Χρειαζόμαστε, στην πραγματικότητα, μία νέα παγκόσμια σύμβαση, ένα πιο έξυπνο Σύμφωνο Σταθερότητας που να λαμβάνει υπόψη την πορεία της οικονομίας συνολικά, τόνισε μεταξύ άλλων ο πρώην αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και υπουργός Οικονομικών, Ευάγγελος Βενιζέλος κατά τη συζήτηση «οι δύο όψεις των πραγμάτων στη διεθνή και την ευρωπαϊκή οικονομία: η θέση της Ελλάδας», που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του συνεδρίου «από την κρίση στην κανονικότητα ή η κρίση ως κανονικότητα;».

«Το διεθνές οικονομικό τοπίο, επηρεάζεται πάρα πολύ έντονα από πολιτικούς παράγοντες. Δηλαδή, η γεωπολιτική διάσταση υφέρπει, η νέα Αμερικανική πολιτική, το μέτωπο Δύσης-Κίνας το οποίο προβάλλει ως βασική προτεραιότητα ο Πρόεδρος Biden, η διεκδίκηση με πιεστικό τρόπο μίας εμπορικής συμφωνίας άλλου τύπου μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και Κίνας, αυτά όλα συνδέονται με τις εφοδιαστικές αλυσίδες, με την κρίση των τιμών στην ενέργεια, συνδέονται με τον κίνδυνο του πληθωρισμού, με τον κίνδυνο ανόδου των επιτοκίων», ανέφερε ο κ. Βενιζέλος και πρόσθεσε.

«Δεν νοείται να δίνουν ίδια επιτόκια, ίδιες αποδόσεις σε όλες τις χώρες της Ευρωζώνης. Αυτό οδήγησε στην κατάρρευση του πρώτου Προγράμματος και, βέβαια, έβαλε και άλλες χώρες στο μνημόνιο. Έχουμε και αυτό το μεγάλο φαινόμενο του νέου τύπου λογιστικού χρήματος που γεννούν οι Κεντρικές Τράπεζες, το οποίο πρέπει να διευθετηθεί με κάποιον τρόπο. Χρειαζόμαστε, στην πραγματικότητα, μία νέα παγκόσμια σύμβαση, ένα είδος Bretton Woods είχα πει άλλη φορά, που θα αφορά αυτό το μπαλόνι που έχει δημιουργηθεί από τις μεγάλες νομισματικές χρηματοδοτήσεις που έχει δώσει η FED, πρώτη και καλύτερη πάντα, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η Τράπεζα της Αγγλίας, οι πάντες. «Χρειαζόμαστε ένα πιο έξυπνο Σύμφωνο Σταθερότητας που να λαμβάνει υπόψη την πορεία της οικονομίας συνολικά», σημείωσε με έμφαση.

«Υπάρχει επίσης ένα πρόβλημα Δημοκρατίας, ένα πρόβλημα πολιτικής, ένα πρόβλημα κοινωνίας» συνέχισε ο κ. Βενιζέλος και πρόσθεσε.

«Όταν υπονομεύεις την Ευρωπαϊκή ιδέα, ας το πούμε, τη νομιμοποίηση της Ευρώπης, όταν δημιουργείς αντιδράσεις στην κοινωνία, ηττάται η Δημοκρατία και ανέρχονται οι αντι-ευρωπαϊκές και οι αντι-συστημικές δυνάμεις. Γιατί να το τροφοδοτείς αυτό, επειδή έχεις ένα φόβο ιστορικό πληθωρισμού, ας το πούμε έτσι;

Αλλά, βλέπετε ότι ήδη οι φιλογερμανικές χώρες έχουν βγει στη γύρα, αρχίζουν να λένε, τι γίνεται με τη δημοσιονομική πειθαρχία. Η λεγόμενη γενική ρήτρα διαφυγής από το Σύμφωνο Σταθερότητας, που ισχύει εδώ και δύο χρόνια λόγω πανδημίας και η απελευθέρωση των κρατικών ενισχύσεων, που επίσης ισχύει λόγω πανδημίας, είναι δύο εργαλεία που θα πάψουν να υπάρχουν. Από εκεί και πέρα, για εμάς το στοίχημα είναι να μείνουμε στην ποσοτική χαλάρωση την κανονική. Αρα, χρειαζόμαστε επενδυτική βαθμίδα, χρειαζόμαστε και ένα βάθος αγοράς ομολόγων και χρειαζόμαστε και τα εργαλεία που πρέπει να χρησιμοποιήσουν οι επιχειρήσεις για το δανεισμό τους, πολύ συχνά με ομολογιακά δάνεια, αλλά και οι τράπεζες για τις δικές τους εκδόσεις ομολόγων, που πρέπει να κάνουν για τους δικούς τους εποπτικούς ή άλλους σκοπούς.

«Όταν βάζουμε πολλές παραμέτρους και κάνουμε το σχήμα πολύπλοκο, γινόμαστε κουραστικοί και δυσάρεστοι. Επικρατεί η πιο απλή και ευχάριστη αφήγηση. Νομίζω ότι το μήνυμα που πρέπει να στείλουμε τώρα είναι -όπως είπαμε όλοι, νομίζω- ότι το πράγμα είναι πιο πολύπλοκο από ό,τι φαίνεται διά γυμνού οφθαλμού, από ό,τι παρουσιάζεται συνήθως, και πρέπει να έχουμε υπόψη μας όλοι ότι το σύστημα εξισώσεων είναι απαιτητικό», κατέληξε ο κ. Βενιζέλος.

