Με βάση την πρόσφατη απόφαση του Αρείου Πάγου και τα όσα έχουν γίνει γνωστά, υπό την απειλή πλειστηριασμού αναμένεται να τεθούν ιδιοκτήτες χιλιάδων ακινήτων, γεγονός που έχει προκαλέσει ανησυχία αλλά και ερωτήματα για το τι σημαίνει η εν λόγω απόφαση για τους δανειολήπτες ενυπόθηκων δανείων σε όλη τη χώρα.
Μιλώντας στον ΤΕΑΜ FM ο δικηγόρος Γιάννης Βαονάκης, που δραστηριοποιείται στην Αθήνα, αναφέρθηκε στην πρόσφατη απόφαση “εξπρές” της ολομέλειας του Αρείου Πάγου, αλλά και το ρόλο της Πολιτείας στο “δρόμο” προς την διαμόρφωση ενός αποτελεσματικότερου πλαισίου που θα συμβάλλει στην προστασία των δανειοληπτών. Παράλληλα, αναφέρθηκε στις επιλογές διευθέτησης των οφειλών αλλά και το πλαίσιο που παρέχει τα απαραίτητα εργαλεία προς την κατεύθυνση αυτή.
Αναφορικά με την απόφαση της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου, ο κος Βαονάκης τόνισε πως ήταν μια απόφαση “ρεκόρ” δεδομένης της ταχύτητας της ελληνικής δικαιοσύνης ενώ αναφέρθηκε και στα δάνεια που έχουν ανατεθεί σε Funds καθώς και τους δύο νόμους που “λειτουργούν παράλληλα”, σκέλος στο οποίο κλήθηκε να απαντήσει με την απόφασή του ο Άρειος Πάγος.
Όπως εξήγησε τα όσα απασχόλησαν την ολομέλεια του Αρείου Πάγου αφορούν τα εξής: “Έχουμε όπως καταλαβαίνουμε τα τελευταία χρόνια, στην καθημερινότητά μας ξένες εταιρίες που έχουν αγοράσει δάνεια από τις ελληνικές τράπεζες, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια αλλά και μέρος των εξυπηρετούμενων και τα οποία έχει ανατεθεί υποχρεωτικά η διαχείριση σε ελληνικές εταιρίες διαχείρισης. Υπάρχουν δύο νόμοι που λειτουργούν παράλληλα. Ο νόμος 3156/2003 και ο 4354/2015, ταυτόχρονοι νόμοι ένας που προϋπήρχε προ εικοσαετίας και ένας που θεσπίστηκε μαζί με αυτές τις εταιρίες. Το ερώτημα που κλήθηκε να απαντήσει ο Άρειος Πάγος είναι κατά πόσο οι εταιρίες που διαχειρίζονται δάνεια που έχουν αποκτηθεί με τον παλιό νόμο, νομιμοποιούνται να προχωρήσουν σε πράξεις εκτέλεσης, πλειστηριασμών δηλαδή ή να παρίστανται στο δικαστήριο. Μέχρι τότε η σημαντικότερη μερίδα της νομολογίας ήταν της άποψης ότι δεν νομιμοποιούνται να το κάνουν. Νομιμοποιούνται μόνο οι εταιρίες του δεύτερου καθεστώτος. Ωστόσο από την πλειοψηφία, μπορεί να είναι και το 99% των περιπτώσεων, είχε επιλεγεί η διαχείριση των δανείων και η απόκτηση να γίνει με τον πρώτο νόμο. Για δύο κατά την άποψή μου λόγους. Πρώτον γιατί δεν υπήρχε η υποχρέωση του δεύτερου νόμου του 2015 να προσκαλέσουν το δανειολήπτη, δώδεκα μήνες πριν την μεταβίβαση, να ρυθμίσει την απαίτησή του, οπότε στην