Οι ελληνικές τράπεζες βρίσκονται σε ένα πολυετές σημείο καμπής, καθώς αφήνουν πίσω τους τους κινδύνους και προχωρούν στην ανάπτυξη, όπως σημειώνει η Goldman Sachs.

Μέχρι το 2023 προβλέπει: (1) ότι η απόδοση ιδίων κεφαλαίων ROTE θα κινηθεί προς τα μέσα ευρωπαϊκά επίπεδα, (2) τα NPEs να συγκλίνουν στα επίπεδα της περιοχής της Ε.Ε και της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, Μέσης Ανατολής και Αφρικής (CEEMEA), (3) η αναλογία του Texas ratio θα μειωθεί στο μισό σε περίπου 30% από περίπου 60% το 2021 εν μέσω της μείωσης σε NPEs και συσσώρευσης “μαξιλαριού” ασφαλείας σε κεφάλαια και προβλέψεις, και (4) η διανομή μερισμάτων θα μπει και πάλι στο τραπέζι μετά από πολλά χρόνια.

Η αξιολόγηση των ελληνικών τράπεζων από την Goldman Sachs  υποστηρίζεται από σχόλια των διοικήσεων, αν και ο ρυθμός εξομάλυνσης του ROTE και η συσσώρευση κεφαλαίων ενδέχεται να διαφέρουν μεταξύ των τραπεζών. Επιπλέον, η ανάλυση των ιστορικών δεδομένων στην Τουρκία, τη Ρωσία και την Ιταλία δείχνει ότι η επιτυχής αποκατάσταση των κεφαλαιακών αποθεμάτων σηματοδοτεί ένα σημαντικό σημείο καμπής στις αποτιμήσεις.

Η αμερικάνικη τράπεζα πιστεύει ότι οι ελληνικές τράπεζες βρίσκονται σε τροχιά ισχυρής ανάκαμψης του ROTE μετά από περίπου 15 χρόνια εκκαθάρισης του χαρτοφυλακίου δανείων. Προβλέπει ότι ο δείκτης NPE των ελληνικών τραπεζών θα φτάσει σε μονοψήφιο επίπεδο το 2222 και πέρα από την περίοδο απορρόφησης κινδύνου, αναμένει από τις ελληνικές τράπεζες να μεταβούν προς την ανάπτυξη του ισολογισμού.

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της, στο σύνολο του κλάδου το ROTE θα βελτιωθεί από μέσο όρο 5% το 2021 σε 8% το 2023, με βάση τα εξής: (1) τη μείωση του οργανικού κόστους κινδύνου από 90 μονάδες βάσης το 2021 σε μέσο όρο 60 μονάδες βάσης κατά τη χρήση 2022-2024, 2) την αύξηση των εξυπηρετούμενων δανείων από σταθερή κατά το διάστημα 2016-2021 σε έναν μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης CAGR της τάξης του 6,5% (1,4 φορές το ονομαστικό ΑΕΠ) το διάστημα 2021-2024 και (3) την θετική λειτουργική εικόνα (>500 μ.β) το διάστημα 2021-2024 λόγω του ελέγχου του κόστους.

Επιπλέον, όπως τονίζει η Goldman Sachs, τα υψηλότερα επιτόκια θα ενισχύσουν τα καθαρά επιτοκιακά περιθώρια (NIM), με κάθε αύξηση των αποδόσεων των ομολόγων κατά 25 μονάδες βάσης να προσθέτει 2% στα επίπεδα, γεγονός που θα αντισταθμίσει εν μέρει τον αρνητικό (αλλά διαχειρίσιμο) αντίκτυπο στο κεφάλαιο.

Σε ότι αφορά τις μετοχές των ελληνικών τραπεζών, η G.S σημειώνει ότι αυξήθηκαν κατά 30% τους τελευταίους 6 μήνες, αντανακλώντας την πρόοδο στην απομόχλευση, τις γενικές λειτουργικές επιδόσεις και την μακροοικονομική ανάκαμψη. Ωστόσο, η αντίληψη κινδύνου των ελληνικών τραπεζών παραμένει υψηλή, με το κόστος ιδίων κεφαλαίων στο 14,5% (έναντι μέσου ευρωπαϊκού επιπέδου 10-11%), και η Goldman πιστεύει ότι δεν έχει ακόμη αποτιμηθεί πλήρως από την αγορά η πρόοδος στην απομόχλευση των ελληνικών τραπεζών,
Η επενδυτική στάση της G.S στις ελληνικές βασίζεται στα εξής: (1) τις ισχυρές δυνατότητες ανάκαμψης του ROTE και τις εύρωστες προοπτικές συσσώρευσης κεφαλαίων κατά τη διάρκεια του 2021-2023, (2) τις μη υπερβολικές αποτιμήσεις των ελληνικών τραπεζών σε σχέση με την περιοχή του CEEMEA (τόσο σε όρους P/TBV όσο και σε όρους P/E) και (3) την ομαλοποίησης του κόστους ιδίων κεφαλαίων. Η Goldman τηρεί διαφορετική στάση μεταξύ των μετοχών των συστημικών τραπεζών με βάση τα εξής κριτήρια : (i) πιστωτική ποιότητα, (ii) βασική κεφαλαιακή επάρκεια και (iii) δημιουργία κεφαλαίου.

Με βάση τα παραπάνω δίνει σύσταση buy για τις Eurobank και Alpha Bank και ουδέτερη στην Πειραιώς (δεν αξιολογεί την Εθνική Τράπεζα). Για την Eurobank αυξάνει την τιμή-στόχο στο 1,4 ευρώ από 0,65 πριν βλέποντας περιθώρια ανόδου της τάξης του 22%, για την Alpha Bank αυξάνει την τιμή-στόχο στο 1,68 ευρώ από 1,12 ευρώ πριν με περιθώρια ανόδου 18% και για την Πειραιώς δίνει τιμή-στόχο το 1,70 ευρώ από 1,47 ευρώ πριν με περιθώρια ανόδου 2%.

Κούρταλη Ελευθερία

Facebook Comments