Η πτώση της παραγωγικότητας των συντελεστών κεφαλαίου και εργασίας, το 2020, οφείλεται στην πτώση της οικονομικής δραστηριότητας και στις διαταραχές που προκλήθηκε στις εφοδιαστικές αλυσίδες εξαιτίας της πανδημίας, οι οποίες οδήγησαν σε λιγότερο αποτελεσματική αναδιανομή των πόρων, σύμφωνα με το Εβδομαδιαίο Δελτίο Οικονομικών Εξελίξεων της Alpha Bank.

Από την άλλη πλευρά, η ταχύτερη αυτοματοποίηση και ψηφιοποίηση που πραγματοποιήθηκε κατά την τελευταία διετία, αναμένεται τα επόμενα έτη να οδηγήσουν σε σημαντική βελτίωση της παραγωγικότητας.

Παρατίθενται παρακάτω τα βασικά συμπεράσματα που προκύπτουν από την ανάλυση των διαθέσιμων στοιχείων για την πορεία της παραγωγικότητας, κατά τη διάρκεια της πανδημίας στη χώρα μας, τη σημασία των επενδύσεων που αναμένεται να υλοποιηθούν στο πλαίσιο του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας “Ελλάδα 2.0”, για την ενίσχυση της παραγωγικότητας, αλλά και τις προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την εξέλιξή της, την επόμενη διετία. Τα ανωτέρω συνοψίζονται ως εξής:

– Η πτώση της παραγωγικότητας της εργασίας ανά απασχολούμενο κατά τη διάρκεια του 2020, ήταν αποτέλεσμα της μεγαλύτερης μείωσης του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ), σε σύγκριση με τη συγκρατημένη πτώση της απασχόλησης. Το 2021, ωστόσο, εκτιμάται ότι η παραγωγικότητα της εργασίας σημείωσε άνοδο, ανακτώντας σημαντικό μέρος των απωλειών του προηγούμενου έτους, ως αποτέλεσμα της ισχυρής ανάκαμψης της οικονομικής δραστηριότητας και της ήπιας ανόδου της απασχόλησης.

– Τη διετία 2022-2023, σύμφωνα με τις φθινοπωρινές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (European Economic Forecast, Autumn 2021), η οικονομική μεγέθυνση θα στηριχτεί, πρωτίστως, στην άνοδο της παραγωγικότητας (productivity driven growth) και, δευτερευόντως, στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας (Γράφημα 1).

Alpha Bank: Την επόμενη διετία στην Ελλάδα αναμένεται άνοδος της συνολικής παραγωγικότητας
– Άνοδο αναμένεται να σημειώσει, την επόμενη διετία, και η συνολική παραγωγικότητα, με τη συμβολή του κεφαλαίου να είναι ελαφρώς υψηλότερη από τη συμβολή της εργασίας (Γράφημα 3α). Η αύξηση αυτή συνδέεται με την αναμενόμενη άνοδο των επενδύσεων (κατά 13,4% το 2022 και 8,2% το 2023 σε ετήσια βάση), στο πλαίσιο της υλοποίησης του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και της απορρόφησης των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και των ιδιωτικών επενδύσεων που αναμένεται να κινητοποιηθούν.

– Ιδιαίτερη σημασία για την Ελλάδα έχει η εξέλιξη της παραγωγικότητας των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων (ΜμΕ), η ενίσχυση της οποίας είναι ένας από τους βασικούς στόχους του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, καθώς κατέχουν μερίδιο 83% επί της συνολικής απασχόλησης και 56,7% επί της Ακαθάριστης Προστιθέμενης Αξίας (ΑΠΑ) της χώρας (στοιχεία 2020, European Commission, 2021 SME country fact sheet’s background document-Greece).

Πιο αναλυτικά, η παραγωγικότητα της εργασίας υπολογίζεται ως το πραγματικό ΑΕΠ προς τον αριθμό των απασχολουμένων, ή, εναλλακτικά, προς το σύνολο των ωρών που εργάστηκαν οι απασχολούμενοι, για ένα δεδομένο χρονικό διάστημα (παραγωγικότητα ανά απασχολούμενο, ή ανά ώρα εργασίας). Ως εκ τούτου, ο ρυθμός οικονομικής μεγέθυνσης μπορεί να εκφραστεί -μεταξύ άλλων- ως το άθροισμα των μεταβολών της απασχόλησης και της παραγωγικότητας της εργασίας (Γράφημα 1). Όπως παρατηρείται στο γράφημα, η παραγωγικότητα της εργασίας ανά απασχολούμενο μειωνόταν, κατά το μεγαλύτερο διάστημα της προηγούμενης δεκαετίας (με εξαίρεση τα έτη 2015, 2017 και 2019), καθώς, κατά τη διάρκεια της οικονομικής ύφεσης, η επενδυτική δαπάνη υποχώρησε αισθητά, το ποσοστό των αποσβέσεων ήταν υψηλότερο από το σχηματισμό παγίου κεφαλαίου και το απόθεμα του παραγωγικού κεφαλαίου της χώρας εξασθένισε. Ως αποτέλεσμα, ο παραγωγικός συντελεστής της εργασίας αλληλεπιδρούσε στην παραγωγική διαδικασία με χαμηλότερης ποιότητας κεφάλαιο, αφού αυτό δεν είχε ανανεωθεί επαρκώς και δεν είχε ενσωματώσει πλήρως τη νέα τεχνολογία και τις καινοτομίες της τελευταίας δεκαετίας.

Το 2019, ωστόσο, παράλληλα με την άνοδο της οικονομικής δραστηριότητας και της απασχόλησης στην Ελλάδα, η συνεισφορά της παραγωγικότητας της εργασίας ανά απασχολούμενο στη μεταβολή του ΑΕΠ ήταν θετική. Την ανοδική αυτή πορεία ανέκοψε η πανδημία, εξαιτίας της πτώσης της οικονομικής δραστηριότητας αλλά και των μέτρων που ελήφθησαν για την αντιμετώπιση των αρνητικών επιπτώσεών της, τα οποία αφορούσαν στην αναστολή της λειτουργίας συγκεκριμένων κλάδων της οικονομίας και στην υιοθέτηση ευέλικτων μορφών εργασίας (εργασία με μειωμένες ώρες με καταβολή συμπληρωματικών αποδοχών από το κράτος, άδειες ειδικού σκοπού κ.λπ.). Τα μέτρα αυτά είχαν ως αποτέλεσμα τη διατήρηση -σε σημαντικό βαθμό- των θέσεων απασχόλησης, με αξιοσημείωτη, ωστόσο, πτώση του χρόνου απασχόλησης των εργαζομένων. Η τελευταία αποτυπώθηκε σε δείκτες όπως η άνοδος των απουσιών από την εργασία και η πτώση των ωρών εργασίας και με τη σειρά της οδήγησε στη μείωση του παραγόμενου προϊόντος.

Facebook Comments