ουσία ξέφευγαν από αυτή την υποχρέωση και προχωρούσαν επιθετικά κατευθείαν στον πλειστηριασμό και δεύτερον γιατί ο πρώτος νόμος δεν συνεπαγόταν τις σημαντικές φορολογικές επιβαρύνσεις που συνεπάγεται ο δεύτερος νόμος. Άρα απέφευγαν θα μπορούσε να πει κανείς την πληρωμή φόρων στο Ελληνικό δημόσιο. Κάποιοι το υπολογίζουν αυτό το ποσό σε νούμερο άνω των 58 δις ευρώ. Είναι ένα τεράστιο ποσό και καταλαβαίνουμε ότι το ζήτημα δεν αφορά μόνο τους δανειολήπτες αλλά κάθε φορολογούμενο πολίτη ο οποίος καλείται να πληρώσει τους φόρους του ενώ αντίστοιχα βλέπουμε τέτοιες εταιρίες να γλυτώνουν τεράστια ποσά. Για μένα το ζήτημα δεν έχει τελειώσει. Ήδη κινούμε και στο πλαίσιο των Δικηγορικών Συλλόγων και έχω την τιμή να συμμετέχω σε μια επιτροπή του ΔΣ ενέργειες τόσο δικαστηριακά όσο και θεσμικά για τη διευθέτηση του ζητήματος. Φαίνεται να υπάρχει μια απόφαση του Αρείου Πάγου το σκεπτικό της οποίας ακόμα δεν έχουμε διαβάσει. Έχουμε διαβάσει στον τύπο διαρροές για τον αριθμό των μελών που αποτελούν την πλειοψηφία και τη μειοψηφία αυτής της απόφασης, κάποιους φερόμενους διαλόγους δικαστικών αλλά σκεπτικό δεν έχουμε διαβάσει ακόμα. Μένει να δούμε και τη γνώμη της πλειοψηφίας και τη γνώμη της μειοψηφίας και αν πράγματι οι διαρροές που υπάρχουν ευσταθούν”.
Δύο δρόμοι για την διευθέτηση
Σε ό,τι αφορά τους πλειστηριασμούς, όπως εξήγησε ο κος Βαονάκης, αλλά και την συχνά επιθετική παρουσία των funds στην διεκδίκηση των οφειλών, ο ίδιος τόνισε πως υπάρχουν δύο τρόποι με τους οποίους ο δανειολήπτης μπορεί, με την συμβουλή του δικηγόρου του, να αντιμετωπίσει το ζήτημα. Όπως υπογράμμισε: “Ο ένας είναι εξωδικαστικά, να προσεγγίσει ακόμη και την εταιρία διαχείρισης που εκπροσωπεί το Fund για να ρυθμίσει το δάνειο του και ο άλλος είναι δικαστικά. Τα δικαστήρια βγάζουν γενναίες αποφάσεις όταν προβάλλονται σωστά νομικά επιχειρήματα. Δεν είναι μόνο το επιχείρημα που πέρασε πρόσφατα από την Ολομέλεια του Αρείου πάγου, υπάρχει σωρεία επιχειρημάτων τα οποία μπορούν να προβληθούν στο πλαίσιο ανακοπών των δανειοληπτών και να ευδοκιμήσουν τα σχετικά δικόγραφα, ακυρώνοντας το πλειστηριασμό. Όμως δεν πρέπει να μπαίνουμε μόνο στη λογική κάνω ανακοπή και ακυρώνω τον πλειστηριασμό, καλό είναι για να δοθεί και μια οριστική λύση στο ζήτημα,να επιδιωχθεί η εξωδικαστική διευθέτηση. Αυτό μπορεί να γίνει με διάφορους τρόπους είτε με διμερή διαπραγμάτευση, είτε με τον εξωδικαστικό μηχανισμό που υφίσταται. Καλό είναι να εξετάζουμε και τα δύο ενδεχόμενα ανάλογα την περίσταση, με υπεύθυνο τρόπο”.
