Μία ταινία κινουμένων σχεδίων από την Dreamworks, «Το Ατίθασο Ρομπότ», που θεωρείται ότι ήδη έχει πάρει το δρόμο του για το Όσκαρ της κατηγορίας, είναι η μοναδική πρεμιέρα που ξεχωρίζει από τις τέσσερις καινούργιες ταινίες της εβδομάδας. Ένα εξαίρετο animation που εκτιμάται ότι θα αναθερμάνει την κίνηση στους κινηματογράφους για τα καλά, έπειτα από την κατώτερη των προσδοκιών υποδοχή που είχε το «Joker: Τρέλα για Δύο», από τους θεατές και ειδικά σε σχέση με την πρώτη ταινία του Τοντ Φίλιπς προ πενταετίας. Επίσης, προβάλλεται, σε επανέκδοση, το φημισμένο δράμα του Σάσα Πέτροβιτς «Υπάρχουν και Ευτυχισμένοι Τσιγγάνοι».
Το Ατίθασο Ρομπότ
(” The Wild Robot”) Ταινία κινουμένων σχεδίων, αμερικάνικης παραγωγής του 2024, σε σκηνοθεσία Κρις Σάντερς.
Πέρα από την εικαστική επάρκεια, που εγγυάται το στούντιο της Dreamworks, το τελευταίο animation του μάστορα Κρις Σάντερς («Λίλο και Στιτς», «Πώς να Εκπαιδεύσετε τον Δράκο σας»), είναι και ένας αξιοπρόσεκτος στοχασμός για τη ζωή, τη φιλία και την επιβίωση, σε ένα όλο και περισσότερο αφιλόξενο περιβάλλον, έναν κόσμο που χάνει την ψυχή του.
Ταυτόχρονα, όμως είναι και ένας διάλογος για τη συνύπαρξη με τις νέες τεχνολογίες και την ευκαιρία να επανεξετάσουμε τις επιλογές που επιβάλλονται από τις σύγχρονες συνθήκες. Ένα φιλμ, βασισμένο στο ομώνυμο μπεστ σέλερ του Πίτερ Μπράουν, που δεν απευθύνεται αποκλειστικά στα μικρά παιδιά, όπως συνήθως, αλλά κυρίως στα μεγαλύτερα και στους ενήλικες, που ίσως το ευχαριστηθούν περισσότερο απ’ όλους.
Το ρομπότ Rozzum Unit 7134, εν συντομία Ρόζι, που υποτίθεται ότι είναι εφεύρεση της Silicon Valley, αντί να παραδοθεί για οικιακή χρήση, λόγω ενός τυφώνα, θα ξεβραστεί σε ένα απομακρυσμένο και αφιλόξενο νησί του Ειρηνικού. Εκεί θα ζήσει μία μεγάλη περιπέτεια και πρέπει να προσαρμοστεί στο δύσκολο περιβάλλον. Σταδιακά χτίζει σχέσεις με τα άτακτα ζώα του νησιού, παρά την απροσάρμοστη συμπεριφορά του και γίνεται ο θετός γονιός ενός ορφανού χηνόπουλου.
Ο Σάντερς, εκτελώντας ευφυώς το σενάριό του, όσο το ρομπότ εκπαιδεύεται από τις συνθήκες που βρίσκεται και πρέπει να αντιμετωπίσει, τόσο το κοινό ξανασκέφτεται τις πηγές των ανθρώπινων συναισθημάτων, απ’ τις οποίες απομακρύνθηκε.
