Ράλι της τάξης του 64% με 112% αναμένει η Axia για τις μετοχές των ελληνικών τραπεζικών μετοχών με βάση τις νέες τιμές στόχους, ενώ διατηρεί σε όλες τη σύσταση buy.

Σύμφωνα με την Axia η ανάπτυξη του δανεισμού για το σύνολο του κλάδου αναμένεται να είναι πολύ υψηλότερη από αυτήν που εκτιμάται σήμερα, χάρη, μεταξύ άλλων, στην υψηλή ανάπτυξη του ελληνικού ΑΕΠ αλλά και της πιθανής επιστροφής των θεραπευμένων δανείων από τους servicers προς τις τράπεζες.

Πιο αναλυτικά, όπως σημειώνει η Axia, σύμφωνα με τις επίσημες προβλέψεις, η Ελλάδα πρόκειται να επωφεληθεί από έτη βιώσιμης οικονομικής ανάπτυξης και συνεπώς η αγορά αναμένει αύξηση δανεισμού 6-7 δισ. ευρώ ετησίως (περίπου 5%). Ωστόσο, με βάση την ανάλυση της Axia, αυτή η ανάπτυξη θα μπορούσε να ενισχυθεί από δύο παράγοντες:

(α) την αναμενόμενη επιστροφή της Ελλάδας στον ιστορικό μέσο όρο σε όρους δανείων/ΑΕΠ και (β) την πολλαπλασιαστική επίδραση στην αύξηση των δανείων σε περιόδους αύξησης του ΑΕΠ πάνω από τον μέσο όρο.

Κατά την άποψη της Axia, αυτοί οι παράγοντες, οι αλλιώς “X factors” όπως τους αποκαλεί, θα μπορούσαν να ενισχύσουν την καθαρή επέκταση του δανεισμού με σύνθετο ρυθμό ετήσιας ανάπτυξης (CAGR)  περίπου 10% έως το 2024, που είναι διπλάσιο από τις τρέχουσες εκτιμήσεις.

Επιπλέον, η ανάπτυξη θα μπορούσε να ενισχυθεί περαιτέρω μέσω και ενός τρίτου Χ factor, της πιθανής “επανένταξης” των θεραπευμένων δανείων που θα επιστρέψουν από τους NPE servicers, μία διαδικασία η οποία βέβαια δεν είναι ακόμη τόσο κοντά στο να συμβεί.

Οι επικαιροποιημένες προβλέψεις του οίκου παραμένουν στη συντηρητική πλευρά και δεν ενσωματώνουν την παραπάνω εκτιμώμενη επέκταση δανεισμού και τους παράγοντες -έκπληξη που προαναφέρονται.

Σε αυτό το πλαίσιο, η Axia επιβεβαιώνει τις αξιολογήσεις buy και για τις τέσσερις συστημικές τράπεζες και εκτιμά ότι θα υπάρξουν πληρωμές μερισμάτων από τρεις (Eurobank, Εθνική και Alpha Bank με βάση με βάση τη χρήση του 2022 και μετά).

Όπως επισημαίνει, όλες οι μετοχές των ελληνικών τραπεζών έχουν σημαντικά περιθώρια ανόδου, με την Εθνική Τράπεζα να εμφανίζει περιθώριο της τάξης του +112% από τα τρέχοντας επίπεδα και με βάση την τιμή-στόχο των 6,00 ευρώ (“ανεβασμένη” από τα 4,30 ευρώ πριν), την Alpha Bank να έχει περιθώριο ανόδου της τάξης του 71% με τιμή στόχο το 1,80 ευρώ από  1,65 ευρώ πριν, την Eurobank με περιθώριο ανόδου 67% και τιμή στόχο το 1,50 ευρώ από 1,20 ευρώ πριν και την Τράπεζα Πειραιώς με περιθώριο ανόδου 64% με βάση την τιμή στόχο των 2,15 ευρώ η οποία παραμένει αμετάβλητη.

H Axia αυξάνει τον ορίζοντα των προβλέψεών της στο 2024 και όπως επισημαίνει ενσωματώνει την περίοδο που αναμένει ότι η Ελλάδα θα φτάσει σε επενδυτική βαθμίδα (δηλαδή το 2023). Οι προβλέψεις της δεν λαμβάνουν υπόψη τους παράγοντες που αναλύθηκαν παραπάνω, καθώς οι συντηρητικές υποθέσεις της οδηγούν ήδη σε σημαντικά ανοδικά περιθώρια για τις μετοχές τους.

Ελκυστικές αποτιμήσεις σε όλα τις ελληνικές τράπεζες
Κατά τον οίκο, η Εθνική Τράπεζα προσφέρει τα υψηλότερα περιθώρια ανόδου καθώς επωφελείται από την εκκαθάριση του ισολογισμού της, διατηρώντας παράλληλα υψηλούς δείκτες κεφαλαίου.