Καθοριστικός ο ρόλος της Πολιτείας
Παρά το γεγονός, όπως εξήγησε ο κος Βαονάκης, πως η απόφαση του Αρείου Πάγου, έγινε με ταχύτατους ρυθμούς η πολιτεία, όπως τόνισε “έχει το περιθώριο να δράσει”. Στο πλαίσιο αυτό, υπογράμμισε: “ Η Πολιτεία έχει το περιθώριο να δράσει, μπορεί να νομοθετήσει στην ορθή νομικά κατεύθυνση που είναι κρίσιμη και για τους δανειολήπτες και για τους φορολογούμενους. Αυτό που η πολιτεία αυτή τη στιγμή τονίζει είναι η ύπαρξη του εξωδικαστικού μηχανισμού διευθέτησης των οφειλών, μπαίνει και ιδιώτης και έμποροι καθώς και νομικά πρόσωπα και εταιρίες. Είναι ένα νομοθέτημα το οποίο τους τελευταίους μήνες έχει αρχίσει να λειτουργεί παρ ότι υπάρχει από το 2020 και για το οποίο προσωπικά είμαι επιφυλακτικός ως προς την αποτελεσματικότητά του. Αυτό είναι που αυτή τη στιγμή η πολιτεία προβάλλει ως το μείζον. Δεν θεωρώ ότι αρκεί για την αντιμετώπιση του προβλήματος”.
Η αποτελεσματικότητα του εξωδικαστικού μηχανισμού διευθέτησης οφειλών
Προς την ίδια κατεύθυνση υπάρχουν βήματα που μπορούν να γίνουν και για την βελτίωση της αποτελεσματικότητας του εξωδικαστικού μηχανισμού διευθέτησης και όπως εξήγησε ο κος Βαονάκης, αν και οι πρόσφατα εξαγγελθείσες τροποποιήσεις, δεν αναμένεται να λύσουν ουσιαστικά το ζήτημα. Και αυτό διότι, όπως υπογράμμισε: “ τίθεται το ζήτημα της συναίνεσης των πιστωτών. Δεν υπάρχει ένα Νομοθέτημα, όπως προϋφιστάμενα νομοθετήματα που μέσα από τη δικαστική κρίση, αν θέλετε, να αναγκάζει τον πιστωτή να δεχτεί μια εύλογη πρόταση για τον οφειλέτη. Μπορεί ένας πιστωτής να αρνείται να συμμετέχει στη διαδικασία, να αρνείται να καταρτίσει την πρόταση η οποία θα προκύψει για τον δανειολήπτη μέσα από την ίδια την πλατφόρμα και τον αλγόριθμο με τον οποίο λειτουργεί. Έτσι όμως δεν κάνουμε τίποτα. Δεν υπάρχει αποτελεσματικότητα ή ένας ασφαλής τρόπος προστασίας. To βάρος συνεχίζει να πέφτει στα δικαστήρια, τα οποία θα καταλήξουν να δικάσουν τις ανακοπές των δανειοληπτών και ανάλογα με τα επιχειρήματα που προβάλλονται εκεί, θα κρίνουν. Θα ήταν καλό να μην είναι μονόδρομος, να υπάρχει ένα καλό πλαίσιο και εξωδικαστικής διευθέτησης να μην εξαρτάται από τις διαθέσεις των εταιριών διαχείρισης οι οποίες είναι άγριες και το έχουμε καταλάβει όλοι τα τελευταία χρόνια”.
Η απόφαση της ολομέλειας του Αρείου Πάγου, παρ ότι δεν έχει ισχύ Νόμου, έχει ισχυρή δεσμευτικότητα για το σύνολο των δικαστηρίων της Επικράτειας, όπως επεσήμανε ο κος Βαονάκης. Συνεπώς, πρόσθεσε: “ Είναι δύσκολο να δούμε δικαστικές αποφάσεις να πηγαίνουν κόντρα σε αυτή την απόφαση. Αυτό που δεν απαγορεύεται είναι να έρθει ο Νομοθέτης και να δώσει λύση στο πρόβλημα ερμηνευτικά. Να διαχωρίσει τα δύο Νομικά πλαίσια και να πει ρητά ότι δεν μπορείτε να προχωρείτε σε πράξεις εκτέλεσης έχοντας κάνει χρήση του πρώτου καθεστώτος, των φοροαπαλλαγών που συνεπάγεται και να έχετε άφεση των υποχρεώσεών. Να επισημάνει ρητά ο Νομοθετής αυτό θα ήταν λύση. Είναι δύσκολο να ζητάμε από ένα δικαστήριο, μικρότερης βαθμίδας από την Ολομέλεια του Αρείου Πάγου να βγάλει αντίθετη απόφαση. Βεβαίως, γενναίοι δικαστές υπάρχουν και θα υπάρχουν”.