Το φιλμ ξεχειλίζει από εγκαρδιότητα, εκφράζει ορισμένες φορές θαυμαστά παγκόσμιες αλήθειες, αλλά και από ένα απροσδόκητο χιούμορ, διανθίζοντας το προσεγμένο σενάριο. Μακριά από διδακτισμούς και κλισέ, το στόρι ξεδιπλώνεται με χάρη και πλήθος εμπνεύσεων, που δεν αποσκοπούν στον εντυπωσιασμό, αλλά ανανεώνουν συνεχώς το ενδιαφέρον. Το καλλιτεχνικό πάθος των δημιουργών είναι εμφανές, οι εικόνες, από τα πρώτα κάδρα μέχρι το τελευταίο πλάνο, αποδεικνύουν το μεράκι όλων των συντελεστών και την πεποίθησή τους ότι η παιδική ψυχαγωγία δεν πρέπει να εξαντλείται μόνο σε ένα εύπεπτο χαριτωμένο animation, που εύκολα μπορεί να βγάλει κέρδος.
Ο πολύπειρος σκηνοθέτης ακολουθεί ένα στιλ κινουμένων σχεδίων πολυπρισματικό και σαρωτικό, εναλλάσσοντας τον νατουραλισμό με τον σουρεαλισμό, ενώ αποτυπώνει ρεαλιστικά τις κινήσεις των ζώων του δάσους, βάζοντάς μας πιο βαθιά στο κινηματογραφικό του σύμπαν.
Η ταινία, που δύσκολα θα χάσει το επόμενο Όσκαρ κινουμένων σχεδίων, προβάλλεται και μεταγλωττισμένη με τις φωνές των Τζίνη Παπαδοπούλου (Ρόζι), Βαγγέλη Στρατηγάκου, Τίτου Γρηγορόπουλου, Μαριάνθη Σοντάκη, Βαγγέλη Ρόκου, Σοφία Καψαμπέλη, Άγγελου Λιάγκου, Βασίλη Μηλιόυ κα.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Ένα ρομπότ ναυαγεί σε ακατοίκητο νησί και πρέπει να προσαρμοστεί στο αφιλόξενο περιβάλλον, ενώ σταδιακά χτίζει σχέσεις με τα ζώα στο νησί και γίνεται ο θετός γονιός ενός ορφανού χηνόπουλου.
Η Ώρα της Σιωπής
(“The Silent Hour”) Αστυνομικό θρίλερ, αμερικάνικης παραγωγής του 2024, σε σκηνοθεσία
Μπραντ Άντερσον, με τους Τζόελ Κίναμαν, Μαρκ Στρονγκ, Σάντρα Μέι Φρανκ, Μάικλ Έκλουντ κα.
Κοινότυπο αστυνομικό θρίλερ, με την πολυχρησιμοποιημένη σεναριακή ιδέα του ντετέκτιβ που πρέπει να αντιμετωπίσει διεφθαρμένους συναδέλφους του για να σώσει την κωφή μάρτυρα ενός φόνου, από τον Μπραντ Άντερσον («Βηρυτός», «Άγρυπνος»), που παρότι έχει δείξει την επαγγελματική του επάρκεια, ακόμη δεν έχει αποδείξει ότι πρέπει να κερδίσει την προσοχή μας.
Ακόμη και το πρόβλημα ακοής, που έχει ο ήρωάς του, είναι πλέον ένα συνηθισμένο «εύρημα», που όλο και συχνότερα βλέπουμε σε αστυνομικές περιπέτειες και θρίλερ. Πρέπει όμως να του πιστώσουμε τη στιβαρή προσέγγιση του θέματός του και την αξιοποίηση τού συμβατικού αλλά καλογραμμένου σεναρίου, παραδίδοντας μία ταινία που τηρεί τις υποσχέσεις της, αν και προς το τέλος είναι φανερό ότι μπαίνει στον αυτόματο πιλότο.
Ένας αστυνομικός, ο Φρανκ, μετά από ένα ατύχημα εν ώρα υπηρεσίας, χάνει την ακοή του και σκέφτεται να φύγει από το αστυνομικό σώμα. Ο συνεργάτης του τον πείθει ότι μπορεί να προσφέρει ακόμη στον νέο ρόλο του, αυτού του διερμηνέα νοηματικής γλώσσας για το τμήμα του. Έτσι, θα βρεθεί αντιμέτωπος με διεφθαρμένους αστυνομικούς, που θέλουν να εξοντώσουν μία κωφή γυναίκα, μάρτυρα ενός διπλού φονικού, την οποία προστατεύει ο Φρανκ.
