Σε νέα έκθεσή του ο οίκος αξιολόγησής εξετάζει μερικά από τα μεγάλα θέματα της οικονομίας και των αγορών το νέο έτος, με την ενεργειακή κρίση και την εκτόξευση του πληθωρισμού να αποτελούν τον μεγαλύτερο “πονοκέφαλο” για τις κυβερνήσεις, τους καταναλωτές και τις κεντρικές τράπεζες. Σε ό,τι αφορά την Ενέργεια, ο οίκος αναφέρει πως οι ασταθείς και σε επίπεδα ρεκόρ τιμές του φυσικού αερίου, του άνθρακα και της ενέργειας έχουν διαφορετικές επιπτώσεις, και εκτιμά πως θα παραμείνουν ισχυρές το 2022, με πιθανά “επεισόδια” εκτόξευσης, αλλά θα περιοριστούν έως το τέλος του έτους. Σε ό,τι αφορά τον πληθωρισμό, η S&P επισημαίνει πως ο ισχυρότερος και πιο επίμονος πληθωρισμός θα επιβαρύνει σίγουρα τις οικονομίες, με το μεγαλύτερο βάρος να στρέφεται πλέον στις κινήσεις των κεντρικών τραπεζών.

Πώς διαμορφώνεται το τοπίο της Ενέργειας το 2022
Οι παραγωγοί υδρογονανθράκων θα δημιουργήσουν πλεόνασμα μετρητών. Οι αποφάσεις χρηματοοικονομικής πολιτικής σχετικά με τις κεφαλαιουχικές δαπάνες, τη μείωση του χρέους και τις αποδόσεις των μετόχων αποτελούν πλέον σημαντικούς παράγοντες αξιολόγησης.

Το ρυθμιστικό περιβάλλον και οι επενδυτικές στρατηγικές αντιστάθμισης του κινδύνου (hedging) μπορεί να υποστηρίξουν τις αξιολογήσεις των επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας και των εταιρειών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Οι προβλέψιμες ρυθμίσεις για τα δίκτυα, οι μακροπρόθεσμες συμβάσεις παραγωγής και η αντιστάθμιση κινδύνου παρέχουν ένα μαξιλάρι για πολλές επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας, καθώς μπορούν να αποτελέσουν ασπίδα έναντι της αστάθειας των τιμών στην spot αγορά, όπως επισημαίνει η S&P.

Σε κάθε περίπτωση, οι βιομηχανίες που εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τη χρήση φυσικού αερίου και ενέργειας, είναι αντιμέτωπες με δύσκολες αποφάσεις. Οι τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας και οι ελλείψεις φυσικού αερίου οδήγησαν σε ορισμένες διακοπές λειτουργίας το 2021 για τους παραγωγούς λιπασμάτων και άλλους. Η εξασφάλιση της προσφοράς για το 2022 μπορεί να σημαίνει δέσμευση σε πολύ υψηλότερες τιμές, γεγονός που θα μείωνε τα περιθώρια κέρδους.

Πώς θα κινηθούν οι τιμές και γιατί
Οι τιμές του πετρελαίου θα μειωθούν κάπως το 2022, όπως εκτιμά η S&P. Σύμφωνα με το βασικό σενάριο του οίκου, το αργό πετρέλαιο Brent θα κινηθεί κατά μέσο όρο στα 65 δολάρια το βαρέλι και το ευρωπαϊκό αέριο, με βάση το ολλανδικό TTF, θα μειωθεί σχεδόν στο μισό αλλά θα παραμείνει υψηλότερο από τα ιστορικά δεδομένα, στα 12 δολάρια ανά εκατομμύριο BTU. Βέβαια, όπως επισημαίνει, οι περιορισμοί της προσφοράς θα μπορούσαν να ωθήσουν αυτές τις τιμές υψηλότερα.

Οι τιμές ηλεκτρικής ενέργειας πιθανότατα θα σταθεροποιηθούν σε υψηλότερο επίπεδο, ενώ η αυξημένη μεταβλητότητα θα γίνει “κανόνας” στην αγορά καθώς επιταχύνεται η ενεργειακή μετάβαση, λόγω της ταχύτερης απόσυρσης της χρήσης ορυκτών καυσίμων και της πιο απρόβλεπτης αύξησης της δυναμικότητας ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, παράλληλα με τη μεγαλύτερη εξάρτηση από τις καιρικές συνθήκες.

Πάντως, όπως τονίζει ο οίκος, ενώ η τρέχουσα ενεργειακή κρίση μπορεί να λειτουργήσει ως αφύπνιση για τις αγορές και την πολιτική, ο καθορισμός του ρόλου του φυσικού αερίου σε μια οικονομία χωρίς άνθρακα παραμένει πολύπλοκος.

