Στην εποχή μας, η οπαδική βία έχει αποκτήσει νέες διαστάσεις, προσελκύοντας την προσοχή τόσο των αρχών όσο και των ερευνητών.

Το φαινόμενο του χουλιγκανισμού δεν αποτελεί απλώς μια περιθωριακή συμπεριφορά αλλά μια πολυπαραγοντική διαδικασία που εμπλέκει ψυχολογικές, κοινωνικές, και πολιτισμικές πτυχές. Στην καρδιά αυτού του φαινομένου βρίσκεται η διαδικασία της ριζοσπαστικοποίησης.

Η Διαδικασία της Ριζοσπαστικοποίησης

Η ριζοσπαστικοποίηση μπορεί να θεωρηθεί ως μια κλίμακα, με διάφορα στάδια – σκαλοπάτια. Ξεκινάει με την ταυτοποίηση με μια ομάδα και την ανάπτυξη ενός αισθήματος αδικίας. Ακολουθεί η ενεργοποίηση και η δικαιολόγηση της βίας, η οποία σταδιακά μετατρέπεται σε πρόθεση και τελικά σε βίαιη δράση.

Για να εντοπίσουμε τη ριζοσπαστικοποίηση σε άτομα που πλησιάζουν τη οπαδική βία, απαιτείται μια βαθιά κατανόηση των επαφών τους (κοινωνικών τους δικτύων), των προσωπικών τους εμπειριών, και των σημαντικών στιγμών της ζωής τους. Αυτή η διαδικασία είναι περίπλοκη και απαιτεί μια πολυδιάστατη προσέγγιση.

Ο Ρόλος της Οικογένειας

Η οικογένεια αποτελεί έναν θεμελιώδη παράγοντα στην αρχική διαμόρφωση των ατομικών συμπεριφορών και πεποιθήσεων, που μπορεί να παίξει κρίσιμο ρόλο στην πρώιμη φάση της ριζοσπαστικοποίησης, ειδικά σε ό,τι αφορά την οπαδική βία. Συχνά, διαμέσου “αθώων” συμπεριφορών και αντιλήψεων που μεταφέρονται στο οικογενειακό πλαίσιο, τα παιδιά -και συνήθως τα αγόρια- αρχίζουν να ανεβαίνουν τα πρώτα σκαλοπάτια της κλίμακας της ριζοσπαστικοποίησης.

Tα παιδιά πολλές φορές αντιγράφοντας τις πράξεις και τις πεποιθήσεις των γονέων τους. Αυτή η πρώιμη επιρροή μπορεί να φαίνεται αρχικά αθώα, όπως η υποστήριξη μιας αθλητικής ομάδας, αλλά μπορεί να ενθαρρύνει την έντονη ταύτιση με συγκεκριμένες ομάδες. «Τί ομάδα είναι ο πιτσιρικάς;», «μπράβο μεγάλε, είσαι μαζί μας και όχι με τους άλλους τους χαμένους».

Εντός του οικογενειακού πλαισίου, τα παιδιά ενδέχεται να εκτεθούν σε συζητήσεις ή αφηγήσεις που ενισχύουν την αίσθηση αδικίας, ιδιαίτερα σχετικά με αθλητικές ή οπαδικές καταστάσεις. Η «άδικη διαιτησία», οι «παράγοντες τις τάδε ομάδες» που τα «πηγαίνουν καλά με την κυβέρνηση», οι «οπαδοί της δείνα ομάδας» που  «δεν τους αγγίζει η αστυνομία» ενισχύουν αυτήν την αίσθηση αδικίας που μπορεί να τροφοδοτήσει την πεποίθηση ότι οι βίαιες δράσεις είναι δικαιολογημένες ή ακόμη και απαραίτητες.

Ένας σημαντικός σταθμός στην ανάπτυξη των συμπεριφορών που σχετίζονται με την οπαδική βία είναι η ηλικία του Δημοτικού Σχολείου, όπου τα νεαρά αγόρια συχνά συνοδεύονται από τους πατέρες τους για πρώτη φορά στο γήπεδο. Αυτή η εμπειρία έχει συχνά το χαρακτήρα μιας «μύησης», η οποία τονίζεται από τους πατεράδες ως σημαντική και αξέχαστη στιγμή. Σε αυτό το περιβάλλον, τα παιδιά εκτίθενται συχνά σε λεκτική και πιθανώς σωματική βία, την οποία ο πατέρας μπορεί να φαίνεται να δικαιολογεί, ειδικά εντός του πλαισίου του οπαδικού πνεύματος.

Έχοντας ανέβει ήδη -μέσα από το οικογενειακό περιβάλλον- τα πρώτα σκαλιά της ριζοσπαστικοποίησης τα παιδιά φτάνουν στην εφηβεία. Εκεί οι νέοι και οι νέες ερευνούν και διαμορφώνουν την προσωπική τους ταυτότητα. Η προετοιμασία που έχει ήδη γίνει στο σπίτι μπορεί να τους καταστήσει ευάλωτους στο να ανέβουν τα τελευταία σκαλοπάτια της ριζοσπαστικοποίησης από μόνοι τους.

Συμπεράσματα

Η οπαδική βία, που εξερευνάται μέσα από το πρίσμα του χουλιγκανισμού και της οικογενειακής επιρροής, αναδεικνύει την πολυδιάστατη φύση της ριζοσπαστικοποίησης. Αυτή η διαδικασία ξεκινά από την παιδική ηλικία και ενδυναμώνεται από το οικογενειακό περιβάλλον, περιλαμβάνοντας τα στάδια της ταυτοποίησης με μια ομάδα, της ανάπτυξης αισθημάτων αδικίας και της δικαιολόγησης της βίας. Η πρόληψη και αποτελεσματική παρέμβαση απαιτούν βαθιά κατανόηση των κοινωνικών επαφών, των προσωπικών εμπειριών και των στιγμών που σημαδεύουν τη ζωή ενός ατόμου, καθώς και μια συνεργατική προσέγγιση ανάμεσα σε εκπαιδευτικούς, ψυχολόγους, κοινωνικούς λειτουργούς και τις κοινότητες για τη δημιουργία ενός πιο ασφαλούς και ηθικού κοινωνικού περιβάλλοντος.

Facebook Comments