Με νέο 10ετές ομόλογο πραγματοποιεί το ντεμπούτο της στις αγορές η Ελλάδα για φέτος
Με νέο 10ετές ομόλογο πραγματοποιεί το ντεμπούτο της στις αγορές η Ελλάδα για φέτος, καθώς σύμφωνα με σχετική ανακοίνωση
Με νέο 10ετές ομόλογο πραγματοποιεί το ντεμπούτο της στις αγορές η Ελλάδα για φέτος, καθώς σύμφωνα με σχετική ανακοίνωση
Με νέο 10ετές ομόλογο πραγματοποιεί το ντεμπούτο της στις αγορές η Ελλάδα για φέτος, καθώς σύμφωνα με σχετική ανακοίνωση, ο ΟΔΔΗΧ έδωσε εντολή στις έξι τράπεζες αναδόχους -Barclays, Commerzbank, Eurobank, Morgan Stanley, Nomura και Societe Generale- να τρέξουν την έκδοση, με το βιβλίο προσφορών να αναμένεται να ανοίξει, εκτός απροόπτου, αύριο.
Με “αέρα” από το σήμα που έδωσε η Fitch, αναβαθμίζοντας τις προοπτικές της Ελλάδας σε θετικές από σταθερές πριν -κάτι που σημαίνει ότι θα ακολουθήσει και αναβάθμιση του rating σε διάστημα έως 12-18 μήνες, και παρά τις πιέσεις που έχουν ασκηθεί το τελευταίο διάστημα στην αγορά ομολόγων διεθνώς και οι οποίες οδήγησαν άλλες χώρες της περιφέρειας όπως Ιταλία, Ισπανία και Πορτογαλία να πληρώσουν ακριβότερα τις εξόδους τους τις προηγούμενες ημέρες, το Ελληνικό Δημόσιο αναμένεται ευρέως ότι θα πραγματοποιήσει άλλη μία επιτυχημένη έξοδο. Και αυτό γιατί έχει στο πλευρό του την ισχυρή στήριξη της ΕΚΤ αλλά και τα υψηλά ταμειακά διαθέσιμα που καλύπτουν έτσι κι αλλιώς τις χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας για τουλάχιστον δύο έτη. “Μπόνους” σε όλα αυτά είναι και η ισχυρή αναπτυξιακή ώθηση που θα δώσουν οι αυξημένες εκταμιεύσεις από το Ταμείο Ανάκαμψης, αλλά και το σταθερό πολιτικό σκηνικό της χώρας.
Ο νέος τίτλος θα έχει λήξη τον Ιούνιο το 2032 (άρα είναι διάρκειας 10,5 ετών), με στόχο να αποτελεί η επίτευξη ενός επιτοκίου κάτω του 2%. Σημειώνεται πως το 10ετές ομόλογο που εκδόθηκε το 2021 – διάρκειας 9,5 ετών περίπου σήμερα καθώς λήγει τον Ιούνιο του 2031 – έχει απόδοση 1,65% ενώ είχε εκδοθεί με ιστoρικά χαμηλό επιτόκιο της τάξης του 0,807% (στο 0,888% η απόδοση κατά το re-opening του Ιουνίου) και με κουπόνι 0,75%.
Αν και το ποσό άντλησης δεν έχει αποφασιστεί, καθώς θα καθοριστεί από την επενδυτική ζήτηση, ωστόσο σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς η νέα 10ετής έκδοση μπορεί να έχει ένα μέγεθος της τάξης των 3 δισ. ευρώ.
Το βέβαιο είναι πως οι φετινές ελληνικές εκδόσεις θα γίνουν με αυξημένο κόστος, κάτι που ισχύει και για όλες τις χώρες της ευρωζώνης, λόγω της αύξησης του πληθωρισμού και της στροφής της νομισματικής πολιτικής των κεντρικών τραπεζών.
Η JP Morgan πρόσφατα πάντως σημείωσε πως τα ελληνικά ομόλογα με διάρκεια 8-10 έτη είναι ιδιαίτερα ελκυστικά έναντι των υπολοίπων της περιφέρειας και σύστησε στους επενδυτές να “εκμεταλλευτούν” τις εκδόσεις του ΟΔΔΗΧ ώστε να αυξήσουν τις θέσεις τους στην Ελλάδα.
Η δέσμευση της ΕΚΤ για στήριξη της χώρας μέσω του ευέλικτου προγράμματος επανεπενδύσεων είναι ισχυρό σήμα και δημιουργεί ένα ευνοϊκό περιβάλλον για τα ελληνικά ομόλογα καθώς ο ΟΔΔΗΧ θα εκδώσει φέτος τίτλους ύψους 12 δισ. ευρώ, ακόμη και εάν η ΕΚΤ αγοράζει μόνο 1 δισ. ευρώ ελληνικά ομόλογα τον μήνα. Ετσι καλύπτεται πλήρως η εκδοτική δραστηριότητα. Παράλληλα η JP Morgan σημείωσε πως η Ελλάδα διαθέτει υψηλά ταμειακά διαθέσιμα (άνω των 30 δισ. ευρώ) που σημαίνει ότι η χώρα μπορεί να μείνει εκτός αγορών για δύο χρόνια, εάν οι συνθήκες επιδεινωθούν σημαντικά.