Τα σημαντικά πλεονάζοντα κεφάλαια, σε συνδυασμό με την ισχυρή οργανική παραγωγή κεφαλαίου, της επιτρέπει να έχει πρόσθετη ευελιξία για διανομή κεφαλαίων, επενδύσεις οργανικά ή μέσω συγχωνεύσεων και εξαγορών και ενδεχομένως να είναι επιθετικός αγοραστής θεραπευμένων/αναδιαρθρωμένων δανείων καθώς αυτά επιστρέφουν από τους servicers.

Κατατάσσει επίσης και την Eurobank υψηλά λόγω της ορατότητας της μελλοντικής της κερδοφορίας, δεδομένης της έγκαιρης παράδοσης του σχεδίου μετασχηματισμού της έναντι των υπόλοιπων τραπεζών, του διαφοροποιημένου επιχειρηματικού της προφίλ και μιας “συναρπαστικής αποτίμησης”, όπως την χαρακτηρίζει.

Η Alpha Bank προχωρά προς το τέλος του πλάνου derisking και αναμένεται να φτάσει σε μονοψήφιο δείκτη NPE στις αρχές του 2022, που είναι και το διάστημα κατά το οποίο  ο όμιλος θα μπορεί να ξεκινήσει την οργανική ανάπτυξη κεφαλαίων.

Για την Τράπεζα Πειραιώς προβλέπει άλλη μια χρονιά επικεντρωμένη στην υλοποίηση του επιχειρηματικού της σχεδίου με την πιο επιθετική μείωση NPEs σε σχέση με όλες τις άλλες συστημικές τράπεζες. Ομοίως με τις άλλες τράπεζες, μόλις αλλάξει η σελίδα για τις ενέργειες derisking και κεφαλαίου, η Πειραιώς αναμένεται να επιστρέψει στην κανονική πορεία δράσης.

Όπως επισημαίνει η Axia, είναι σημαντικό το ότι ενσωματώνει στα μοντέλα υπολογισμούς της τα πρώτα μερίσματα από τις ελληνικές τράπεζες μετά την κρίση, αναμένοντας την Eurobank και την Εθνική να διανείμουν μέρισμα από την χρήση του 2022 και την Alpha Bank από τη χρήση του 2023. Αυτό αποτελεί απόδειξη της θεμελιώδους βελτίωσης που έχει επιτύχει το ελληνικό τραπεζικό σύστημα τα τελευταία δύο χρόνια.

Το multiplier effect
Όπως τονίζει η Axia, οι τρέχουσες προσδοκίες της αγοράς για αύξηση του δανεισμού κατά 5% ετησίως είναι συντηρητικές. Με βάση τα επιχειρηματικά σχέδια των τραπεζών και τις εκτιμήσεις της αγοράς, αναμένεται επέκταση δανεισμού 20 δισ. ευρώ για το 2022-2024.

Πρόκειται για σύνθετο ρυθμό ετήσιας ανάπτυξης (CAGR) περίπου 5%, που αποτελεί ήδη σημαντική βελτίωση για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα. Ωστόσο, η ανάλυση της Axia δείχνει είναι ότι οι προοπτικές των τραπεζών σε αυτό το μέτωπο υποτιμώνται.

Όπως αναφέρει, το ελληνικό τραπεζικό σύστημα διαθέτει σήμερα χαμηλό δείκτη δανείων προς ΑΕΠ στο 77%, το οποίο μετατρέπεται σε 60% για τα εξυπηρετούμενα δάνεια.

Εάν χρησιμοποιηθούν οι καθαρές δανειακές επεκτάσεις από τα στρατηγικά σχέδια των τραπεζών και οι προβλέψεις για το ΑΕΠ, το ποσοστό θα παραμείνει κάτω από το 80%., έναντι ενός ιστορικού μέσου όρου περίπου 90%, που θα μεταφραζόταν σε δάνεια κατά 26 δισ. ευρώ υψηλότερα (+17%) το 2024. Η Axia αναμένει ότι το χάσμα θα αρχίσει να κλείνει στο μέλλον.

Η ανάλυσή της δείχνει επίσης ότι σε περιόδους σταθερών οικονομικών επιδόσεων στην Ελλάδα (δηλαδή ετήσια αύξηση ΑΕΠ >5% σε τρία χρόνια) -όπως αυτές που προβλέπονται για το 2022-20266 χάρη στο Ταμείο Ανάκαμψης, οι ρυθμοί αύξησης των δανειακών χαρτοφυλακίων είναι τουλάχιστον διπλάσιοι σε σχέση με αυτού του ΑΕΠ. Πιο αναλυτικά, ο εταιρικός δανεισμός, ο καταναλωτικός δανεισμός και τα στεγαστικά δάνεια αυξάνονται κατά 2,0 φορές, 2,6 φορές και 3,7 φορές σε σχέση με το ΑΕΠ, αντίστοιχα.

