Στον απόηχο της πανδημίας της covid-19, έπειτα από δύο χρόνια συνεχόμενων μέτρων και περιορισμών, οι οποίοι επηρέασαν την ζωή των πολιτών οικονομικά και κοινωνικά, κάνει την εμφάνισή του στην διεθνή πολιτική σκήνη το δεύτερο τη τάξη δεινό για την ανθρωπότητα, ο πόλεμος. Μετά την απόσχιση της Κριμαίας από την Ουκρανική επικράτεια και την προσάρτησή της από την Ρωσική Ομοσπονδία, οι σχέσεις τον δυο κρατών ήταν αρκετά ψυχρές και το ενδεχόμενο μια σύγκρουσης ανάμεσα στα δύο κράτη δεν φάνταζε και τόσο πιθανό.

Ο Ουκρανός πρόεδρος Ζελένσκι ακολουθώντας το όραμα του για μια Ουκρανία που θα ανήκει εξ’ ολοκλήρου στην Δύση, ως μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΝΑΤΟ, προκάλεσε την αντίδραση της γειτονικής Ρωσίας. Ο Πρόεδρος Πούτιν κατά καιρούς, έχει εκφράσει την θέση του τόσο για την ένταξη της Ρωσίας στην συμμαχία, όσο και για τον λόγο ύπαρξής της στον 21ο αιώνα όπου πλέον, δεν υφίσταται η κομμουνιστική απειλή εξ ανατολής. Λαμβάνοντας υπόψιν την θέση της Ρωσίας για το ΝΑΤΟ, το οποίο αντιμετωπίζει με σκεπτικισμό και καχυποψία, φαίνεται ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα της πολιτικής του Ουκρανού προέδρου ήταν η απόφασή του για ένταξη στην Βορειοατλαντική συμμαχία. Η εξήγηση  αυτής της αντίδρασης είναι πολύ απλή, η ρωσική πλευρά δεν θα ήθελε να έχει στα σύνορα της, ακριβώς δίπλα από την επικράτειά της, οπλικά συστήματα της συμμαχίας και πιο συγκεκριμένα όπλα των Ηνωμένων Πολιτειών. Θα μπορούσε να ισχυριστεί κάποιος, ότι για την Ρωσία η ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ αποτελεί μια νέα κρίση παρόμοια με αυτή των πυραύλων στη Κούβα το 1962 κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου.  Αντίθετα παίρνοντας σαν παράδειγμα την γειτονική Φινλανδία, ενδεχόμενος η Ρωσία να μην είχε κανένα πρόβλημα στην εκκίνηση των διαδικασιών ένταξης της Ουκρανίας στην κοινή αγορά και στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Ο πολιτικά άπειρος Ουκρανός πρόεδρος φαίνεται να πήρε την τολμηρή απόφαση να εναντιωθεί σε μια υπερδύναμη, αυτή της Ρωσίας. Στις διεθνείς σχέσεις σύμφωνα με την  ρεαλιστική προσέγγιση, ισχυρός είναι αυτός ο οποίος συγκεντρώνει την μεγαλύτερη ισχύ η οποία βασίζεται στην στρατιωτική και οικονομική του δύναμη, στις συμμαχίες καθώς επίσης και στην γεωστρατηγική του θέση. Ο Πρόεδρος Ζελένσκι φαίνεται να πίστεψε ότι η πραγματική πολιτική είναι σαν  ένα σενάριο γραμμένο να τονίσει τον χαρακτήρα του πρωταγωνιστή και πως  οι σύμμαχοί του θα είναι αυτοί που θα τον προστατέψουν και θα του δώσουν το πάνω χέρι, ώστε να υλοποίηση το όραμά του για μια Ουκρανία που θα ανήκει στην Δύση. Όμως φαίνεται να μην μελέτησε καλά την πραγματική δύναμη του κράτους του πόσο μάλλον, την επιθυμία των Ευρωπαϊκών κρατών και των μελών του ΝΑΤΟ να διατηρήσουν την ειρήνη και να μην εμπλακούν στρατιωτικά στο πόλεμο που του κήρυξε η Ρωσία. Η καλύτερη επιλογή για το κράτος της Ουκρανίας δεν ήταν άλλη από το να συνεργαστεί με την Ρωσική Ομοσπονδία στον εμπορικό τομέα και να προσπαθήσει να ενταχθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση κρατώντας στρατιωτικά μια ουδέτερη στάση. Χωρίς την στρατιωτική βοήθεια της Δύσης η οποία αρκέστηκε σε έναν οικονομικό πόλεμο ως απάντηση στην Ρωσική εισβολή, η Ουκρανία δεν μπορεί να αντισταθεί για πολύ καιρό στις επιθέσεις των Ρωσικών στρατευμάτων.

Όσο πιο γρήγορα ο Πρόεδρος Ζελενσκι καταλάβει ότι η στροφή της χώρας του στο ΝΑΤΟ, είναι αυτή που έφερε τον πόλεμο και συνθηκολογήσει με την Ρωσική πλευρά τόσο πιο σύντομα θα τελειώσει αυτή η σύγκρουση ,η οποία, δυστυχώς για τον Ουκρανικό λαό πέρα από ψυχές ενδεχόμενος να κοστίσει και εδάφη ζωτικής σημασίας για την οικονομία της χώρας. Όσο για την Δύση το πλήγμα στην αγορά σιταρίου και ενέργειας θα είναι ενδεχομένως το μεγαλύτερο πρόβλημα, που θα κληθεί να αντιμετωπίσει.

Facebook Comments