Από τις αστυνομικές περιπέτειες, που βλέπονται με κάποιο ενδιαφέρον, αλλά ξεχνιούνται ακόμη και πριν από την έξοδο από την κινηματογραφική αίθουσα, αφού το θέμα της διατηρεί όλα τα κλισέ του είδους, έστω και αν ο Άντερσον κάνει ό,τι μπορεί για να κρατήσει το σασπένς ζωντανό, αν και στο φινάλε, μπαίνει στα γνωστά καλούπια του ξεκαθαρίσματος, δείχνοντας ότι έχει ξεμείνει από δυνάμεις και την απαραίτητη έμπνευση.
Έτσι, εν πολλοίς πάει χαμένη η δουλειά που έχει γίνει στους τρεις κεντρικούς χαρακτήρες, αλλά και ορισμένες καλοτραβηγμένες σκηνές δράσης και των στιγμών που ο πρωταγωνιστής πρέπει να έρθει αντιμέτωπος με το πρόβλημα ακοής που έχει.
Στα θετικά η ερμηνεία του Τζόελ Κίναμαν, στον βασικό ρόλο, ενώ σταθερή αξία παραμένει ο Μαρκ Στρονγκ.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Ντετέκτιβ με προβλήματα ακοής, που εργάζεται ως διερμηνέας για το αστυνομικό τμήμα έρχεται αντιμέτωπος με μια ομάδα διεφθαρμένων αστυνομικών που προσπαθούν να εξοντώσουν μία κωφή μάρτυρα φόνου σε μια πολυκατοικία.
Bagman
(“Bagman”) Ταινία τρόμου, αμερικάνικης παραγωγής του 2024, σε σκηνοθεσία Κολμ ΜακΚάρθι, με τους Σαμ Κλάφλιν, Αντόνια Τόμας, Στίβεν Κρι, Κάρελ Βίνσεντ Ρόντεν, Φράνκι Κόριο, Γουίλιαμ Χοπ κα.
Όταν τα παιδικά τραύματα, βγαλμένα από τις σκοτεινές ιστορίες, που λένε επιπόλαια οι μπαμπάδες ή οι παππούδες στα μικρά παιδιά για να φάνε το φαγητό τους ή να καθίσουν ήσυχα, ξυπνούν και γίνονται εφιάλτες. Μία αρχικά έξυπνη ιδέα για τα παιδικά τραύματα, που στα χέρια του Σκοτσέζου σκηνοθέτη Κολμ ΜακΚάρθι, χάνει πολύ γρήγορα το ενδιαφέρον της, καθώς εξαντλείται νωρίτερα από όσο θα περίμεναν και οι φαν του είδους.
Αντιμετωπίζοντας οικονομικά προβλήματα, μετά την επιχειρηματική του αποτυχία, ο Πάτρικ αναγκάζεται να επιστρέψει στο πατρικό του σπίτι, μαζί με τη σύζυγό του και τον γιό του, για να δουλέψει μαζί με τον αδελφό του Λίαμ στην οικογενειακή επιχείρηση ξυλείας. Γρήγορα θα επιστρέψουν και οι εφιάλτες και ο φόβος τού Πάτρικ ότι κάτι κακό θα συμβεί στον γιο του. Παρά τις ενδείξεις για την ύπαρξη ενός ζοφερού πλάσματος, δεν υπάρχουν κάποιες αποδείξεις ότι κινδυνεύει πραγματικά η οικογένειά του. Ο Πάτρικ, έχοντας ακούσει από τον πατέρα του την ιστορία για τον Bagman, μία αρχαία σκοτεινή οντότητα, που υποτίθεται ότι ζει σε ένα κοντινό εγκαταλελειμμένο ορυχείο χαλκού και κυνηγά παιδιά για να γεμίσει την τσάντα του, κάτι που τον είχε στοιχειώσει, θα καταλάβει ότι τώρα πρέπει να ξεπεράσει τους φόβους του και να προστατέψει τον γιο του.
