Η νέα Σειρά 4 Gran Coupe βρίσκεται ήδη στη 2η γενιά της με την πρώτη να έχει κάνει το ντεμπούτο της 8 χρόνια πριν. Mετά την Σειρά 4 Coupe, η BMW μας παρουσιάζει την Gran Coupe εκδοχή της.

Ένα μοντέλο που έχει κοινά χαρακτηριστικά με τη συνονόματή της, αλλά και δύο επιπλέον πόρτες. Κοιτώντας τα δύο μοντέλα από εμπρός δεν βρίσκεις διαφορές, οι οποίες γίνονται άμεσα αντιληπτές μόλις προχωρήσεις στο πλάι. Εκεί η 4 Gran Coupe ξεχωρίζει με τις διαστάσεις της που είναι μάλιστα και σημαντικά μεγαλύτερες και από την προκάτοχό της που αποτέλεσε την πρώτη γενιά του μοντέλου.

H νέα Gran Coupe έχει 4.783 χιλ. μήκος και είναι κατά 143 χιλ. πιο μακριά από το μοντέλο που αντικαθιστά, με το πλάτος της να είναι 1.852 χιλ. (+27 χιλ.) και το ύψος 1.442 χιλ. (+53 χιλ.). Μεγαλύτερα είναι και τα μετατρόχια, τόσο εμπρός 1.595 χιλ. (+50 χιλ.) όσο και πίσω 1.623 χιλ. (+29 χιιλ.), που της χαρίζουν καλύτερο πάτημα. Προς αυτή την κατεύθυνση κινείται και το μεταξόνιο, το οποίο σε αυτή τη γενιά έφτασε τα 2.856 χιλ. και είναι σε σχέση με το απελθόν μοντέλο 46 χιλ. μεγαλύτερο, αλλά και 5 χιλ. από τη σημερινή Σειρά 3.

Δίπλα στο κομψοτέχνημα που έχει σχήμα επιλογέα ταχυτήτων είναι τοποθετημένο το μπουτόν εκκίνησης του κινητήρα, ενώ λίγο πιο δεξιά βρίσκεται το BMW Controller, που προσφέρει πρόσβαση στην ψηφιακή οθόνη ενημέρωσης και ψυχαγωγίας, με τους διακόπτες αφής για τα προγράμματα οδήγησης μαζί με το ηλεκτρικό χειρόφρενο να συμπληρώσουν την εικόνα στη βάση της κεντρικής κονσόλας.

Η δική μας 420d Gran Coupe εξοπλίζονταν με το προαιρετικό  BMW Live Cockpit Professional, στο οποίο περιλαμβάνεται μία ψηφιακή οθόνη 12,3 ιντσών για τον πίνακα οργάνων και μία ίδιας τεχνολογίας αλλά 10,25 ιντσών για το σύστημα πολυμέσων και σίγουρα κάνει το εσωτερικό να δείχνει εντυπωσιακό. Το νέο λειτουργικό την καθιστά εύκολη στο χειρισμό, ο οποίος μπορεί να γίνει με αφή μέσω της οθόνης, από τα χειριστήρια στο τιμόνι ή στην κεντρική κονσόλα, με φωνητικό έλεγχο ή με χειρονομίες χωρίς επαφή.

Αυτό όμως που καθιστά ξεχωριστή αυτή την 4άρα με τα διακριτικά Gran Coupe είναι οι πίσω πόρτες. Αυτές που παρέχουν άνετη πρόσβαση στους πίσω επιβαίνοντες και μαζί με το μακρύ μεταξόνιο, ανέσεις υψηλού επιπέδου. Ο χώρος είναι ικανοποιητικός για τα πόδια και καλός για το κεφάλι, καλύτερος από αυτόν που προσφέρει η Coupe εκδοχή του μοντέλου. Επιπλέον, η μεγάλη πέμπτη πόρτα διευκολύνει την τοποθέτηση μεγάλων αντικειμένων στο επίπεδο χώρο φόρτωσης που έχει όγκο 470 λίτρα και φτάνει τα 1.290 με την αναδίπλωση των πίσω καθισμάτων.