“Θα συμβούλευα όσοι έχουν τη δυνατότητα να προχωρήσουν στην διευθέτηση των οφειλών τους”
Στο ερώτημα πάντως τι συστήνεται για τους δανειολήπτες εκείνους που επιθυμούν να προχωρήσουν σε διευθέτηση των υποθέσεών τους και να ρυθμίσουν τις οφειλές τους, ο κος Βαονάκης εξήγησε: “ Η κάθε περίπτωση σαφώς και είναι διαφορετική. Δεν είναι όλοι στρατηγικοί κακοπληρωτές, όπως συνηθίζουμε να λέμε. Δεν είναι άνθρωποι που δανείστηκαν υπέρμετρα, παράλογα και δεν πληρώνουν ενώ έχουν τη δυνατότητα. Αυτό είναι ένα μικρό ποσοστό. Οι περισσότεροι ανέλαβαν τις υποχρεώσεις τους σε χρόνο που πίστευαν ότι μπορούν να τις εξυπηρετήσουν και δεν ξέφυγαν με βάση το πρώτο εισόδημά τους. Αυτοί λόγω μεταβολής των πραγμάτων στην εργασία τους, την οικογενειακή τους κατάσταση, σε πολλά ζητήματα βρέθηκαν σε μια φάση στην οποία δεν μπορούν πλέον να ανταπεξέλθουν στις υποχρεώσεις τους. Αυτοί χρήζουν προστασίας. Σίγουρα θα συμβούλευα όποιον θέλει να διευθετήσει τις οφειλές του. Όποιος θέλει και μπορεί να διασώσει την περιουσία του και να ρυθμίσει τις οφειλές του να το κάνει, είτε διμερώς σε μια διαπραγμάτευση με τις εταιρίες διαχείρισης, είτε με την χρήση του κακού κατά την γνώμη μου εξωδικαστικού μηχανισμού προκειμένου να μην έχει τον κίνδυνο απώλειας της περιουσίας του. Από εκεί και πέρα υπάρχουν περιπτώσεις που θέλουν αλλά δεν μπορούν. Δεν έχουν τη δυνατότητα. Όταν κάνεις προσέγγιση σε μια εταιρία διαχείρισης και σε ένα μέσο νοικοκυριό ζητάει την καταβολή προκαταβολής 20 και 30 χιλιάδων ευρώ μόνο για να ανασταλεί ο πλειστηριασμός, δεν είναι εύκολο για όλες τις οικογένειες να μπορέσουν να διαθέσουν αυτό το ποσό σε ένα μικρό χρονικό διάστημα για να μην προχωρήσει ο πλειστηριασμός. Εκεί πρέπει η πολιτεία να παρέμβει και να συνδράμει. Όχι με εξαγγελίες, αλλά έναν νόμο που να υπάρχει και να μπορεί να τους προστατεύει. Υπάρχει μια νομοθεσία για τον ευάλωτο δανειολήπτη όμως είναι τόσο μικρά τα όρια που μπορεί να υπαχθεί κάποιος που σχεδόν δεν μπαίνει κανείς. Πρέπει να διευρυνθούν τα όρια όσων υπάγονται στην κατηγορία των ευάλωτων αλλά δεν έχουν χαρακτηριστεί έτσι από τον Νομοθέτη με βάσει τα εισοδηματικά τους κριτήρια”.
Πηγή: https://www.goodnet.gr/
Facebook Comments