Τις προοπτικές των ελληνικών τραπεζών και ειδικότερα των ομολόγων τους αναλύει η Citigroup, λαμβάνοντας υπόψη τις επιπτώσεις στην οικονομία και τα μεγέθη τους από τον πόλεμο στην Ουκρανία και τις έντονες πληθωριστικές πιέσεις.
Όπως τονίζει, η στάση της παραμένει πολύ εποικοδομητική για τον κλάδο και βλέπει σημαντικές επενδυτικές ευκαιρίες στις όποιες νέες εκδόσεις senior τίτλων, ενώ αναμένει αναβάθμιση από τους οίκους τόσο για την Ελλάδα όσο και για τις τράπεζες.
Πιο αναλυτικά, όπως επισημαίνει σε σημερινό της σχόλιο η ομάδα πιστωτικών αναλύσεων της Citi, οι προοπτικές για ασθενέστερη ανάπτυξη στην Ελλάδα λόγω του πολέμου και του πληθωριστικού σοκ αποτελούν πρόκληση για τον ελληνικό τραπεζικό κλάδο, ακόμη και αν στο παρασκήνιο, η απομόχλευση συνεχίζεται και οι τράπεζες επωφελούνται από τις αναβαθμίσεις των αξιολογήσεών τους από τους οίκους.
Συνολικά, η Citi πιστεύει ότι η γεωπολιτική/μακροοικονομική αβεβαιότητα θα συνεχίσει να επιβαρύνει τις ελληνικές τράπεζες βραχυπρόθεσμα λόγω των πληθωριστικών πιέσεων από τον πόλεμο και των επιπτώσεών τους στα νοικοκυριά και την ανάπτυξη, σε συνδυασμό με την αναμενόμενη περαιτέρω έκδοση senior τίτλων.
Ωστόσο, παρά τις αναθεωρήσεις προς τα κάτω στις μακροοικονομικές προοπτικές, η ανάπτυξη στην Ελλάδα εξακολουθεί να αναμένεται να είναι εντός της περιοχής του 3-4% το 2022, γεγονός που θα επιτρέψει το περαιτέρω derisking, αλλά θα πρέπει επίσης να υποστηρίξει την οργανική παραγωγή κεφαλαίου μέσω των προμηθειών.
Επιπλέον, όπως σημειώνει η Citi, ενώ η αύξηση των δανείων και η πιθανότητα υψηλότερων επιτοκίων αντισταθμίσουν τη συνολική μείωση των καθαρών εσόδων από τόκους (NII) που προκαλείται από το τέλος του επιτοκίου-μπόνους του προγράμματος TLTRO και κυρίως τη μείωση των NPEs. “Όλα αυτά σημαίνουν ότι η πολύ εποικοδομητική μας άποψη παραμένει άθικτη μεσοπρόθεσμα”.
Σε ό,τι αφορά τους τίτλους AT1 των ελληνικών τραπεζών, η Citi επισημαίνει πως υπήρχαν κάποιες προσδοκίες για έκδοση νέων τίτλων το 2022 (κυρίως από την Alpha Bank), αλλά το γεωπολιτικό περιβάλλον σημαίνει ότι αυτό φαίνεται πλέον απίθανο. Ως εκ τούτου, το ΑΤ1 της Πειραιώς παραμένει το μόνο ελληνικό AT1 προς το παρόν και η άποψή της για αυτό δεν έχει αλλάξει καθώς πιστεύει ότι δεν παρέχει αρκετό spread premium πάνω από τον τίτλο Tier 2 για να αντισταθμίσει τον κίνδυνο MDA. Το τρέχον spread στο AT1/Tier 2 της Πειραιώς είναι περίπου 1,4x και ως εκ τούτου, η Citi βλέπει περισσότερες μεσοπρόθεσμες έως μακροπρόθεσμες δυνατότητες στους τίτλους Tier 2.
Για τα Tier 2 η αμερικανική τράπεζα επισημαίνει πως προς το παρόν προτιμά να περιμένει την αναμενόμενη έκδοση τίτλων Tier 2 από τις πιο ισχυρές εγχώριες τράπεζες, δηλαδή τις Eurobank και Εθνική Τράπεζα, σημειώνοντας ότι ελλείψει σταδιακών μακρο/γεωπολιτικών ειδήσεων, φαίνεται δύσκολο για τον τίτλο της Πειραιώς ( 5,5%, 30NC25) να συμπιεστεί περαιτέρω προς το επίπεδο αυτού της Alpha Bank (4,25%,30NC25) βραχυπρόθεσμα. Σταδιακά η Citi πιστεύει ότι το Tier 2 της Πειραιώς θα συναλλάσσεται πολύ πιο κοντά στης Alpha καθώς η τράπεζα προχωρά με το derisking και είναι σε καλή θέση να αξιοποιήσει το franchise της μεταξύ εταιρικών πελατών και επίσης σε ό,τι αφορά τις προμήθειες (μέσω Bancassurance, Asset Management και Real Estate).
Σε ό,τι αφορά τους senior τίτλους η Citi επισημαίνει ότι αναμένεται κινητικότητα από τις ελληνικές τράπεζες προκειμένου να συμμορφωθούν με τις απαιτήσεις για το MREL. Ως εκ τούτου, πιστεύει ότι η δυνατότητα για νέες εκδόσεις περιορίζει την άμεση ανοδική πορεία των spreads των senior τίτλων. Ωστόσο, αυτό θα αντισταθμιστεί εν μέρει από περαιτέρω αναβαθμίσεις της αξιολόγησης των ελληνικών τραπεζών αλλά και της Ελλάδας, που θα καθιστούσαν έτσι ενδιαφέρον trade τις όποιες νέες εκδόσεις τίτλων. Συγκεκριμένα εκτιμά ότι τα senior ομόλογα των ελληνικών τραπεζών θα είναι τα πρώτα που θα επωφεληθούν από την αναμενόμενη αναβάθμιση των ελληνικών τραπεζών και της Ελλάδας λόγω της διεύρυνσης της επενδυτικής βάσης.
Τέλος η Citi σημειώνει πως, με τα spread της περιφέρειας να έχουν αυξηθεί το τελευταίο διάστημα, οι ελληνικές τράπεζες είναι ιδιαίτερα ευαίσθητες στις διακυμάνσεις των εγχώριων κρατικών ομολόγων όπως φάνηκε πρόσφατα με τη διεύρυνση του spread κυρίως έναντι των ιταλικών ομολόγων. Αυτό οφειλόταν στις ευρύτερες μακροοικονομικές επιπτώσεις του πολέμου στην Ουκρανία αλλά και σε ορισμένους τεχνικούς παράγοντες όπως το τέλος των καθαρών αγορών ομολόγων από την ΕΚΤ στο πλαίσιο του PEPP ή το τέλος των ευνοϊκών συνθηκών του TLTRO. Συνεπώς, το timing και το hedging στα κρατικά ομόλογα εξακολουθούν να αποτελούν βασικό παράγοντα για την επένδυση στις ελληνικές τράπεζες.
Κούρταλη Ελευθερία
Facebook Comments