Κάθε τόπος για να πάει μπροστά πρέπει να έχει μια καλή κυβέρνηση. Με ανίκανη και προβληματική ηγεσία, ακόμα και η μεγαλύτερη ευκαιρία μπορεί να μετατραπεί σε παγίδα ή και καταστροφή. Αλλά και καλή κυβέρνηση να υπάρχει, μια προβληματική αντιπολίτευση είναι ικανή να μειώσει την κυβερνητική αποτελεσματικότητα στο μισό. Ακόμα κι όταν η μεν κυβέρνηση είναι πανίσχυρη, η δε αντιπολίτευση ανίσχυρη. Έτσι είναι το σύστημα μας και ορθώς είναι έτσι. Δεν υπάρχει μόνο ένας παίκτης, υπάρχουν πάντα παραπάνω.

Θέλω να πω ότι ανεξαρτήτως του πραγματικού συσχετισμού πολιτικών δυνάμεων, η αντιπολίτευση μπορεί πάντα να κάνει την ζημιά, όπως ο παρτιζάνος μπορεί να πλήξει έναν κατά πολύ ανώτερο του στρατό κάνοντας τον να πονέσει. Το πρόβλημα είναι ότι συνήθως στην Ελλάδα, οι αντιπολιτεύσεις πλήττουν τις κυβερνήσεις κάνοντας ζημιά όχι απ’ ευθείας στις ίδιες αλλά δια της τεθλασμένης. Κατασκευάζουν κοινωνική ζημιά και μετά την φορτώνουν σ’ αυτόν που έχει την εξουσία.

Το εμβολιαστικό πρόγραμμα της χώρας συνολικά, αλλά ειδικά τα κίνητρα και οι διευκολύνσεις που συζητούμε τις τελευταίες μέρες, είναι ίσως το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα υπονομευτικής δράσης της αντιπολίτευσης που τελικά φορτώνεται η κυβέρνηση. Ο Τσίπρας ευθύς εξ αρχής είχε θεωρήσει την πανδημία ως την μεγάλη του ευκαιρία να επανέλθει στην εξουσία, Μεταφέροντας μηχανιστικά τις συνθήκες της οικονομικής κρίσης στην κρίση του κορονοϊού, θεώρησε ότι θα γίνει το ίδιο πράγμα. Λάθος θεώρηση.

Ευθύς εξ αρχής χλεύασε κάθε προετοιμασία για τον μελλοντικό εμβολιασμό. Εμπόριο ανύπαρκτης ελπίδας, το είχε ονομάσει. Έπεσε έξω. Μετά θεώρησε τον σχεδιασμό λάθος, πιστεύοντας ότι ήταν όνειρο θερινής νύχτας οι 25.000 εμβολιασμοί την ημέρα. Γίνονται 100.000. Μετά υποστήριξε κάθε συμπεριφορά ανυπακοής στα μέτρα προφύλαξης με γελοία προσχήματα για την δήθεν ελευθερία της νεολαίας, φλερτάροντας φανερά με την μετάδοση του ιού και την διαιώνιση της πανδημίας.

Μετά αρνήθηκε να πατάξει φανερά σκοταδιστικές αντιλήψεις μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ, δίνοντας την εντύπωση ότι οι εμβολιαστές και οι αντιεμβολιαστές μπορούν μια χαρά να συνυπάρχουν μέσα στο δεύτερο μεγαλύτερο κόμμα της χώρας. Άρα και οι δυο απόψεις είναι λογικότατες και νομιμότατες, ο πολίτης ας διαλέξει ό,τι του αρέσει. Το ισχυρό και πάνδημο μήνυμα υπέρ του εμβολιασμού κονιορτοποιήθηκε με ευθύνη του.

Μετά υπονόμευσε συστηματικά την καμπάνια για τα μέτρα προστασίας και για το εμβολιαστικό πρόγραμμα, χαρακτηρίζοντας το πρόγραμμα εξαγοράς των μέσων ενημέρωσης. Κατά την γνώμη του δεν χρειαζόταν καμιά καμπάνια ενημέρωσης για τον πληθυσμό. Όταν όμως άρχισαν να διαφαίνονται προβλήματα στους αριθμούς αυτών που είχαν την δυνατότητα να εμβολιαστούν και δεν το έκαναν, ο ΣΥΡΙΖΑ το χρέωνε στην κυβέρνηση, διότι στάθηκε ανίκανη να τους πείσει να κλείσουν ραντεβού.

Το ίδιο βιολί συνεχίζει και σήμερα. Καταγγέλλει το κίνητρο των 150 ευρώ ως εξαγορά των νέων, ενώ συνεχίζει να τους στέλνει συγκεχυμένα μηνύματα για το αν πρέπει να εμβολιαστούν και παραλλήλως καταγγέλλει την κυβέρνηση που οι νέοι δεν πάνε στα εμβολιαστικά κέντρα. Το ίδιο κάνει και με τις διευκολύνσεις. Καταγγέλλει διαχωρισμό πολιτών και διχαστικές κυβερνητικές λογικές, αλλά καταγγέλλει και το γεγονός ότι η κυβέρνηση απέτυχε να πείσει τους αντιεμβολιαστές. Αν τώρα όλο αυτό είναι δείγμα σοβαρής αντιπολίτευσης και σοβαρής στάσης μεγάλου κόμματος μπροστά σε μια θανατηφόρα πανδημία, μένει να το εκτιμήσει ο κόσμος. Η ζημιά πάντως γίνεται. Και είναι μεγάλη.

Facebook Comments