Ικανοποίηση για τα δημοσιονομικά δεδομένα και τους ρυθμούς ανάπτυξης εκφράζει η Κομισιόν στην 3η μεταμνημονιακή έκθεσή της για την Ελλάδα, στέλνοντας παράλληλα μηνύματα για τα κόκκινα δάνεια.
Η έκθεση καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η Ελλάδα διατηρεί την ικανότητά της να εξυπηρετήσει το χρέος της. «Παρά τις πολλές προκλήσεις, η ελληνική οικονομική, δημοσιονομική και χρηματοπιστωτική κατάσταση εξακολουθεί να είναι ανθεκτική», αναφέρει η έκθεση».
Σύμφωνα με την ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους, η Ελλάδα εκτιμάται ότι αντιμετωπίζει χαμηλούς κινδύνους βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, ενώ οι μεσοπρόθεσμοι κίνδυνοι φαίνεται να είναι υψηλοί λόγω του ακόμη υψηλού δείκτη χρέους προς ΑΕΠ. Οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες της κυβέρνησης για την περίοδο 2023 έως 2025 είναι χαμηλές, λόγω των προβλεπόμενων σημαντικών πρωτογενών πλεονασμάτων και της μέτριας απόσβεσης του χρέους. Σημειώνεται ότι η Ελλάδα ζήτησε την πρόωρη αποπληρωμή 5,3 δισ. ευρώ της διευκόλυνσης του ελληνικού δανείου το 2023. Οι αποπληρωμές του κεφαλαίου για τα δάνεια του EFSF ξεκίνησαν φέτος, ενώ η αποπληρωμή των δανείων του ESM θα ξεκινήσει μόλις το 2034. «Η Ελλάδα έχει πολύ μεγάλο ταμειακό απόθεμα και συνεχίζει πρόσβαση στην αγορά και τακτικές επιτυχημένες δημοπρασίες ομολόγων», τονίζει η Επιτροπή.
Όπως τονίζεται στην έκθεση, η 3η αποστολή εποπτείας πραγματοποιήθηκε από τις 2 έως τις 5 Οκτωβρίου 2023, με τη συμμετοχή στελεχών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM) και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ).
Στην έκθεση αναφέρεται ότι, έπειτα από μια ισχυρή μεγέθυνση της παραγωγής το 2022, η οικονομική δραστηριότητα αναμένεται να μετριαστεί, με την αύξηση του ΑΕΠ ωστόσο να υπερβαίνει τη μακροπρόθεσμη αναπτυξιακή δυναμική. Η ελληνική οικονομία αποδείχθηκε ανθεκτική έναντι των εξωτερικών κραδασμών και μεγεθύνθηκε κατά 5,6% το 2022. Το πραγματικό ΑΕΠ αναμένεται να αυξηθεί κατά 2,4% το 2023, 2,3% το 2024 και 2,2% το 2025, σύμφωνα με τις φθινοπωρινές προβλέψεις της Επιτροπής του 2023. Εκτός από την κατανάλωση, ο ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου αναμένεται να αποτελέσει βασικό μοχλό ανάπτυξης, καθώς η εφαρμογή του Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας υποστηρίζει τις επενδύσεις. Οι πρόσφατες φυσικές καταστροφές αναμένεται να έχουν σχετικά μικρό αντίκτυπο στην αύξηση του ΑΕΠ το 2023, καθώς οι πληγείσες περιοχές αντιπροσωπεύουν περιορισμένο μερίδιο της συνολικής προστιθέμενης αξίας.
Έπειτα από την απότομη πτώση το πρώτο εξάμηνο του 2023, ο πληθωρισμός αναμένεται να συνεχίσει να μειώνεται, αν και με βραδύτερο ρυθμό, λόγω της φθίνουσας αρνητικής επίδρασης των προηγούμενων κλυδωνισμών των τιμών της ενέργειας και της σταθερής αύξησης των μισθών εν μέσω αυστηρότερων συνθηκών στην αγορά εργασίας. Η απασχόληση προβλέπεται να αυξηθεί περαιτέρω, αν και με πιο ήπιο ρυθμό σε συνάρτηση με την οικονομική δραστηριότητα. Το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών μειώθηκε το 2023 και αναμένεται να μειωθεί τα επόμενα χρόνια. Ωστόσο, το εξωτερικό ισοζύγιο είναι πιθανό να παραμείνει σε σημαντικό έλλειμμα, επισημαίνεται στην έκθεση.
