Πρόσφατα γράψαμε για την… εκδίκηση των PIIGS και πώς χώρες όπως η Γερμανία και η Γαλλία έφτασαν να αποτελούν τους αδύναμους κρίκους της ευρωζώνης για τους αναλυτές, ενώ η Ελλάδα καθώς και η υπόλοιπη περιφέρεια κατατάσσονται πλέον στις κορυφές προτιμήσεις των διεθνών οίκων.
Πλέον και οι αγορές το «υπογράφουν» αυτό αποδεικνύοντας πως θεωρούν πιο «ασφαλείς» και ελκυστικές τις επενδύσεις σε ομόλογα της Ελλάδας, της Ισπανίας, της Πορτογαλίας, ακόμα και της Ιταλίας, με το δράμα του Βορρά και ειδικά της Γαλλίας να συνεχίζεται και την Ελλάδα να εντάσσεται πλέον και αυτή στο γκρουπ των χωρών της περιφέρειας που δανείζονται φθηνότερα από το Παρίσι…
Οι εξελίξεις στη Γαλλία «τρέχουν» και οι επενδυτές τις παρακολουθούν πολύ στενά. Η γαλλική κυβέρνηση βρίσκεται υπό πίεση να βρει γρήγορες λύσεις στις δημοσιονομικές προκλήσεις και πρέπει να παρουσιάσει σχέδιο για τον προϋπολογισμό του 2025 στο κοινοβούλιο έως τα μέσα του Οκτωβρίου το αργότερο. Παράλληλα, έως τα τέλη Οκτωβρίου, θα υποβάλει στην Κομισιόν το σχέδιο για μείωση του δημόσιου χρέους.
O νέος υπουργός Οικονομικών της Γαλλίας, ο Αντουάν Αρμάν, χαρακτήρισε μάλιστα το έλλειμμα του προϋπολογισμού ένα από τα χειρότερα στην ιστορία και τη δημοσιονομική κατάσταση της χώρας σοβαρή. Η κυβέρνηση ήλπιζε να περιορίσει το δημοσιονομικό έλλειμμα του 2024 στο 5,1% του ΑΕΠ, αλλά οι τελευταίες εκτιμήσεις δείχνουν ότι μπορεί να ξεπεράσει το 6%. Την ίδια στιγμή, το χρέος της Γαλλίας έχει εκτοξευθεί στα 3 τρισ. ευρώ, ή πάνω από το 110% του ΑΕΠ, το υψηλότερο στην Ευρώπη μετά από αυτά της Ελλάδας και της Ιταλίας.
H Γαλλία μπορεί να απέκτησε κυβέρνηση μετά από πολύ καιρό, όμως δεν έχει πείσει τις αγορές ότι θα ξεπεράσει τη δημοσιονομική κρίση. Το κόστος δανεισμού της εκτοξεύτηκε την περασμένη εβδομάδα στο υψηλότερο επίπεδο από την οικονομική κρίση του 2008. Η Πορτογαλία ήταν αυτή που «νίκησε» πρώτη τη Γαλλία τον Ιούνιο και έπειτα από την προκήρυξη πρόωρων εκλογών από τον Εμανουέλ Μακρόν με τα ομόλογα όλων των διαρκειών να έχουν πλέον χαμηλότερες αποδόσεις σε σχέση με τα γαλλικά, ενώ η Ισπανία μόλις την περασμένη εβδομάδα κατάφερε να δανείζεται όχι μόνο βραχυπρόθεσμα αλλά και σε ορίζοντα 10ετίας φθηνότερα από την Γαλλία.
Τα ελληνικά ομόλογα μπήκαν και αυτά στο γκρουπ αυτών που αφήνουν πίσω τους τα γαλλικά. Όλοι οι ελληνικοί τίτλοι διάρκειας έως 5 ετών έχουν απόδοση χαμηλότερη από τους αντίστοιχους γαλλικούς. Σύμφωνα μάλιστα με την Citigroup και τα 10ετή ελληνικά ομόλογα αναμένεται να «ισοφαρίσουν» τη Γαλλία, εντός του 2025, με το ελληνικό spread να υποχωρεί στις 75 μ.β (από τις 96 μ.β τώρα) και στα επίπεδα που θα κινείται το γαλλικό. Εκτός από τα δημοσιονομικά, η εύθραυστη μειοψηφική κυβέρνηση της Γαλλίας επίσης διατηρεί στο «κόκκινο» τις ανησυχίες των αγορών.
