Οι περιορισμοί λόγω της πανδημίας έχουν οδηγήσει στη διαδικτυακή οργάνωση των περισσότερων δημοσιογραφικών εκδηλώσεων για την παρουσίαση νέων μοντέλων, διαδικτυακή… οδήγηση, όμως, δεν είναι δυνατή!
Οι τιμές του νέου μοντέλου ξεκινούν από 14.370 ευρώ για την έκδοση με χειροκίνητο κιβώτιο, με στάνταρ εξοπλισμό που περιλαμβάνει ESP, σύστημα αυτόματου φρεναρίσματος με ανίχνευση πεζών και ποδηλάτων, σύστημα αποφυγής πρόσκρουσης σε διασταύρωση, σύστημα αναγνώρισης πινακίδων οδικής σήμανσης, σύστημα υποβοήθησης διατήρησης στη λωρίδα κυκλοφορίας, σύστημα αναγνώρισης κόπωσης οδηγού, 6 αερόσακους, κλιματισμό, ηλεκτρικά παράθυρα εμπρός, κεντρικό κλείδωμα, αυτόματα φώτα, προσαρμοζόμενο cruise control, ηχοσύστημα με Bluetooth, θύρα USB, συμβατότητα με Apple CarPlay και Android Auto και χειριστήρια στο τιμόνι, σύστημα start-stop, σύστημα ελέγχου πίεσης ελαστικών κλπ. Οι τιμές των αυτόματων εκδόσεων ξεκινούν από 16.070 ευρώ.
Τα παραδοσιακά μίνι αυτοκίνητα πόλης με κινητήρες εσωτερικής καύσης βαδίζουν σιγά-σιγά προς κατάργηση, δεδομένου ότι η τεχνολογία που απαιτείται για την προσαρμογή τους στις σύγχρονες προδιαγραφές εκπομπών ρύπων αυξάνει την τιμή τους σε επίπεδο που για πολλούς κατασκευαστές θεωρούνται ασύμφορα, καθώς πλησιάζουν σε αυτά της αμέσως επόμενης κατηγορίας. Το θέμα είναι βεβαίως ότι και η επόμενη κατηγορία, τα 4μετρα σούπερ μίνι, βρέθηκε τα τελευταία δύο χρόνια σε ένα σπιράλ συνεχούς ανόδου των τιμών! Οπότε οι διαφορές εξακολουθούν να υπάρχουν!
Ενώ, λοιπόν, με δεδομένη την -εκβιαστική για την αυτοκινητοβιομηχανία- τάση για άμεση ανάπτυξη της ηλεκτροκίνησης, οι περισσότερες εταιρείες επιλέγουν την εξέλιξη ηλεκτρικών μίνι μοντέλων (που προς το παρόν είναι πολύ ακριβά), ορισμένοι κατασκευαστές επέλεξαν να παραμείνουν παρόντες στην κατηγορία των αυτοκινήτων πόλης με συμβατικά μοντέλα, προσαρμοσμένα βεβαίως στη σύγχρονη πραγματικότητα. Η Toyota είναι μία απ’ αυτές και η επιλογή που έκανε για ένα σύγχρονο μίνι αυτοκίνητο πόλης ήταν να αντικαταστήσει το Aygo με ένα μίνι crossover, προσθέτοντας στο όνομα του νέου μοντέλου και το χαρακτηριστικό “X” δίπλα στο Aygo και αυξάνοντας την απόσταση από το έδαφος κατά 11 χιλιοστά σε σχέση με το προηγούμενο Aygo.
Το Aygo X, όπως συνήθως συμβαίνει με τα νέα μοντέλα, είναι μεγαλύτερο από τον προκάτοχό του κατά 23,5 εκατοστά, εξακολουθώντας παρ’ όλα αυτά να διατηρεί αρκετά «μαζεμένες» διαστάσεις (μήκος 3,7 μ.) που εξασφαλίζουν την απαραίτητη ευελιξία στις αστικές συνθήκες. Μεγαλύτερο είναι και το μεταξόνιο (κατά 90 χιλιοστά), κάτι που εξασφαλίζει μεγαλύτερους εσωτερικούς χώρους, ενώ μεγαλύτερος κατά 60 λίτρα είναι και ο χώρος αποσκευών, φτάνοντας συνολικά τα 231 λίτρα.
Το νέο μοντέλο, άλλωστε, είναι βασισμένο στη νέα πλατφόρμα TNGA της Toyota, πάνω στην οποία βασίστηκε και το νέο Yaris. Στην ουσία, λοιπόν, με δεδομένο και το τύπου crossover αμάξωμα, το Aygo X προσαρμόζεται στην αναπόφευκτη εξέλιξη της μικρότερης κατηγορίας, την παροχή δηλαδή υπηρεσιών σούπερ μίνι σε… σμίκρυνση, με δεδομένο το γεγονός ότι στις σύγχρονες μεγαλουπόλεις πολλοί είναι εκείνοι που μένουν μέσα στην πόλη και εργάζονται λίγο πιο έξω, ή έχουν κάποια δευτερεύουσα κατοικία στα πέριξ. Οπότε χρειάζονται κάτι παραπάνω από ένα εντελώς βασικό «κουτί με 4 ρόδες» για τις καθημερινές μετακινήσεις τους.
