Το χρονικό διάστημα έως την επενδυτική βαθμίδα ολοένα και μειώνεται κάτι που θα οδηγήσει τους επενδυτές να παίξουν και το «στοίχημα» του investment grade εκτός από το άμεσο, αυτό του recovery, ενισχύοντας το Χ.Α αλλά και τα ελληνικά ομόλογα και οδηγώντας σε αναβαθμίσεις των εκτιμήσεων για την ελληνική οικονομία αλλά και την εταιρική κερδοφορία.

Αν και το οικονομικό επιτελείο θέτει ως στόχο την επίτευξη της επενδυτικής βαθμίδας έως το πρώτο εξάμηνο του 2023, διεθνείς οίκοι σπεύδουν να εκτιμήσουν πως αυτό το ορόσημο είναι πολύ πιθανόν να έρθει νωρίτερα.

Η Citigroup εκτιμά πως πλέον το investment grade είναι απόλυτα εφικτό εντός του 2022. Σε ό,τι αφορά έναν άλλο στόχο που έθεσε το ΥΠΟΙΚ, τη “λήψη των απαραίτητων πρωτοβουλιών για τη διατήρηση της συμπερίληψής τους στην ομάδα των επιλέξιμων περιουσιακών στοιχείων –από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα” έτσι ώστε να διασφαλιστεί το υφιστάμενο καθεστώς των ελληνικών κρατικών χρεογράφων, κατά την αμερικανική τράπεζα δεν υπάρχει καμία ανησυχία καθώς όταν αναμένεται να τερματιστεί το PEPP η Ελλάδα, λόγω investment grade, θα μπορεί να συμμετέχει και στο “κλασσικό” QE.

Η Deutsche Bank μάλιστα προβλέπει ότι το Ταμείο Ανάκαμψης αναμένεται να αντικαταστήσει τα οφέλη του προγράμματος PEPP της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, όταν αυτό λήξει.

Το Ταμείο Ανάκαμψης και το PEPP αποτέλεσαν συμπληρωματικές πολιτικές το 2020, ωστόσο καθώς τα κεφάλαια της Ε.Ε αρχίζουν να ρέουν, οι αναπτυξιακές προσδοκίες στις χώρες με υψηλό χρέος θα ενισχυθούν και το Ταμείο θα αρχίσει να αποτελεί  υποκατάστατο του PEPP, κατά τη γερμανική τράπεζα. Η μετάβαση όμως από το ένα «εργαλείο» στο άλλο δεν θα είναι ομαλή (τα οφέλη του Ταμείου θα αργήσουν να φανούν στα χαρτιά») και έτσι η ΕΚΤ αναγκαστικά θα χτίσει μία μετά-PEPP νομισματική γέφυρα. Αυτή η γέφυρα μπορεί να έχει τη μορφή ταχύτερων αγορών υπό το «κλασσικό» QE, πιο ευνοϊκούς όρους για τα δάνεια TLTRO καθώς και πιο ισχυρά μηνύματα για την μελλοντική πολιτική της ΕΚΤ. Επίσης, η ΕΚΤ ενδέχεται να ενεργοποιήσει έναν νέο ειδικό φάκελο που θα μοιάζει στο PEPP μέχρι η οικονομία επιστρέψει στα προ-Covid επίπεδα.

Αναλυτές σημειώνουν το Ταμείο Ανάκαμψης και οι αναβαθμίσεις από τους οίκους οι οποίες θα συνεχιστούν το επόμενο διάστημα, σε συνδυασμό με την μεταρρυθμιστική πολιτική της ελληνικής κυβέρνησης η οποία συνεχίζει να διατηρεί ιδιαίτερα υψηλά ποσοστά στις δημοσκοπήσεις, αποτελούν σημαντικούς καταλύτες για τα ελληνικά assets. Μάλιστα η Morgan Stanley προέβλεψε ότι η Ελλάδα θα δει αύξηση ύψους 12% στο ΑΕΠ της έως το 2026 χάρη στο Ταμείο, ενώ η S&P εκτιμά ότι μπορεί να ξεπεράσει και το 18%.