Ο ΜακΚάρθι, εδώ στην πρώτη του αμερικάνικη ταινία, ενώ θα καταφέρει να δημιουργήσει μία απειλητική ατμόσφαιρα από τα πρώτα του πλάνα και θα θυμίσει κάτι από μία σύντομη νουβέλα του Στίβεν Κινγκ, στη συνέχεια θα παραδοθεί στη μανιέρα του είδους, ενώ πολλές φορές θα ξυπνήσει τις «τρομαχτικές» περιπέτειες του Σκούμπι Ντου.
Δηλαδή, ακόμη μία ταινία τρόμου που βρίσκει διανομή, απευθυνόμενη στους φανατικούς του είδους, απ’ αυτούς που δεν χάνουν ποτέ οτιδήποτε εντάσσεται στον horror κινηματογράφο.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Όταν μια απαίσια απειλή από την παιδική του ηλικία επιστρέφει για να τον στοιχειώσει, ένας πατέρας αγωνίζεται απεγνωσμένα ενάντια στον βαθύτερο εσωτερικό φόβο του. Μόνο που αυτή τη φορά, ο αγώνας δεν είναι για τον εαυτό του. Είναι για την οικογένειά του.
Προβάλλονται ακόμη οι ταινίες:
Συνάντησα και Ευτυχισμένους Τσιγγάνους
(“I Even Met Happy Gypsies”) Φημισμένο δράμα, που γύρισε το 1967 ο Σέρβος Σάσα Πέτροβιτς και αποτελεί το χαρακτηριστικότερο δείγμα του λεγόμενου «Μαύρου Κύματος» του Γιουγκοσλαβικού σινεμά. Η ταινία, που υπήρξε πηγή έμπνευσης του Εμίρ Κουστουρίτσα για τον «Καιρό των Τσιγγάνων», σπάει όλα τα θλιβερά στερεότυπα για τους Ρομά και ξεχωρίζει για την ανθρωπιά της, τη ρεαλιστική απεικόνιση της μειονότητας και την αφηγηματική της δύναμη. Ο τσιγγάνος Μπόρα είναι παντρεμένος με μια μεγαλύτερη γυναίκα, αλλά ερωτεύεται τη νεώτερή του Τίσα, την οποία ο πατέρας της θέλει να παντρέψει με έναν νεαρό τσιγγάνο. Η Τίσα απαρνιέται τον άντρα της και φεύγει με τον Μπόρα. Βρίσκουν έναν μοναχό για να τους παντρέψει, αλλά στην προσπάθειά της να πάει μόνη της στο Βελιγράδι, θα πέσει θύμα βιασμού από δύο οδηγούς λεωφορείου και θα επιστρέψει σε κατάσταση εξαθλίωσης στη φυλή της. Στο φιλμ, που ήταν υποψήφια για Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας και κέρδισε το Μέγα Βραβείο στις Κάννες, εμφανίζονται Ρομά, που μιλούν μόνο τη δική τους γλώσσα και πρωταγωνιστούν οι Μπεκίμ Φεχμιού, Ολιβέρα Καταρίνα, Μπάτα Ζιβογίνοβιτς κα.
My Hero Academia: You’re Next
Τέταρτη κατά σειρά ταινία του γνωστού φραντσάιζ από την Ιαπωνία, που γύρισε ο Τενσάι Οκαμούρα το 2024. Εφηβικό υπερηρωικό animation, στο οποίο οι Ντέκου, Μπακούγκο, Τοντορόκι και τα υπόλοιπα μέλη του Προγράμματος Ηρώων του Λυκείου U.A. πρέπει να παλέψουν ενάντια στον Νταρκ Μάιτ και τη μοχθηρή εγκληματική οργάνωση που έχει υπό τον έλεγχό του.
Πηγή: ΑΠΕ/ΜΠΕ
Facebook Comments