Τι μπορεί να πάει “στραβά”
Η πολιτική παρέμβαση θα μπορούσε να αποτρέψει τις επενδύσεις, σημειώνει η S&P. Όπως έχουμε ήδη δει σε όλη την Ευρώπη, οι κυβερνήσεις μπορεί να επιδιώξουν να διαχειριστούν τον κοινωνικό αντίκτυπο των υψηλών τιμών μέσω δημοσιονομικών μεταρρυθμίσεων ή προσαρμογών της αγοράς. Αυτή η αβεβαιότητα σχετικά με το ρυθμιστικό πλαίσιο και τις αγορές ενέργειας είναι συνήθως αρνητική για την πιστωτική ποιότητα των συμμετεχόντων, αλλά θα μπορούσε επίσης να θέσει σε κίνδυνο τις επενδυτικές αποφάσεις σε μια εποχή που οι πολιτικές στοχεύουν στην επιτάχυνση της ενεργειακής μετάβασης.

Η πειθαρχία των παραγωγών ενέργειας θα μπορούσε επίσης να “σπάσει”. Μια αύξηση της προσφοράς θα μπορούσε να προκαλέσει αναταραχή στις αγορές, ενώ μία απότομη αύξηση των επενδύσεων θα μπορούσε να αναστρέψει τις βελτιώσεις των ισολογισμών που έγιναν από το 2020.

Τέλος, όπως αναφέρει ο οίκος, η αστάθεια των τιμών φέρνει εκτοξεύσεις, βουτιές και αβεβαιότητα. Όταν συμβαίνουν απροσδόκητες αλλαγές τιμών στις αγορές εμπορευμάτων, οι παραγωγοί ενέργειας μπορούν να τις αντιμετωπίσουν, αλλά μόνο εάν οι επενδύσεις και οι διανομές των μετόχων εξακολουθούν να καλύπτονται ή μπορούν να προσαρμοστούν όταν ο κύκλος “γυρίσει”. Για τις βιομηχανίες που εξαρτώνται από τη χρήση ενέργειας, ο πληθωρισμός κόστους μπορεί να είναι το τίμημα της μεγαλύτερης ενεργειακής ασφάλειας.

Πληθωρισμός: Είναι πραγματικά παροδικό φαινόμενο;
Σε ό,τι αφορά το δεύτερο μεγάλο θέμα για το 2022, τον πληθωρισμό, η S&P σημειώνει πως έχει παραμείνει ισχυρότερος για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα από ό,τι αναμενόταν και το ερώτημα τώρα είναι τώρα εάν οι μεγάλες κεντρικές τράπεζες μπορούν να αφήσουν τις πιέσεις στις τιμές να περάσουν μέσα από την οικονομία χωρίς επιθετική σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής.

Πώς διαμορφώνεται το τοπίο του πληθωρισμού το 2022
Ο ισχυρότερος και πιο επίμονος πληθωρισμός θα επιβαρύνει τις οικονομίες. Οι μετρήσεις για τον ονομαστικό πληθωρισμό ήταν υψηλότερες από ό,τι ανέμεναν οι οικονομολόγοι το 2021. Οι εταιρείες σε πολλούς τομείς βασίζονται στην ικανότητά τους να μεταφέρουν το κόστος σε πελάτες και καταναλωτές. Στις ΗΠΑ, το άλμα κατά 6,2% στον πληθωρισμό του Οκτωβρίου 2021 σε ετήσια βάση, ήταν η πιο απότομη αύξηση από το Νοέμβριο του 1990 —και ο πληθωρισμός άρχισε να επιταχύνεται ξανά σε μηνιαία βάση, αυξάνοντας κατά 0,9%. Ομοίως, οι τιμές καταναλωτή στην ευρωζώνη αυξήθηκαν κατά 4,1% σε ετήσια βάση —το υψηλότερο επίπεδο από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση.

Όπως τονίζει η S&P, η πορεία του πληθωρισμού θα καθορίσει την τροχιά των απαντήσεων των κεντρικών τραπεζών. Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής της Fed και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας έχουν μέχρι στιγμής διατηρήσει μια προσέγγιση αναμονής, καθώς οι μακροπρόθεσμες προσδοκίες για τον πληθωρισμό παραμένουν αμετάβλητες. Η Fed ανακοίνωσε σχέδια για tapering και ο Τζερόμ Πάουελ δήλωσε ότι το βασικό επιτόκιό της θα παραμείνει κοντά στο μηδέν μέχρι τα τέλη του 2022, δεδομένης της χαλάρωσης στην αγορά εργασίας των ΗΠΑ. Όμως τα πρόσφατα στοιχεία και τα σχόλια της Fed υποδηλώνουν πλέον ότι οι παραπάνω κινήσεις θα επιταχυνθούν. Η Πρόεδρος της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ, επίσης, απέρριψε τις εκκλήσεις για πιο σφιχτή νομισματική πολιτική, λέγοντας ότι αν γίνει τώρα για να περιοριστεί ο πληθωρισμός, θα μπορούσε να πνίξει την ανάκαμψη της περιοχής. Η ΕΚΤ απέχει πάντως, αρκετά χρόνια από την αύξηση επιτοκίων, κατά την άποψη της S&P. 