Παράγοντες της αγοράς εκτιμούν είναι πολύ πιθανή η επιστροφή και των υπόλοιπων ελληνικών τραπεζικών μετοχών στους βασικούς δείκτες της MSCI (MSCI Greece Standard) από τους οποίους αφαιρέθηκαν εν μέσω της πανδημίας, μετά την Eurobank η οποία επέστρεψε την περασμένη εβδομάδα, κάτι που θα προσφέρει περαιτέρω σημαντική στήριξη στον Γενικό Δείκτη, ενώ δεν αποκλείουν μία ακόμη πολύ θετική εξέλιξη για το Χ.Α που δεν είναι άλλη από την αναβάθμισή του στην κατηγορία των “αναπτυγμένων αγορών” από τις “αναδυόμενες αγορές” , στις οποίες είχε υποβαθμιστεί το 2013 από την MSCI και το 2016 από την FTSE.

Όπως σημείωσε η Wood σε νέα της έκθεση,  το θετικό story του Χ.Α το οποίο διακόπηκε απότομα από το ξέσπασμα της πανδημίας το 2020, επιστρέφει, ενώ βλέπει σημαντικές επενδυτικές ευκαιρίες στις ελληνικές μετοχές. Όπως πρόσθεσε, η Ελλάδα οδεύει σε έναν ενάρετο κύκλο αναβαθμίσεων από τους οίκους αξιολόγησης και αύξησης των προβλέψεων για το ΑΕΠ και τα εταιρικά κέρδη. Αν και μέρος των θετικών ειδήσεων αντικατοπτρίζεται ήδη στις τιμές των μετοχών ωστόσο η Wood παραμένει θετική καθώς διάφοροι παράγοντες στηρίζουν το αισιόδοξο αφήγημα, όπως το γεγονός ότι η μακροοικονομική ανάκαμψη θα μπορούσε να εκπλήξει θετικά λόγω της έντονης αύξησης του τουρισμού μετά την πανδημία, ότι η Ελλάδα είναι ένας από τους μεγαλύτερους δικαιούχους του Ταμείου Ανάκαμψης, ότι το πολιτικό τοπίο είναι σταθερό με μία φιλική προς τις επιχειρήσεις κυβέρνηση, η οποία δίνει έμφαση στη μείωση των φόρων και ότι η πλήρης εκκαθάριση του τραπεζικού συστήματος από τα κόκκινα δάνεια είναι κοντά.

Η Fitch προβλέπει μάλιστα πως αν και είναι δύσκολη δεν είναι ωστόσο ανέφικτη η επίτευξη της επενδυτικής βαθμίδας σε διάστημα 1-2 ετών, εάν και εφόσον διατηρηθεί η πολιτική σταθερότητα – κάτι που σημαίνει ότι θα συνεχιστεί η ταχεία εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων, να υπάρξει βελτίωση του θεσμικού περιβάλλοντος και πρόοδος στο πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων.

Από την πλευρά της η S&P, η οποία και πρόσφατα αναβάθμισε τη χώρας μας δύο σκαλοπάτια κάτω από την επενδυτική βαθμίδα, δίνει μια στις τρεις πιθανότητα για νέα αναβάθμιση της Ελλάδας, τους επόμενους 12-18 μήνες. Όλα, όπως τόνισε, εξαρτώνται από τα αν θα συνεχιστεί η προσπάθεια για οικονομικές μεταρρυθμίσεις, αν θα μειωθεί ο δείκτης χρέους προς ΑΕΠ και αν θα επιτευχθεί ένα πιο ευνοϊκό προφίλ χρέους, με μείωση τόσο του εξωτερικού όσο και του κυβερνητικού χρέους.

Άλλωστε, όπως τόνισε πρόσφατα και η DZ Bank, η Ελλάδα αποτελεί απόδειξη ότι παρά την πανδημία  οι αναβαθμίσεις από τους οίκους δεν σταματούν καθώς η ελληνική οικονομία και τα δημόσια οικονομικά θα ανακάμψουν γρήγορα από την πανδημία χάρη στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις της ελληνικής κυβέρνησης οι οποίες τώρα αποφέρουν καρπούς, καθώς και στα οφέλη του Ταμείου Ανάκαμψης και κυρίως τις αγορές ελληνικών ομολόγων στις οποίες προχωρά η ΕΚΤ  μέσω του PEPP.

Facebook Comments