Ευ. Μυτιληναίος: Η ανισορροπία προσφοράς και ζήτησης δημιουργεί πληθωρισμό που ενισχύεται από την ενεργειακή κρίση

«Το θετικό momentum το οποίο δημιουργήθηκε μετά την πανδημία, δεν ξέρω αν έχει τελειώσει, φαίνεται πως η κοινωνία έχει εξοικειωθεί, απειλείται από τις δυσκολίες της παραγωγής να ανταποκριθεί στη ζήτηση από τα ενεργειακά κοστολόγια, και τον πληθωρισμό, ο οποίος είναι αποτέλεσμα των δυο προηγουμένων», είπε μεταξύ άλλων ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της MYTILINEOS, Ευάγγελος Μυτιληναίος και πρόσθεσε.

«Τι συνέβη και φτάσαμε σε αυτό το σημείο; Πρώτον ότι οι κεντρικές τράπεζες για να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες της πανδημίας τύπωσαν πολύ χρήμα το οποίο δεν έχει σχέση με την παραγωγικότητα της οικονομίας. Το δεύτερο είναι πως όταν ο κόσμος αισθάνθηκε πως η πανδημία άρχισε να υποχωρεί αποφάσισε να ξοδέψει και να ξοδέψει πολύ γρήγορα. Αυτό δημιούργησε μια μεγάλη αύξηση στη ζήτηση αγαθών και υπηρεσιών.

Η αγορά δεν μπόρεσε να ανταποκριθεί για πολλούς λόγους. Πολλά εργοστάσια δεν ξανάνοιξαν. Πολλές επενδύσεις προγραμματισμένες δεν έγιναν. Πολλά πλοία υπό παραγγελία δεν κατασκευάσθηκαν. Η ανισορροπία προσφοράς και ζήτησης υπέρ της ζήτησης ακολουθείται από τον πληθωρισμό, ο οποίος εδώ που έχουμε φθάσει, ενισχύεται από το ενεργειακό πρόβλημα».

Μιλώντας για το ενεργειακό πρόβλημα είπε πως η Ευρωπαϊκή Ένωση κινείται χωρίς κανένα σχέδιο και φτιάχνουμε αιολικά φωτοβολταϊκά πιστεύοντας πως το πρόβλημα θα λυθεί. «Ξεχνάμε την «στοχαστικότητα» που έχουν αυτά τα συστήματα που λειτουργούν μόνο όταν έχει αέρα και ήλιο. Αυτό όμως η κοινωνία δεν μπορεί να το ανεχθεί. Για να λυθεί το πρόβλημα θέλει χρόνο. Προχωρήσαμε πολύ μπροστά και αφήσαμε πίσω τις επενδύσεις σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο. Πετρέλαιο υπάρχει άφθονο, φυσικό αέριο έχει μόνο η Ρωσία», είπε ο κ. Μυτιληναίος.

Β. Ψάλτης: Να αφουγκραστούμε τις εξωστρεφείς και καινοτόμες ομάδες συμπολιτών μας

«Η μακροχρόνια ύφεση έχει αφήσει βαριά κληρονομιά. Πολλές επιχειρήσεις έκλεισαν, πολλές θα κλείσουν και όλο αυτό, έχει προκαλέσει ζημιά στο τραπεζικό σύστημα το οποίο πρέπει να κάνει την αυτοκριτική του για το γεγονός ότι την πρώτη δεκαετία που είμασταν στο ευρώ, με την ανοχή του βοήθησε στο να υπάρξει μια επίπλαστη ευημερία. Από την άλλη πλευρά δεν μπορούμε να μην σεβόμαστε τα αυστηρά πλέον πιστωτικά κριτήρια γιατί θα ήταν σα να μην σεβόμαστε τους αποταμιευτές μας. Το τραπεζικό σύστημα είναι από τους πιο βαριά εποπτευόμενους κλάδους σε ευρωπαϊκό επίπεδο», υποστήριξε ο διευθύνων σύμβουλος, Αlpha Bank, Βασίλης Ψάλτης.

«Μετά από μια δεκαετία διαρκούς προσπάθειας επιβίωσης είναι ξεκάθαρο πως η προοπτική αλλάζει. Είναι σημαντικό για το τραπεζικό σύστημα να μπορέσουμε να αναστρέψουμε το κλίμα χαμηλής αποδοχής από την κοινωνία για το οποίο ευθύνεται ο υπερδανεισμός πριν από την κρίση αλλά και ο υποδανεισμός κατά τη διάρκεια της κρίσης αλλά και μια αντίληψη που επικρατεί σύμφωνα με την οποία οι τράπεζες χρεώνουν στην πραγματικότητα ένα δημόσιο αγαθό», συνέχισε ο κ. Ψάλτης και κατέληξε. «Πρέπει να αναδείξουμε τη σημασία που έχει ο διαμεσολαβητικός ρόλος μας μεταξύ των επενδυτών και των αποταμιευτών. Επιπλέον να αξιολογούμε όχι μόνο τις δομικές αλλαγές στην κοινωνία, έτσι όπως εκφράστηκαν από την κρίση αλλά και να αφουγκραστούμε τις πιο δυναμικές ομάδες των συμπολιτών μας που αναδείχθηκαν μέσα από την κρίση με εξωστρέφεια με καινοτόμες ιδέες και είναι διατεθειμένες να προχωρήσουν μπροστά».

Την συζήτηση συντόνισε ο δημοσιογράφος, Κώστας Καλλίτσης.

Κυριάκος Θεοδωρακάκος

Facebook Comments