Σε ό,τι αφορά το υπόλοιπο δανειακό πρόγραμμα του ΟΔΔΗΧ, σύμφωνα με την JP Morgan, έως τον Φεβρουάριο το Ελληνικό Δημόσιο θα προχωρήσει σε δεύτερη έξοδο με νέο 5ετές ή 15ετές ομόλογο. Σύμφωνα με την Société Générale η δεύτερη έκδοση της Ελλάδας θα γίνει τον Μάρτιο και η τρίτη τον Ιούνιο, με το έτος να κλείνει στο γ’ τρίμηνο με το πράσινο 10ετές ή 20ετές. Σύμφωνα και με τη Citigroup η δεύτερη έξοδος θα γίνει Μάρτιο, αλλά με το re-opening του 30ετούς ομολόγου (και το οποίο λήγει το 2052, άρα παραμένει 30ετές), για 2,5 δισ. ευρώ, η τρίτη τον Απρίλιο “ανοίγοντας” το 10ετές για την άντληση περαιτέρω 2 δισ. ευρώ, η τέταρτη τον Ιούνιο με το re-opening του 5ετούς ομολόγου του 2021, αυξάνοντας το μέγεθός του κατά 2 δισ. ευρώ, και η τελευταία τον Οκτώβριο με το πράσινο ομόλογο 15-20 ετών και μεγέθους 2 δισ. ευρώ.
Βασικός στόχος του ΟΔΔΗΧ και του οικονομικού επιτελείου είναι η πραγματοποίηση κινήσεων οι οποίες θα “πείσουν” τους οίκους αξιολόγησης να “ανεβάσουν” την Ελλάδα στην επενδυτική βαθμίδα. Η διασφάλιση της συνεχούς εκδοτικής παρουσίας του Ελληνικού Δημοσίου στις διεθνείς αγορές σε συνδυασμό με την αξιοποίηση των ευκαιριών που παρέχονται από τη συμμετοχή της χώρας στο PEPP, η περαιτέρω παροχή εκδόσεων υψηλής ρευστότητας και η περαιτέρω μείωση των spreads, αποτελούν “σταθερούς” στόχους του ΟΔΔΗΧ και για το 2022. Επίσης, όπως είναι ήδη γνωστό, θα επιχειρηθεί η έκδοση του πρώτου πράσινου ομολόγου της Ελλάδας, κάτι το οποίο εκτιμάται να συμβεί το φθινόπωρο.
Επίσης, στους στόχους διαχείρισης χρέους, είναι “η αξιοποίηση των ευκαιριών που παρέχονται στο βραχυχρόνιο τμήμα της ευρωπαϊκής καμπύλης σε περιβάλλον αυξανόμενων επιτοκίων, αξιοποιώντας στον μέγιστο δυνατό βαθμό τις υφιστάμενες θέσεις και τα χαρακτηριστικά του ελληνικού χαρτοφυλακίου δημοσίου χρέους”, η οποία και αφορά τα έντοκα.
Παράλληλα, στο επίκεντρο είναι οι αποπληρωμές, δηλαδή η εξόφληση μέρους των δανείων που έχει λάβει η χώρα, κάτι που μειώνει περαιτέρω τον κίνδυνο αναχρηματοδότησης. Σε αυτές περιλαμβάνεται η πλήρης εξόφληση των δανείων προς το ΔΝΤ και η διπλή πρόωρη προεξόφληση μέρους των δανείων του πρώτου μνημονίου (GLF), τα οποία και τοποθετούνται εντός του α’ τριμήνου.
Οι διεθνείς οίκοι, με την Fitch να το επαναλαμβάνει την Παρασκευή, έχουν θέσει τρεις προϋποθέσεις για την περαιτέρω αναβάθμιση της Ελλάδας, με αναλυτές (JP Morgan, Danske Bank) να εκτιμούν πως η χώρα μπορεί να μπει στην επενδυτική βαθμίδα ακόμα και στο τέλος του φετινού έτους, με αρχές του 2023.
Οι προϋποθέσεις αυτές είναι 1) σταθερή πτωτική πορεία του λόγου χρέους προς ΑΕΠ, 2) συνεχής πρόοδος στη βελτίωση της ποιότητας του ενεργητικού των συστημικών τραπεζών και 3) βελτίωση της μεσοπρόθεσμης αναπτυξιακής δυναμικής και πορείας μετά το σοκ της πανδημίας. Σε έκθεσή της χθες η Société Générale εκτίμησε ότι η S&P στις 22 Απριλίου θα προχωρήσει σε νέα αναβάθμιση της Ελλάδας, η Fitch θα αναβαθμίσει επίσης την Ελλάδα τον Ιούλιο ή τον Οκτώβριο, και η Moodys θα προχωρήσει με τη σειρά της σε αναβάθμιση στις 16 Σεπτεμβρίου. Έτσι, έως το τέλος του 2022, η αξιολόγηση της Ελλάδας θα απέχει μόλις ένα βήμα από την επενδυτική βαθμίδα.
Κούρταλη Ελευθερία
Facebook Comments