Ο δίλιτρος turbodiesel TwinPower Turbo συνδυάζει σε σειρά ένα μικρό τούρμπο με πτερύγια μεταβλητής γεωμετρίας και ένα μεγαλύτερο με σταθερά πτερύγια ενώ διατηρεί συναισθηματική σχέση απόδοσης οικολογίας χρησιμοποιώντας το σύστημα mild hybrid 48V που συμβάλει με 11 ίππους στο χαμηλομεσαίο φάσμα στροφών. Η συνολική απόδοση φτάνει τους 190 PS, αλλά η βαριά δουλειά γίνεται από τα 400 Nm ροπή που σερβίρονται από τις 1.750 rpm. Η υψηλή απόδοση συνδυάζεται φυσικά με οικονομία, αλλά και συμμόρφωση στο πρότυπο εκπομπών ρύπων Euro 6d. Η δύναμη μπορεί να μην κόβει την… ανάσα, αλλά έχει ροή και είναι διαθέσιμη σε όλο το εύρος, με τη ροπή να είναι κυρίαρχη. Σε αυτή την αίσθηση που λαμβάνεις συμβάλει τα μέγιστα και το αυτόματο κιβώτιο ταχυτήτων Steptronic των 8 σχέσεων. Η μετάδοση περνάει μόνο στους πίσω τροχούς, με την πρόσφυση να είναι άφθονη και τις απόλυτες επιδόσεις περισσότερο από ικανοποιητικές.

Για τη μετάδοση φροντίζει ένα αυτόματο κιβώτιο Steptronic 8 σχέσεων, με paddles αλλαγών πίσω από το τιμόνι, ενώ η μεταφορά της κίνησης γίνεται στους πίσω τροχούς. Ο πετρελαιοκίνητος ήχος μπορεί να μην εξιτάρει όμως η ουσία βρίσκεται στην συνολική συμπεριφορά του. Οι ζωηρές οδηγικές στιγμές με επιδόσεις που εκπροσωπούνται από 7,3 sec για τα 0-100 km/h και 235 km/h τελικής ταχύτητας συνδυάζονται με καταναλώσεις από 5,5 έως 8 lt/100 km, κάτι που εξασφαλίζει γενναία αυτονομία (700-1000 km) για να πεταχτείς για πλάκα από την μια μεριά του χάρτη στην άλλη.

Στην πράξη είναι όσο χρειάζεται γρήγορη και απόλυτα ισορροπημένη στον τρόπο που εκφράζεται με συμπεριφορά στο δρόμο. Το στιβαρό πλαίσιο, το ισορροπημένο ζύγισμα και η σοφή ρύθμιση μιας ανάρτηση που βασίζεται σε αυτή της Σειράς 3 (McPherson εμπρός και ανεξάρτητη πέντε συνδέσμων πίσω), κάνουν πραγματικότητα τον στόχο την ουσιαστικής ανάγνωσης του δρόμου. Ούτε ταλαιπωρεί ούτε συμπεριφέρεται νωθρά, καταφέρνει να αξιοποιήσει το ταλέντο της και να προσφέρει άνεση και πληροφόρηση για τα τεκτενόμενα, είτε ρολάρεις περιηγητικά, είτε νιώθεις την ανάγκη να πάρεις το μέγιστο. Η ακλόνητη αίσθηση της ευθείας συμβάλει στο ξεκούραστο ταξίδι με υψηλές ταχύτητες με σύμμαχο ένα πέπλο ασφάλειας και ησυχίας.

Το ανάλαφρο πάτημα και η αμεσότητα στις εντολές σε κάνουν να ξεχάσεις ότι οδηγείς κάτι σχεδόν 5μετρο και με βάρος που πλησιάζει στους δυο τόνους. Όσο επιβλητικά επιταχύνει τόσο αποτελεσματικά επιβραδύνει, με τα φρένα να διαχειρίζονται άκοπα το ρόλο τους. Οι πληροφορίες από τιμόνι, πλαίσιο, ανάρτηση, φρένα και μοτέρ φτάνουν παραδοσιακά γεμάτες στον οδηγό, όπως συνηθίζουν οι κατασκευές της BMW άλλωστε.

Σημαδεύεις και πηγαίνεις ακριβώς εκεί που δίνεις κατεύθυνση είτε με τιμόνι είτε με τη βοήθεια της ουράς που παραμένει ζωντανή αρκεί να το ζητήσεις με τα ηλεκτρονικά απενεργοποιημένα. Από την άλλη όταν πρυτανεύσει η λογική μπορείς να επιλέξεις επιμέλεια ηλεκτρονικών ευστάθειας και να κινείσαι ταχύτατα και ασφαλέστατα ακολουθώντας ιδανικές γραμμές.

Κλασική αίσθηση ενός κομματιού, πλούσια πληροφόρηση και απόδοση, αλλά και μια διασκεδαστική συμπεριφορά που συμβάλει στην παραδοσιακή ψυχαγωγία του ψαγμένου οδηγού. Με την 420d Gran Coupe ψάχνεις για πραγματικό μειονέκτημα που τελικά μόνο στο υπόλοιπο του τραπεζικού σου λογαριασμού μπορείς να το βρεις.

 

Facebook Comments