Ακούγοντας κάποιους ευρωπαίους ηγέτες, ιδιαίτερα στη Γαλλία, θα έλεγε κανείς ότι η εποχή της λιτότητας έχει τελειώσει και η ευρωζώνη βαίνει ολοταχώς προς την αναζωογόνηση της οικονομικής ανάπτυξης. Όπως επισημαίνει σε άρθρο του το Reuters, σε μια εντυπωσιακή αλλαγή τόνου, ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Jose Manuel Barroso, δήλωσε τον περασμένο μήνα ότι η λιτότητα – η πολιτική της μείωσης του δημόσιου χρέους με τη μείωση των δαπανών και την αύξηση των φόρων – είχε φτάσει στα όρια της αποδοχής της από το κοινό.

Στην πραγματικότητα, η αλλαγή είναι περισσότερο στα λόγια παρά τα έργα. Η ρητορική έχει αλλάξει, αλλά δεν υπήρξε καμία πολιτική στροφή, τονίζει το άρθρο.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή χορηγεί σις κυβερνήσεις περισσότερο χρόνο για να μειώσουν τα ελλείμματα του προϋπολογισμού τους στα όρια της ΕΕ, κυρίως επειδή η οικονομική ύφεση έχει κάνει τους στόχους αυτούς ανέφικτους.

Τα κράτη της ευρωζώνης έχουν ένα περιθώριο αναπνοής, επειδή οι αγορές ομολόγων έχουν πάψει να «πανικοβάλονται», καθώς η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα είπε πέρυσι ότι θα δράσει αποφασιστικά, εάν είναι απαραίτητο, για τη διατήρηση του ευρώ.

Η έμφαση της ΕΕ είναι τώρα στη μείωση των «διαρθρωτικών ελλειμμάτων» – ένα ελαστικό μέτρο που προορίζεται να λάβει υπόψη τον οικονομικό κύκλο – και στη μεταρρύθμιση των αγορών εργασίας και των συστημάτων συνταξιοδότησης, στο άνοιγμα περισσότερων τομέων στον ανταγωνισμό και στην διευκόλυνση των ρυθμίσεων των επιχειρήσεων για τη βελτίωση του αναπτυξιακού δυναμικού των χωρών.

Μικρές πρωτοβουλίες ωστόσο, είναι στα σκαριά – ανάμεσα στις μεγάλες πολιτικές τυμπανοκρουσίες – για την καταπολέμηση της μάστιγας της ανεργίας των νέων που απειλεί Νότια Ευρώπη με μία χαμένη και αλλοτριωμένης γενιά.

Η ΕΚΤ εξετάζει τρόπους για να διευκολύνει τη χορήγηση δανείων σε μικρότερες επιχειρήσεις που πλήττονται στις περιφερειακές χώρες της ζώνης του ευρώ. Αλλά, ενώ διατηρεί τις στρόφιγγες της ρευστότητας στις τράπεζες ανοικτές, δεν έχει καμία πρόθεση να ακολουθήσει τις κεντρικές τράπεζες σε ΗΠΑ, Βρετανία και Ιαπωνία, στη μαζική εκτύπωση χρήματος για να προσπαθήσει να προωθήσει την ανάπτυξη.

«Δεν εγκαταλείπονται οι πολιτικές λιτότητας», επισημαίνει ο Carsten Brzeski, οικονομολόγος της ING στις Βρυξέλλες. «Απλά αλλάζει ο ρυθμός της προσαρμογής και υπάρχει στροφή προς τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις για να μην καταλήξουμε σε ένα φαύλο κύκλο λιτότητας», προσθέτει.

Αν και η ΕΚΤ θα μπορούσε ίσως να κάνει περισσότερα για την αύξηση της παροχής πιστώσεων προς τις επιχειρήσεις στην νότια Ευρώπη, ο κύριος ανασταλτικός παράγοντας των επενδύσεων ήταν η έλλειψη ζήτησης, για την οποία δεν υπάρχει εύκολη λύση, επισημαίνει.

Οι χαράσσοντες πολιτική της ΕΕ και οι κεντρικοί τραπεζίτες λένε πως οι υπερχρεωμένες χώρες δεν θα έχουν καμία εναλλακτική λύση για πολλά χρόνια, για την περιστολή των δημοσίων δαπανών και τη συρρίκνωση του κράτους, όσο πολιτικά δυσάρεστο και αν είναι αυτό.

«Η ανάπτυξη είναι το κλειδί για την έξοδο από την κρίση, όλοι συμφωνούμε σε αυτό» δήλωσε ο επικεφαλής της γερμανικής Bundesbank Jens Weidmann σε ομιλία του στους Γάλλους επιχειρηματίες την περασμένη εβδομάδα. Αλλά η παραίτηση από τη δημοσιονομική εξυγίανση δεν θα μας φέρει πιο κοντά σε αυτό το στόχο, τόνισε.

Η αναγνώριση του Barroso στις 22 Απριλίου, των πολιτικών ορίων της λιτότητας υπενθύμισε το σχόλιο του προκατόχου του Romano Prodi το 2002, ότι οι κανόνες του προϋπολογισμού της ΕΕ ήταν «ηλίθιοι”» επειδή ήταν πολύ άκαμπτοι.

«Αν και νομίζω ότι αυτή η πολιτική είναι κατ αρχήν σωστή, νομίζω ότι έχει φτάσει στα όριά της», δήλωσε ο Barroso. «Μια πολιτική για να είναι επιτυχής, όχι μόνο πρέπει να σχεδιαστεί σωστά, θα πρέπει να διαθέτει το ελάχιστο της πολιτικής και κοινωνικής υποστήριξης».