Εάν λοιπόν η Ελλάδα επιβεβαιώσει την αναμενόμενη αύξηση του ΑΕΠ της τάξης του 4%-5% ετησίως, προβλέπεται ότι η ετήσια αύξηση (GAGR) του καθαρού δανεισμού 5% (6 δισ.-7 δισ. ευρώ ετησίως) είναι πολύ συντηρητική καθώς ο πολλαπλασιαστής είναι μόνο 1x φορές, δηλαδή ανάλογη αύξηση με αυτήν του ΑΕΠ.

Κατά την άποψή της, αυτό πιθανώς οφείλεται στην προσπάθεια των τραπεζών να διαχειριστούν τις προσδοκίες και τονίζει πως αυτό προϋποθέτει δείκτες δανείων/ΑΕΠ σταθερούς στα τρέχοντα επίπεδα, χωρίς το πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα της ισχυρής αύξησης του ΑΕΠ. Έτσι, η πραγματική αύξηση του δανεισμού θα μπορούσε να διπλασιαστεί σε περίπου 10% σε μέσο όρο ετησίως

Επιπλέον, παρά την εκτίμησή της για πίεση των περιθωρίων κατά 50 μονάδες βάσης μεταξύ του 2020-2024, η νέα παραγωγή δανείων αποδίδει πολύ κερδοφόρες αποδόσεις ιδίων κεφαλαίων ROE περίπου 20%. κατά μέσο όρο.

Ως εκ τούτου, μια σταδιακή αύξηση 26 δισ. ευρώ στο χαρτοφυλάκιο δανείων των τραπεζών το 2024 (πάνω από τα 20 δισ. ευρώ που είναι η τρέχουσα πρόβλεψη της αγοράς) θα μεταφραστεί σε πρόσθετα κέρδη 0,4 δισ. ευρώ και θα ενίσχυε τα κέρδη του τραπεζικού συστήματος κατά 35%.

Τέλος, όπως αναφέρει η Axia, η “επανένταξη” των θεραπευμένων δανείων από τους servicers θα μπορούσε να αποτελέσει το… κερασάκι στην τούρτα. Ήδη εξετάζονται τρόποι για την “επανένταξη” των αναδιαρθρωμένων/θεραπευμένων δανείων που διαχειρίζονται οι servicers στην Ελλάδα. Ο όγκος των δανείων που διαχειρίζονται οι servicers σήμερα είναι περίπου 100 δισ. ευρώ.

Η Axia εκτιμά ότι περίπου 40-50 δισ. ευρώ θα μπορούσαν να γίνουν εξυπηρετούμενα δάνεια και να επιστρέψουν στο τραπεζικό σύστημα τα επόμενα χρόνια. Με βάση τις εκτιμήσεις της, αυτό θα απαιτούσε περίπου 3 δισ. ευρώ πρόσθετο κεφάλαιο CET1 (ευνοώντας τράπεζες με πλεονάζοντα κεφάλαια), αλλά θα προσθέσει 300 μονάδες βάσης στο RoTE του συστήματος.

Οι κίνδυνοι
Όσον αφορά στους κινδύνους, η Axia συνεχίζει να πιστεύει ότι οι κύριες πηγές παραμένουν εκτός του τραπεζικού συστήματος.

Ως εκ τούτου, υπογραμμίζει, του εξής: 1) τους παρατεταμένους περιορισμούς λόγω COVID-19 που λειτουργούν ως αντίθετος άνεμος για τη μακροοικονομική ανάπτυξη,

2) τις αρνητικές επιπτώσεις μιας ενδεχόμενης οικονομικής επιβράδυνσης στην ποιότητα του ενεργητικού των τραπεζών (δηλαδή υψηλότερες από τις αναμενόμενες εισροές NPE),

3) τις υψηλότερες από τις εκτιμώμενες τιμές ενέργειας και του πληθωρισμού που μειώνουν το διαθέσιμο εισόδημα των πελατών των τραπεζών,

4) την επιβράδυνση ή αντιστροφή των τάσεων στις τιμές των ακινήτων,

5) ένα αυστηρότερο ρυθμιστικό περιβάλλον,

6) τις γεωπολιτικές εξελίξεις,

7) τις καθυστερήσεις και τα εμπόδια κατά την κατανομή των επιχορηγήσεων και των δανείων του Ταμείου Ανάκαμψης, και

8) τη χαμηλότερη από την αναμενόμενη αύξηση του ΑΕΠ.

Κούρταλη Ελευθερία

Facebook Comments