Εκεί που είναι σαφής η διαφοροποίηση από το Yaris και τα μεγαλύτερα μοντέλα συνολικότερα, είναι στον τομέα των μηχανικών μερών (και για λόγους κόστους), αφού το Aygo X περιορίζεται σε ένα μόνο 3κύλινδρο χιλιάρη βενζινοκινητήρα που αποδίδει 72 ίππους και συνδυάζεται με χειροκίνητο κιβώτιο 5 ταχυτήτων αλλά και αυτόματο συνεχώς μεταβαλλόμενης σχέσης (CVT), που σίγουρα κάνει πιο ξεκούραστη την οδήγηση στην κίνηση της πόλης.
Επίσης ένα σημαντικό στοιχείο της αναβάθμισης σε σχέση με τα παλιά μίνι αυτοκίνητα πόλης, καθώς οι σημερινοί αγοραστές θέλουν μικρές διαστάσεις αλλά πλήρεις υπηρεσίες, είναι η σημαντική αναβάθμιση του εξοπλισμού, με πολλά ηλεκτρονικά συστήματα ασφαλείας και οδηγικά βοηθήματα, αλλά και πλήρεις υπηρεσίες συνδεσιμότητας. Τέλος, οι αναρτήσεις είναι με γόνατα Μακφέρσον εμπρός και ημιάκαμπτο άξονα πίσω και τα φρένα είναι αεριζόμενοι δίσκοι εμπρός και ταμπούρα πίσω.
Το αυτοκίνητο που είχαμε την ευκαιρία να οδηγήσουμε ήταν στην αυτόματη έκδοση και πρώτη παρατήρηση όταν μπαίνει κανείς σ’ αυτό, είναι ότι δεν δίνει την εντύπωση ότι επιδιώχθηκαν συμβιβασμοί σε επίπεδο λειτουργικότητας για τον οδηγό ή ποιότητας. Προφανώς δεν μιλάμε για πολυτελή κατασκευή και δεν υπάρχουν μαλακά πλαστικά στο ταμπλό, η κατασκευή όμως είναι γεροδεμένη και η συνολική εμφάνιση του εσωτερικού σύγχρονη και αρκετά προσεγμένη. Αλλά και η θέση οδήγησης είναι καλή, προσφέροντας μάλιστα συνεχή και όχι κλιμακωτή ρύθμιση της πλάτης του καθίσματος του οδηγού, κάτι εξαιρετικά ασυνήθιστο ως πρωτοφανές στην κατηγορία!
Ο χιλιάρης ατμοσφαιρικός κινητήρας είναι απολύτως επαρκής για την αστική πραγματικότητα, ακόμα κι όταν κινείσαι στα περίχωρα με ταχύτητες π.χ. 80-90 χλμ./ώρα, απλώς όταν ανεβαίνουν οι στροφές στο πάτημα του γκαζιού, ο θόρυβός του αρχίζει να γίνεται αισθητός. Προφανώς δεν μιλάμε για σπουδαίες επιδόσεις αν βγεις παραέξω (0-100 χλμ./ώρα σε 14,8” για το αυτόματο, 14,9” για το χειροκίνητο κιβώτιο), αλλά είναι ξεκάθαρο ότι δεν είναι ένα αυτοκίνητο που προορίζεται για ταξίδια. Από την άλλη πλευρά αποδεικνύεται ιδιαίτερα οικονομικό και μπορεί μέσα στην πόλη η κατανάλωσή του να περιοριστεί στα 7 λίτρα/100 χλμ. ή και αρκετά παρακάτω αν κινείσαι σε μεγάλες λεωφόρους.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στη διαδρομή που κάναμε (χωρίς χρήση της Αττικής Οδού) για την επιστροφή του στις εγκαταστάσεις της Toyota στην Ελευσίνα (μια διαδρομή που, για να είμαστε… δίκαιοι, είχε περισσότερα κατηφορικά από ανηφορικά κομμάτια) πετύχαμε μέση κατανάλωση 5,1 λίτρα/100 χλμ., τιμή εντυπωσιακά χαμηλή για αυτόματο βενζινοκίνητο αυτοκίνητο χωρίς την παραμικρή υβριδική υποβοήθηση. Το πάτημά του στο δρόμο εμπνέει εμπιστοσύνη, η ποιότητα κύλισης είναι σημαντικά βελτιωμένη και η σταθερότητά του είναι πολύ καλύτερη από αυτή του προηγούμενου μοντέλου, ενώ τιμόνι και φρένα δεν προβληματίζουν.
Facebook Comments