H βόρεια γειτονιά της Ελλάδας, τα Βαλκάνια, έχουν χαρακτηριστεί στο παρελθόν ως η πυριτιδαποθήκη της Ευρώπης. Μια μακρά ιστορία συρράξεων και εθνικών ανταγωνισμών δικαιολογεί σε έναν ικανό βαθμό το χαρακτηρισμό αυτό.

Τα τελευταία χρόνια αυτό έχει αλλάξει. Αρκετά από τα κράτη των Βαλκανίων ανήκουν στη μεγάλη οικογένεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πλην σχεδόν όλων των δυτικών. Δηλαδή της Αλβανίας, της Βόρειας Μακεδονίας, της Σερβίας, της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης, του Μαυροβουνίου και του Κοσόβου. Για το ότι δεν έχουν ακόμα ακολουθήσει τους γείτονές τους, όπως ενδεικτικά η Βουλγαρία και η Κροατία, στην Ευρωπαϊκή Ένωση, υπάρχουν αρκετοί και μεταξύ τους διαφορετικοί λόγοι, στους οποίους λόγω περιορισμών στον χρόνο δε θα αναφερθώ.

Είναι προφανές ότι για κάθε φιλελεύθερο η ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, που πιστεύει στην ελεύθερη κίνηση ανθρώπων, αγαθών, υπηρεσιών, κεφαλαίων και τον απαρέγκλιτο σεβασμό στα ανθρώπινα δικαιώματα και το κράτος δικαίου, είναι μια συνταγή επιτυχίας για κάθε νεοεισαχθείσα χώρα, που οδηγεί στην οικονομική άνθηση και τη μεγιστοποίηση των ελευθεριών των πολιτών της.

Άλλωστε, αυτές οι προσδοκίες, ιδιαίτερα της οικονομικής ανάπτυξης, είναι που κινητοποιούν αυτές τις χώρες στην προσπάθεια ένταξης στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Καθώς, όμως, η πολυπόθητη ένταξη αργεί, βλέπουμε να προσπαθούν να διεισδύσουν και να αυξήσουν την επιρροή τους, οικονομική και πολιτική, αυταρχικές χώρες με μικρό σεβασμό στα ανθρώπινα δικαιώματα και ελευθερίες, όπως η Ρωσία, η Κίνα και η Τουρκία. Αυτές οι προσπάθειες δεν είναι απίθανο να απομακρύνουν σιγά-σιγά τους γείτονές μας όχι μόνο από την προοπτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά και ίσως της δημοκρατίας δυτικών προδιαγραφών, που δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή σε Ρωσία, Κίνα και Τουρκία. Δε χρειάζεται να αναλυθεί πόσο αρνητική θα είναι μία τέτοια εξέλιξη και τι κινδύνους θα μπορούσε να επιφέρει στην Ελλάδα.

Είναι καθήκον της Ευρωπαϊκής Ένωσης μέσω ενός πλέγματος οικονομικών, πολιτικών και πολιτιστικών σχέσεων και κινήτρων να κρατήσει τις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων προσηλωμένες στην προοπτική της ένταξης. Πρέπει, επίσης, χώρες-μέλη της που εμποδίζουν τις διαδικασίες ένταξης λόγω διαφωνιών, όπως η Βουλγαρία εμποδίζει σήμερα τη Βόρεια Μακεδονία, να κάνουν ένα βήμα πίσω και να καταλήξουν σε συναινετικές λύσεις, ώστε να μπορούν να προχωρήσουν οι διαδικασίες ένταξης.

Βλέποντας, όμως, σήμερα χώρες όπως η Ουγγαρία και η Πολωνία να περιφρονούν ανοιχτά το πρωτείο της ευρωπαϊκής νομοθεσίας, να υπονομεύουν το κράτος δικαίου, να περιφρονούν τα δικαιώματα των γυναικών και των ΛΟΑΤΚΙ πολιτών και, ταυτόχρονα με όλα αυτά, να λαμβάνουν χωρίς ουσιαστικό πρόβλημα ευρωπαϊκά κονδύλια, είναι εξοργιστικό. Αποδεικνύει ότι οι σημερινοί ευρωπαϊκοί κανόνες είναι αδύναμοι μπροστά τους.

Είναι μια σημαντική εκκρεμότητα, που είναι επείγουσα ανάγκη να λυθεί πριν προστεθούν νέα κράτη-μέλη. Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι μια μεγάλη οικογένεια, που χωράει στην αγκαλιά της κάθε χώρα που επιθυμεί να αναπτυχθεί οικονομικά μέσω των ανοικτών αγορών, σεβόμενη απόλυτα τις ανθρώπινες ελευθερίες και δικαιώματα, κάνοντας καλύτερη τη ζωή των πολιτών της. Όμως, κάθε οικογένεια έχει και τους κανόνες της, οι οποίοι οφείλουν να είναι σεβαστοί από όλα τα μέλη, χωρίς καμία εξαίρεση.

Κλείνοντας, είναι προς το απόλυτο συμφέρον της Ελλάδας να ενταχθούν σταδιακά στην Ευρωπαϊκή Ένωση τα δυτικοβαλκανικά κράτη. Μέχρι τότε όμως, είναι ζωτικής σημασίας να έχουν αλλάξει και ενισχυθεί οι ευρωπαϊκοί κανόνες, ώστε να μην υπάρχει καμία πιθανότητα να είναι τα αυριανά κράτη-μέλη των Δυτικών Βαλκανίων πιθανοί συνεχιστές της σημερινής Ουγγαρίας και Πολωνίας, κρατών δηλαδή που είναι μόνο κατ’ όνομα κι όχι στην πράξη, ευρωπαϊκά.

 

(το παραπάνω άρθρο αποτελεί, ελαφρώς τροποποιημένη, την ομιλία που εκφωνήθηκε στη 2η Συνδιάσκεψη Φιλελεύθερης Νεολαίας στις 27/11/2021, στο πλαίσιο της θεματικής ενότητας Ελλάδα και Νοτιοανατολική Ευρώπη. Λόγω του περιορισμένου διαθέσιμου χρόνου της ομιλίας, δεν αναλύονται σε βάθος πτυχές του θέματος.)

Facebook Comments