Ο νέος πρωθυπουργός της χώρας, Μισέλ Μπαρνιέ πρέπει να εξοικονομήσει 110 δισ. ευρώ τα επόμενα χρόνια για να επαναφέρει το αυξανόμενο χρέος και το έλλειμμα της Γαλλίας σε ευθυγράμμιση με τους κανόνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πολλά από αυτά θα είναι με τη μορφή περικοπής των κρατικών δαπανών. Σε αυτό το πλαίσιο, και υπό τον φόβο των αγορών, η γαλλική κυβέρνηση ανακοίνωσε πως εξετάζει να προχωρήσει σε αυξήσεις φόρων σε πλούσιους και σε μεγάλες γαλλικές επιχειρήσεις, σε μια προσπάθεια να αντιμετωπιστεί το τεράστιο έλλειμμα και να καθησυχάσει τους επενδυτές.
Όπως τόνισε ο Γάλλος κεντρικός τραπεζίτης, Φρανσουά Βιλερουά ντε Γκαλό, ο οποίος τέθηκε υπέρ της αύξησης των φόρων που εξετάζει η κυβέρνηση, «επί 40 χρόνια, λέμε ότι δεν πρέπει να “σπάσουμε” την ανάπτυξη – το αποτέλεσμα είναι ότι το δημόσιο χρέος ξεφεύγει από τον έλεγχο». Ο Βιλερουά προειδοποίησε παράλληλα πως η Γαλλία δεν μπορεί ρεαλιστικά να μειώσει το δημοσιονομικό της έλλειμμα στο όριο του 3% της ΕΕ σε τρία χρόνια, αλλά σε πέντε χρόνια, αν και εφόσον ακολουθεί και η σωστή πορεία δράσης. «Σύντομα θα είμαστε η μόνη χώρα στην Ευρώπη που δεν θα μπορεί να μειώσει το έλλειμμά της εντός του ορίου του 3% του ΑΕΠ», όπως είπε.
Η Γαλλία αποτελεί άλλη μία απόδειξη ότι η δημοσιονομική πορεία και πολιτική έχει μεγάλη σημασία για τις αγορές οι οποίες δεν διστάζουν να «τιμωρήσουν» όποια χώρα στέλνει σήματα… συναγερμού σε αυτό το μέτωπο, ασκώντας σημαντικές πιέσεις στο κόστος δανεισμού της.
‘Άλλωστε, η δημοσιονομική πειθαρχία, σε συνδυασμό και με την πολιτική σταθερότητα, ήταν αυτά που «αποσυνέδεσαν» το κόστος δανεισμού της Ελλάδας από αυτό της Ιταλίας με αποτέλεσμα εδώ και κάποια χρόνια οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων να είναι φθηνότερες από αυτές των ιταλικών τίτλων.
Όπως πολύ χαρακτηριστικά δήλωσε ο Βιλερουά, «είναι επείγον για τη χώρα να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις του ελλείμματος και του χρέους, καθώς οι αγορές ομολόγων στέλνουν όλο και περισσότερο προειδοποιήσεις για τους κινδύνους».
Η Νότια Ευρώπη καταγράφει ισχυρή ανάπτυξη τα τελευταία χρόνια, ενώ οι παραδοσιακές κινητήριες δυνάμεις της Ευρωζώνης, η Γερμανία και η Γαλλία, παλεύουν να ανακάμψουν μετά την πανδημία, όπως σημειώνει η Danske Bank. Η γερμανική τράπεζα αναμένει ότι οι οικονομίες του Nότου θα συνεχίσουν να έχουν καλύτερες επιδόσεις, με στήριξη από την αύξηση των πραγματικών εισοδημάτων και των ισχυρών αγορών εργασίας. Καθώς ο τομέας των υπηρεσιών ήταν ο κύριος μοχλός ανάπτυξης μετά την Covid, αυτό έχει δημιουργήσει ένα χάσμα μεταξύ του Νότου και της υπόλοιπης ζώνης του ευρώ. Στην Ελλάδα οι τομείς των υπηρεσιών αντιπροσωπεύουν το 78% της οικονομίας, στην Ισπανία το 75% και την Πορτογαλία το 77%, έναντι 69% στη Γερμανία. Οι ισχυρές μακροοικονομικές επιδόσεις του Νότου αντανακλώνται στις αναβαθμίσεις των αξιολογήσεων πιστοληπτικής ικανότητας καθώς και στην πολύ ισχυρή σχετική απόδοση που έχουν οι αγορές κρατικών ομολόγων της Ισπανίας, της Πορτογαλίας και της Ελλάδας, όπως τονίζει.
Πηγή: AP Photo/Aurelien Morissard
Facebook Comments