Οι ελληνικές τράπεζες είναι φθηνές, σημειώνει η Deutsche Bank σε σημερινή της έκθεση όπου προχωρά σε αλλαγή των τιμών στόχων.
Παρά τον κάποιο αντίκτυπο από την άνοδο των spreads των ελληνικών κρατικών ομολόγων, τα επίπεδα κεφαλαίου των ελληνικών τραπεζών είναι άνετα (σε ΕΤΕ και Eurobank) ή κοντά στο να είναι άνετα σύντομα (Alpha Bank), με την Πειραιώς να υστερεί κυρίως – ειδικά δεδομένων των σημαντικά χαμηλότερων επιπέδων κάλυψης έναντι των υπολοίπων, επισημαίνει η γερμανική τράπεζα. Αυτό μαζί με τις καλύτερες αποδόσεις και τις ελκυστικές αποτιμήσεις, θα μπορούσαν να υποδεικνύουν ότι οι ελληνικές τράπεζες γίνονται ένα καλό trade ανάμεσα στις ευρωπαϊκές τράπεζες.
Πάντως, όπως τονίζει η Deutsche Bank, το να είναι κάτι φθηνό δεν αρκεί όταν είναι οι αγορές risk-off, αφήνοντας έτσι τις ελληνικές τράπεζες στο περιθώριο.
“Συνολικά, διατηρούμε εποικοδομητική άποψη για τις ελληνικές τράπεζες, καθώς οι περισσότερες προσπάθειες εκκαθάρισης έχουν ήδη γίνει, ενώ η ανάκαμψη της οικονομίας και τα υψηλότερα επιτόκια αναμένεται να στηρίξουν την ανάκαμψη των ΝΙΙ. Ωστόσο, αναγνωρίζουμε ότι παρά αυτές τις βελτιωμένες τάσεις, πολλά χρόνια δυσκολιών και εκκρεμοτήτων έχουν αφήσει τις ελληνικές τράπεζες στο περιθώριο και πιστεύουμε ότι μόνο η ισχυρή επίδοση και η σταθερή αύξηση κεφαλαίου μπορούν να τις επαναφέρουν στα ραντάρ των επενδυτών”, τονίζει .
Υπό το φως της αυξανόμενης αβεβαιότητας στην ευρωπαϊκή οικονομία, η οποία οδήγησε σε κάποιους κινδύνους στις αγορές, η γερμανική τράπεζα διατηρεί την άποψή της ότι οι ελληνικές τράπεζες είναι απίθανο να απολαύσουν αποτιμήσεις παρόμοιες με εκείνες των ευρωπαϊκών τραπεζών (ακόμη και εκείνων στις περιφερειακές χώρες) μακροπρόθεσμα, παρόλο που θα μπορούσαν να εμφανίσουν RoTE άνω του 7% έως το 2023. Κατά συνέπεια, προτιμά να παραμείνει προσεκτική, προτιμώντας τις πιο σταθερές επιλογές σε λογικές τιμές.
Πιστεύει ότι η καλύτερη επιλογή εξακολουθεί να είναι η Εθνική Τράπεζα δεδομένων των ισχυρών κεφαλαίων και της ισχυρής συνολικής ποιότητας του ενεργητικού της. Συνεχίζει επίσης να βλέπει την Alpha Bank ως καλή επιλογή, αν και βρίσκεται σε λιγότερο προχωρημένη φάση ανάκαμψης από την Εθνική. Το πρόσφατο risk-off κλίμα άφησε την Εθνική σε σημαντικό discount (το οποίο και δεν το αξίζει, δεδομένων των ευνοϊκών προοπτικών για τα επόμενα τρίμηνα, με τον κεφαλαιακό δείκτη CET1 FL πιθανότατα να ομαλοποιείται πάνω από το 12% και τη δυνητικά ισχυρή βελτίωση στα κέρδη). Της αρέσει επίσης η Eurobank, η οποία έχει το πιο ώριμο προφίλ μεταξύ των ελληνικών τραπεζών και απολαμβάνει την υποστήριξη των διεθνών της επιχειρήσεων – αν και θεωρεί ότι η αποτίμησή της είναι λιγότερο ελκυστική. Η Πειραιώς επωφελείται επίσης από καλύτερες προοπτικές κερδοφορίας λόγω της ενίσχυσης του NII. Όμως – παρά τις σημαντικές βελτιώσεις που έχουν επιτευχθεί – είναι η επιλογή με το υψηλότερο ρίσκο, με τα χαμηλότερα επίπεδα κεφαλαίου στον κλάδο
Έτσι, μειώνει την τιμή στόχο για την Alpha Bank από το 1,55 ευρώ πριν στο 1,45 ευρώ με σύσταση “buy”, για την Πειραιώς από το 1,55 ευρώ στο 1,35 ευρώ και σύσταση “hold”, για την Εθνική Τράπεζα από τα 4,5 ευρώ στα 4,4 ευρώ και σύσταση “buy”, και για την Eurobank αυξάνει την τιμή στόχο στο 1,2 ευρώ από 1,15 ευρώ πριν με σύσταση “hold”.
