματα φαίνονται πιο κατάλληλα για τη διατήρηση της απασχόλησης.

Αυτό είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό όπως επισημαίνει η Oxford Economics, καθώς οι χώρες του Νότου της Ευρώπης, οι οποίες και πιθανότατα έχουν πληγεί περισσότερο από την κρίση του κορονοϊού, έχουν πιο ευάλωτες αγορές εργασίας και είναι πιθανό να δυσκολευτούν έντονα να ανακάμψουν μακροπρόθεσμα.

Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τους υπολογισμούς της Oxford Economics για το πόσο ευάλωτες είναι οι αγορές εργασίας των χωρών της Ευρώπης, η Ελλάδα, η Ισπανία και η Ιταλία έχουν τις πιο εκτεθειμένες στην κρίση, και άρα πιο ευάλωτες, αγορές εργασίας. Αυτό σημαίνει ότι θα βιώσουν μια απότομη εκτόξευση της ανεργίας βραχυπρόθεσμα, και μόνιμα υψηλότερη ανεργία μακροπρόθεσμα.

Πιο αναλυτικά, όπως εξηγεί η Oxford Economics, για να εκτιμηθεί ο μακροπρόθεσμος αντίκτυπος της κρίσης και να εντοπιστούν ποιες αγορές εργασίας είναι οι πιο εκτεθειμένες, πρέπει να εξεταστεί ένα ευρύτερο φάσμα παραγόντων, πέρα από τις άμεσες επιπτώσεις των διαφορετικών συστημάτων των χωρών και της διαφορετικής αυστηρότητας των lockdowns που εφαρμόστηκαν.

Για να γίνει αυτό, η Oxford Economics δημιούργησε έναν “πίνακα βαθμολογίας” που καλύπτει τους βασικούς καθοριστικούς παράγοντες της “ευαισθησίας” της αγοράς εργασίας.

Οι παράγοντες που είναι σημαντικοί για τον προσδιορισμό της έκτασης του σοκ στην αγορά εργασίας σε κάθε χώρα είναι οι εξής:

• Η “υγεία” της αγοράς εργασίας πριν από την κρίση:  το ποσοστό ανεργίας στα τέλη του 2019 και οι ελλείψεις στην αγορά εργασίας πέρυσι (με βασικό “δείκτη” τον μεταποιητικό τομέα λόγω διαθεσιμότητας δεδομένων).

• Το ποσοστό απασχόλησης σε τομείς που πλήττονται περισσότερο από την κρίση (τουρισμός, λιανικό εμπόριο και μεταφορές).

• Η δομή της απασχόλησης: το ποσοστό των εργαζομένων με προσωρινές συμβάσεις και το μερίδιο των μικρών επιχειρήσεων, οι οποίες τείνουν να έχουν μικρότερα ταμειακά διαθέσιμα και αγωνίζονται να αποκτήσουν πρόσβαση σε πίστωση, και

• Η βαθμολογία αποτελεσματικότητας της αγοράς εργασίας της Παγκόσμιας Τράπεζας, η οποία καλύπτει παράγοντες όπως η συνεργασία στις σχέσεις εργοδοτών-εργαζομένων και η ευελιξία του καθορισμού των μισθών, και ένα μέτρο του ΟΟΣΑ για τις δεξιότητες των ενηλίκων στην αγορά εργασίας.

Με βάση όλους αυτούς τους παράγοντες, η Ελλάδα εμφανίζεται ως η πιο ευάλωτη, όπως επισημαίνει η Oxford Economics. Η Ισπανία είναι δεύτερη, με το ιδιαίτερα υψηλό ποσοστό εργαζομένων με προσωρινές συμβάσεις να προκαλεί ανησυχία, ενώ η Ιταλία φαίνεται επίσης εκτεθειμένη. Αντίθετα, στην καλύτερη θέση βρίσκονται η Γερμανία και η Ολλανδία.

Κούρταλη Ελευθερία

Facebook Comments