Κατά τη συνεδρίαση του Σεπτεμβρίου, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα προχώρησε και σε μία σημαντική κίνηση για τους Οργανισμούς Διαχείρισης Χρέους των χωρών της ευρωζώνης καθώς ανακοίνωσε ότι θα αρχίσει να «αποζημιώνει» για τις κρατικές καταθέσεις στις εθνικές κεντρικές τράπεζες, έναντι του 0% που ήταν το επιτόκιο που λάμβαναν. Πλέον και έως τον Απρίλιο του 2023, τα ταμειακά διαθέσιμα των κρατών της ευρωζώνης στις εθνικές κεντρικές τους τράπεζες θα λαμβάνουν ως αποζημίωση το επιτόκιο καταθέσεων της ΕΚΤ, το οποίο αυξήθηκε στο 0,75%.
Αυτό το δώρο φυσικά δεν ήρθε… ουρανοκατέβατα ούτε λόγω γενναιοδωρίας της ΕΚΤ. Η κεντρική τράπεζα φοβήθηκε, έπειτα και από έμμεσες… προειδοποιήσεις της Γερμανίας αλλά και άλλων χωρών, ότι εάν δεν αλλάξει τους κανόνες θα έρθουν τα πάνω κάτω στην αγορά ομολόγων η οποία ήδη απειλείται με τον κίνδυνο του κατακερματισμού.
Οι οργανισμοί διαχείρισης χρέους των χωρών της ευρωζώνης ανησυχούσαν έντονα εδώ και εβδομάδες, με αρκετά meetings να λαμβάνουν χώρο μάλιστα εντός του καλοκαιριού, και από τη στιγμή που η ΕΚΤ ξεκίνησε την ομαλοποίηση της νομισματικής πολιτικής της και έφερε τα επιτόκια στο μηδέν τον περασμένο Ιούλιο. Η ανησυχία ήταν πως σε περίπτωση επικείμενης αύξησης των επιτοκίων θα άρχιζαν να χάνουν από τις καταθέσεις σε περίπτωση που δεν άλλαζε ο κανόνας αυτός της ΕΚΤ. Οι φόβοι είχαν αγγίξει «κόκκινο» όσο πλησίαζε η συνεδρίαση της ΕΚΤ του Σεπτεμβρίου.
Η έξοδος από την εποχή των αρνητικών επιτοκίων η οποία είχε κρατήσει μία δεκαετία, είχε θορυβήσει έντονα τα οικονομικά επιτελεία των κυβερνήσεων της ευρωζώνης, δεδομένου ότι η πολιτική της ΕΚΤ όριζε ανώτατο όριο 0% στις καταθέσεις. Με λίγα λόγια, εάν τα επιτόκια καταθέσεων αυξάνονταν στο 0,25%, 0,50% 0,75% ή σε όποιο θετικό έδαφος, οι… ΟΔΔΗΧ της ευρωζώνης θα λάμβαναν μηδενικό επιτόκιο.
Ωστόσο, σε ένα αυξανόμενο επιτοκιακά περιβάλλον που το κόστος δανεισμού αυξάνει, όποια κυβέρνηση έχει διαθέσιμα, αντί να τα καταθέτει στις εθνικές κεντρικές τράπεζες θα μπορούσε να τα καταθέτει στις εμπορικές τράπεζες μέσω repo με εξασφαλίσεις, δηλαδή σε αντάλλαγμα με κρατικούς τίτλους – γνωστές ως συμφωνίες reverse repo, και να μπορούσε να μειώσει λίγο το διαφορικό επιτόκιο μεταξύ του μηδέν και του κόστους δανεισμού.
Αυτό φυσικά σημαίνει ότι θα «αφαιρέσουν» τίτλους από την αγορά και έτσι θα επιτείνουν το πρόβλημα της έλλειψης ρευστότητας, που τελικά θα «γυρίσει» σε αυξημένο κόστος δανεισμού. Τα προγράμματα αγοράς ομολόγων της ΕΚΤ έχουν μειώσει την προσφορά περιουσιακών στοιχείων, τα οποία είναι συστημικά σημαντικά λόγω της χρήσης τους ως εξασφαλίσεις (collaterals).
Ο προβληματισμός συνεπώς ήταν έντονος ειδικά τις τελευταίες ημέρες όπου η αύξηση των επιτοκίων σε θετικά επίπεδα θεωρούνταν βέβαιη.
Άλλωστε λίγα 24ωρα πριν την συνεδρίαση της ΕΚΤ της 8ης Σεπτεμβρίου, έγινε γνωστό, σύμφωνα με αναφορές, ότι οι οργανισμοί διαχείρισης χρέους της Γερμανίας και της Αυστρίας ήταν σε διερεύνηση επιλογών να μειώσουν τα ταμειακά του διαθέσιμα που είναι παρκαρισμένα στις εγχώριες κεντρικές τράπεζες καθώς οι αυξήσεις επιτοκίων της ΕΚΤ θα τα έκανε λιγότερο ελκυστικά. Όπως ανέφερε το Bloomberg στις αρχές της περασμένης εβδομάδας και πριν τη συνεδρίαση της ΕΚΤ, ο γερμανικός οργανισμός χρέους συζητούσε με τους διαπραγματευτές της αγοράς για τη δυνατότητα αυτή. Μια τέτοια κίνηση θα επέτρεπε στον οργανισμό να αποφύγει τη διατήρηση των μετρητών στον λογαριασμό του στην Bundesbank, όπου θα κέρδιζε λιγότερα από τα επίπεδα της αγοράς, εάν η ΕΚΤ – όπως και αναμενόταν ευρέως – αύξανε τα επιτόκια πάνω από το 0% κατά τη συνεδρίαση του Σεπτεμβρίου.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση της ΕΚΤ, η αλλαγή αυτή θα αποτρέψει μια απότομη εκροή καταθέσεων στην αγορά, τη στιγμή που ορισμένα τμήματα των αγορών repos της ζώνης του ευρώ παρουσιάζουν σημάδια έλλειψης εξασφαλίσεων, και θα επιτρέψει τη σε βάθος αξιολόγηση του τρόπου με τον οποίο οι αγορές χρήματος προσαρμόζονται στην επιστροφή σε θετικά επιτόκια.
Όπως σχολιάζει και η Société Générale, «υπό τις παρούσες συνθήκες, απουσία της απόφασης της ΕΚΤ να αυξήσει το ανώτατο όριο στις κρατικές καταθέσεις, οι κυβερνήσεις θα είχαν κίνητρα να βελτιστοποιήσουν τη διαχείριση των μετρητών τους και να διαφοροποιηθούν σε καταθέσεις σε άλλους αντισυμβαλλομένους (π.χ. εμπορικές τράπεζες) με θετικό επιτόκιο. Αυτό θα είχε οδηγήσει τα επιτόκια repo χαμηλότερα, σε σχέση με το επιτόκιο της διευκόλυνσης καταθέσεων, και θα έκανε τις εξασφαλίσεις ακόμη πιο σπάνιες».
Facebook Comments