Πώς θα κινηθεί ο πληθωρισμός
Η S&P πιστεύει ότι οι πληθωριστικές πιέσεις θα μειωθούν τελικά, αλλά οι κίνδυνοι μιας άτακτης εξόδου από την COVID αυξάνονται. Αν και υπάρχει ένα όριο για το χρονικό διάστημα που ο πληθωρισμός μπορεί να θεωρηθεί παροδικός, στο βασικό της σενάριο εξακολουθεί να αναμένει ήπιες κινήσεις του πληθωρισμού στις μεγάλες οικονομίες, συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ και της ευρωζώνης.

Κατά τον οίκο, η απότομη επιστροφή της καταναλωτικής ζήτησης από τα χαμηλά επίπεδα της πανδημίας —μαζί με τις διαταραχές της προσφοράς που τελικά θα αμβλυνθούν— οδηγούν σε υψηλό δείκτη τιμών καταναλωτή. Πιο πρόσφατα, οι τιμές της ενέργειας έχουν γίνει επίσης η κύρια κινητήρια δύναμη του πληθωρισμού. Συνεπώς, ο πληθωρισμός μπορεί να σταθεροποιηθεί σε υψηλότερο επίπεδο από τα χαμηλά επίπεδα που επικράτησαν τις τελευταίες δεκαετίες, αλλά οι διαρθρωτικοί παράγοντες που οδήγησαν σε δεκαετίες χαμηλού πληθωρισμού στις ανεπτυγμένες αγορές —συμπεριλαμβανομένων των δημογραφικών τάσεων, της τεχνολογικής καινοτομίας και της συμπεριφοράς των καταναλωτών—δεν άλλαξαν πολύ. Τα αποτελέσματα της μαζικής δημοσιονομικής τόνωσης της εποχής του COVID είναι, κατά την άποψη της S&P, το σημείο “κλειδί”.

Ο πληθωρισμός μπορεί επίσης να “αυτοδιορθωθεί”, αν και αυτό μπορεί να πάρει χρόνο. Με τον δείκτη τιμών καταναλωτή να ξεπερνά τις μισθολογικές αυξήσεις στις ΗΠΑ και την Ευρώπη, οι πραγματικοί μισθοί μειώνονται. Η επακόλουθη μείωση στην αγοραστική δύναμη των καταναλωτών πιθανότατα θα επιβαρύνει τη ζήτηση – ειδικά όταν οι ιστορικά υψηλές αποταμιεύσεις, ενισχυμένες από τη δημοσιονομική πολιτική που σχετίζεται με την πανδημία, αρχίσουν να επανέρχονται σε κανονικά επίπεδα. Αυτό πιθανότατα θα περιόριζε την ικανότητα των εταιρειών να “περάσουν” το κόστος και να κρατήσουν υπό έλεγχο τις αυξήσεις των τιμών.

Τι μπορεί να πάει “στραβά”
Ο κύριος κίνδυνος είναι ότι οι κεντρικές τράπεζες μπορεί  να περιμένουν πολύ καιρό για να “σφίξουν” την πολιτική τους, ο πληθωρισμός συνεχίζει να αυξάνεται και αναγκάζονται να πατήσουν φρένο τη νομισματική πολιτική, θέτοντας σε κίνδυνο την οικονομική ανάκαμψη. Ένα τέτοιο λάθος πολιτικής θα μπορούσε να δημιουργήσει σημαντική αστάθεια στην αγορά και να θέσει τέλος στις ευνοϊκές πιστωτικές συνθήκες στις περισσότερες μεγάλες οικονομίες.

Οι επενδυτές θα μπορούσαν να απαιτήσουν σημαντικά υψηλότερες αποδόσεις για τους κινδύνους που αναλαμβάνουν λόγω των φόβων για επίμονα υψηλά επίπεδα πληθωρισμού και των κλιμακούμενων πιστωτικών ανησυχιών. Αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε ανατιμολόγηση των χρηματοοικονομικών και πραγματικών assets, υψηλότερο κόστος εξυπηρέτησης του χρέους και αυστηρότερους όρους χρηματοδότησης. Πολλές εταιρείες—ειδικά αυτές που έχουν χαμηλή αξιολόγηση –  αξιολόγησης—θα αναγκαστούν να πληρώσουν ακριβά για να δανειστούν ή θα αποκλειστούν εντελώς από τις πιστωτικές αγορές.

Κούρταλη Ελευθερία

Facebook Comments