Το δημοσιονομικό ισοζύγιο προβλέπεται να σημειώσει σταθερό πρωτογενές πλεόνασμα έως το 2023. Το πρωτογενές ισοζύγιο αναμένεται να βελτιωθεί περαιτέρω σε σύγκριση με το 2022 και να φτάσει σε πλεόνασμα 1,1% του ΑΕΠ το 2023, λόγω της σημαντικής μείωσης του κόστους από τα μέτρα δημοσιονομικής στήριξης για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης. Για την αντιμετώπιση των καταστάσεων έκτακτης ανάγκης που σχετίζονται με τις πρόσφατες φυσικές καταστροφές, η κυβέρνηση παρείχε άμεση στήριξη σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις, αυξάνοντας έτσι τις δημοσιονομικές δαπάνες. Το πρωτογενές πλεόνασμα αναμένεται να αυξηθεί περαιτέρω το 2024-2025 λόγω της συγκρατημένης αύξησης των δαπανών και της σταθερής αύξησης των εσόδων. Το απόθεμα ληξιπρόθεσμων οφειλών μειώθηκε, αλλά η μείωση ήταν άνιση: ενώ η πρόοδος ήταν ικανοποιητική στον τομέα των συντάξεων, το επίμονα υψηλό απόθεμα ληξιπρόθεσμων οφειλών στα νοσοκομεία και τα πρόσθετα δημοσιονομικά ταμεία απαιτεί διαρθρωτικές βελτιώσεις.
Όπως τονίζεται στην έκθεση, η κερδοφορία των τραπεζών παραμένει ισχυρή, αλλά η αντιμετώπιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, κυρίως από τους servicers, συνεχίζει να αντιμετωπίζει προκλήσεις. Το 2022 και το πρώτο εξάμηνο του 2023, οι τράπεζες επωφελήθηκαν από την αύξηση των επιτοκιακών περιθωρίων που ενίσχυσε την κερδοφορία, επιτρέποντάς τους να ενισχύσουν τους κεφαλαιακούς δείκτες. Ωστόσο, τα επιτοκιακά περιθώρια αναμένεται να μειωθούν λόγω του αυξανόμενου κόστους χρηματοδότησης, συμπεριλαμβανομένων των υψηλότερων επιτοκίων καταθέσεων.
Η μείωση του αποθέματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ) ανεκόπη το πρώτο εξάμηνο του 2023, έπειτα από τη σημαντική βελτίωση σε μονοψήφια επίπεδα τα τελευταία χρόνια. Αυτό δείχνει τις πιθανές δυσκολίες των τραπεζών να διατηρήσουν τη μείωση των ΜΕΔ μέσω οργανικών σχεδίων, αναφέρεται στην έκθεση. Η προγραμματισμένη επανεκκίνηση του Ελληνικού Σχεδίου Προστασίας Περιουσιακών Στοιχείων (HAPS) αναμένεται να συμβάλει στην περαιτέρω μείωση των ΜΕΔ. Ορισμένα χαρτοφυλάκια που τιτλοποιήθηκαν στο πλαίσιο του αρχικού HAPS εξακολουθούν να αποδίδουν λιγότερο σε σύγκριση με τα αρχικά επιχειρηματικά σχέδια, καθώς η διαχείριση του μη εξυπηρετούμενου χρέους από τους servicers συνεχίζει να αντιμετωπίζει προκλήσεις. Αυτές οι προκλήσεις περιλαμβάνουν καθυστερήσεις στις δικαστικές διαδικασίες, ένα ακόμη υψηλό ποσοστό άγονων πλειστηριασμών και, σε μικρότερο βαθμό, σχετικά χαμηλή –αν και αυξανόμενη– υιοθέτηση της διαδικασίας του εξωδικαστικού μηχανισμού. Η αποτελεσματική αναδιάρθρωση του χρέους από τους πιστωτικούς φορείς και η αποτελεσματική λειτουργία του πτωχευτικού δικαίου, σε συνδυασμό με τη λειτουργία της δευτερογενούς αγοράς για τα ΜΕΔ, θα είναι καθοριστικής σημασίας για την περαιτέρω μείωση των ΜΕΔ και ως εκ τούτου για τη στήριξη της οικονομικής απόδοσης.
Στην έκθεση τονίζεται ότι η διαχείριση των δημοσίων περιουσιακών στοιχείων γίνεται πιο αποτελεσματική χάρη στο νέο νόμο για τη διακυβέρνηση των κρατικών επιχειρήσεων. Το πρώτο εξάμηνο του 2023, η Ελληνική Εταιρεία Περιουσίας και Συμμετοχών πέτυχε τα υψηλότερα έσοδα που έλαβε ποτέ από τα μερίσματα των εταιρειών του χαρτοφυλακίου της. Οι συναλλαγές ιδιωτικοποιήσεων προχωρούν σε γενικές γραμμές σύμφωνα με το σχέδιο.
Επισημαίνεται, τέλος, ότι μέχρι τα τέλη Οκτωβρίου 2023, η Ελλάδα είχε αναβαθμιστεί σε επενδυτική βαθμίδα από δύο από τους τέσσερις οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας που αναγνωρίζει η ΕΚΤ στο πλαίσιο εφαρμογής της νομισματικής πολιτικής. Οι κύριοι λόγοι για τις αναβαθμίσεις ήταν η διαρκής δέσμευση για δημοσιονομική ευθύνη, η ανθεκτική οικονομία και η εφαρμογή οικονομικών μεταρρυθμίσεων. Η Ελλάδα είναι μία βαθμίδα κάτω από την επενδυτική βαθμίδα στους άλλους δύο οίκους αξιολόγησης.
Facebook Comments