Κατά τη γερμανική τράπεζα, τα προβλήματα του παρελθόντος των ελληνικών τραπεζών γίνονται λιγότερο ανησυχητικά, ειδικά η ποιότητα των περιουσιακών στοιχείων και οι ανησυχίες για τα κεφάλαια έχουν πλέον ξεθωριάσει σε μεγάλο βαθμό (με εξαίρεση την Τράπεζα Πειραιώς).
Το νέο οικονομικό περιβάλλον οδηγεί σε ορισμένες βεβαιότητες – υψηλότερα επιτόκια που σημαίνει ότι τα καθαρά επιτοκιακά έσοδα (NII) θα μπορούσαν να ανακάμψουν ταχύτερα από το αναμενόμενο – αλλά και σε ορισμένες αβεβαιότητες, κυρίως από πιθανή επιβράδυνση λόγω εκκαθάρισης των NPEs και του κόστους.
Σε κάθε περίπτωση, η γερμανική τράπεζα πιστεύει ότι τα θετικά από τα επιτόκια αντισταθμίζουν με το παραπάνω τα αρνητικά, καθώς οι ελληνικές τράπεζες αναμένεται να απολαύσουν την αξιοσημείωτη ευαισθησία τους στις αυξήσεις επιτοκίων. Αναμένει παρόμοιες επιδόσεις μεταξύ των τεσσάρων συστημικών, οδηγώντας σε πάνω από 15% βελτίωση των καθαρών επιτοκιακών εσόδων για τις πρώτες 100 μονάδες βάσης αύξησης των επιτοκίων.
Όπως επισημαίνει, η άλλη όψη του νομίσματος είναι ότι τα επιτόκια αυξάνονται απότομα για τον λάθος λόγο: ανεξέλεγκτος πληθωρισμός, ο οποίος θα μπορούσε να ασκήσει σημαντική πίεση στα κόστη. Από την άποψη αυτή, οι ελληνικές τράπεζες είναι σχετικά καλά προστατευμένες, δεδομένης της διαδικασίας αναδιάρθρωσής τους και ιδιαίτερα αν ληφθεί υπόψη ότι οι αυξήσεις στους μισθούς θα περιοριστούν σωρευτικά σε 5,5% αύξηση για την επόμενη τριετία.
Το άλλο βασικό ζήτημα θα μπορούσε να είναι ο αντίκτυπος στην ποιότητα του ενεργητικού από την επιδείνωση του μακροοικονομικού περιβάλλοντος. Η Deutsche Bank πάντως βλέπει μικρές αρνητικές επιπτώσεις: καθυστερημένη ανάκαμψη αλλά μια σχετικά ασήμαντη αλλαγή στο κόστος κινδύνου, με σταδιακή μείωση σε περίπου 60 μ.β έως το 2024. Ως αποτέλεσμα, εκτιμά ότι η απόδοση ιδίων κεφαλαίων RoTE το 2023 θα κινηθεί στο 7-8%.
Κούρταλη Ελευθερία
Facebook Comments