Για κάποιους, επισημαίνει το άρθρο, αυτό ακούγεται λίγο σαν ο… Πάπας να αμφισβητεί την ύπαρξη του Θεού. Προκάλεσε μάλιστα χαροπά πρωτοσέλιδα τύπου «η λιτότητας τελείωσε» σε χώρες όπως η Ιρλανδία, που έχουν υποστεί σκληρές περικοπές, και εκνέυρισε αρκετές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις.

Στις Βρυξέλλες, ανώτερο στέλεχος της ΕΕ δήλωσε ότι ο Barroso είχε «επικοινωνήσει λάθος μήνυμα» και δεν υπήρχε εναλλακτική λύση στη λιτότητα, ακόμη και αν η λέξη αποφεύχθηκε.

«Η ιδέα ότι θα υπάρχουν πλέον ελλειμματικές δαπάνες, ότι η εποχή της λιτότητας έχει ολοκληρωθεί, είναι παραπλανητική», είπε ο αξιωματούχος, μιλώντας υπό τον όρο της ανωνυμίας λόγω της ευαισθησίας της θέσης του.

«Μπορούμε να αναβάλουμε τη δημοσιονομική εξυγίανσης κατά ένα έτος, ή δύο χρόνια, αλλά αυτή δεν είναι πραγματικά η απάντηση. Η απάντηση είναι η ανάπτυξη, και αυτή πρόκειται να έρθει μόνο μέσω διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και τη βελτίωση της παραγωγικότητας».

Η Γερμανίδα Καγκελάριος Angel Merkel, η οποίος έχει χρησιμοποιήσει την οικονομική επιρροή του Βερολίνου από την έναρξη της κρίσης για να πιέσει για τη δημοσιονομική πειθαρχία, κατέστησε σαφές ότι η λιτότητα και η ανάπτυξη δεν ήταν αντίθετα και ότι η εξοικονόμηση του προϋπολογισμού πρέπει να συνεχιστεί.

Σε μια συγκαλυμμένη κριτική προς τη Γαλλία, η οποία έχει μέχρι στιγμής αντλήσει έσόδα και δεν έχει περικόψει τις δημόσιες δαπάνες για τη μείωση του ελλείμματος του προϋπολογισμού, το Βερολίνο λέει ότι οι κυβερνήσεις θα πρέπει να αποφύγουν την αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης, επειδή αυτό βλάπτει την ανάπτυξη.

Δύο γεγονότα, οικονομολογικού περιεχομένου, έχουν εξασθενήσει τη θεωρητική υπόθεση για την λεγόμενη εμπροσθοβαρή λιτότητα, το να γίνονται δηλαδή δραστικές περικοπές των δημοσίων δαπανών κατά την έναρξη του προγράμματος οικονομικής προσαρμογής.

Πρώτον, ο επικεφαλής οικονομολόγος του ΔΝΤ Olivier Blanchard αναγνώρισε ότι η περικοπή των κρατικών δαπανών μπορεί να είχε μεγαλύτερο αντίκτυπο από ό, τι υπολογίζεται, στη μείωση της οικονομικής παραγωγής. Στη συνέχεια, αμερικανοί οικονομολόγοι βρήκαν ελλείψεις σε στοιχεία που τεκμηριώνουν την θεωρία των οικονομολόγων του Harvard, Kenneth Rogoff και Carmen Reinhardt, ότι το δημόσιο χρέος πάνω από το 90% του ΑΕΠ εμποδίζει την ανάπτυξη.

Αυτό κάνει τα οικονομικά της λιτότητας πιο γρίζα σήμερα, από ό, τι όταν η κρίση χρέους ξέσπασε το 2010, ενώ η πολιτική γίνεται όλο και πιο δύσκολη.

Οι κυβερνήσεις στην Ελλάδα, την Ιρλανδία, την Πορτογαλία, την Ισπανία και την Ιταλία που έχουν εφαρμόσει μέτρα λιτότητας, όπως περικοπές στις αποδοχές των δημοσίων υπαλλήλων και των θέσεων εργασίας, πάγωμα των συντάξεων και αύξηση του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης, στηρίχθηκαν από τους ψηφοφόρους.

Οι διάδοχοί τους έχουν αντιμετωπίσει μαζικές διαδηλώσεις, την αύξηση των λαϊκιστικών κινημάτων αντι-της-λιτότητας και μια απότομη πτώση στην υποστήριξη του κοινού για την Ευρωπαϊκή Ένωση.Οι χαράσσοντες πολιτική της ΕΕ πάγωσαν όταν είδαν την συντριβή του πρώην Ιταλού πρωθυπουργού Mario Monti στις γενικές εκλογές το Φεβρουάριο.

Το μάθημα που οι ηγέτες όπως ο Γάλλος Πρόεδρος Francois Hollande και ο νέος Ιταλός πρωθυπουργός Enrico Letta, πήραν είναι ότι πρέπει να συνεχίσουν τη δημοσιονομική πειθαρχία, ενώ συνεχώς να μιλάμε μέχρι την ανάπτυξη.

Το ερώτημα είναι αν θα είναι πρόθυμοι να ακολουθήσουν τολμηρές οικονομικές μεταρρυθμίσεις που χαλαρώνουν την προστασία των θέσεων εργασίας, μειώνουν το εργατικό κόστος, ανοίγουν τα κλειστά επαγγέλματα και αλλάξουν τα κίνητρα για εργασία.

Το πολιτικό κόστος των μέτρων αυτών μπορεί να είναι υψηλό, δεδομένου ότι διαταράσσουν κατεστημένα συμφέροντα, και τα οικονομικά κέρδη των υψηλότερων ποσοστών ανάπτυξης και της δημιουργίας θέσεων εργασίας, μπορεί να χρειαστούν χρόνια για να γίνουν αισθητά.

 

Ελευθερία Κούρταλη

Facebook Comments