Μια νέα μείωση των επιτοκίων που οι αξιωματούχοι της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας θεωρούσαν απίθανη μόλις πριν από τρεις εβδομάδες, φαίνεται τώρα σχεδόν βέβαιη στην συνεδρίαση στις 17 Οκτωβρίου.

Οι έρευνες για τις επιχειρήσεις, οι πρώτες μετρήσεις πληθωρισμού κάτω του 2% μετά από τρία και πλέον χρόνια και η στροφή της Fed προς τη χαλάρωση, έχουν κάνει τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής, ακόμα και τα γεράκια του Δ.Σ της ΕΚΤ, να υποστηρίζουν ότι μία νέα μείωση τώρα, παρά τον Δεκέμβριο που είχαν προηγουμένως εμμέσως πλην σαφώς υποδείξει, είναι πιθανή δεδομένου ότι η κατάσταση της οικονομίας έχει μπει στο προσκήνιο. Άλλωστε, πλέον οι αγορές εκτιμούν τώρα ότι η πιθανότητα νέας μείωσης τον Οκτώβριο είναι 90%, με όλους τους μεγάλους επενδυτικούς οίκους που προηγουμένως «συμφωνούσαν» στην πρόβλεψη μόνο μιας κίνησης τον Δεκέμβριο, να έχουν αλλάξει μαζικά τις απόψεις τους.

Βέβαια, το βλέμμα όλων έχει στραφεί και στην κατάσταση της Μέσης Ανατολής, η οποία εάν κλιμακωθεί επικίνδυνα θα θέσει σημαντικές προκλήσεις για τους κεντρικούς τραπεζίτες διεθνώς. Η γεωπολιτική ένταση ανεβάζει τις τιμές του πετρελαίου και δημιουργεί περαιτέρω ανησυχίες για ανάπτυξη αλλά και για τον πληθωρισμό και τα επιτόκια.

Η εστίαση, και οι ανησυχίες της ΕΚΤ, αφορούν σαφώς την πιο αδύναμη ανάπτυξη στην Ευρωζώνη. Αυτό το έδειξαν ξεκάθαρα τα πρακτικά της συνεδρίασης του Σεπτέμβριου τα οποία δημοσιευτήκαν πριν μερικές ημέρες. «Η ΕΚΤ πρέπει να είναι έτοιμη να αυξήσει τον ρυθμό των μειώσεων επιτοκίων αν οι οικονομικές της προβλέψεις αποδειχθούν υπερβολικά αισιόδοξες, δήλωσε στη συνεδρίαση ο επικεφαλής οικονομολόγος της ΕΚΤ, Φίλιπ Λέιν.

Οι αξιωματούχοι της ΕΚΤ αναγνωρίζουν πλέον σε μεγάλο βαθμό ότι οι καθοδικοί κίνδυνοι για την ανάπτυξη άρχισαν να πραγματοποιούνται, ιδίως μετά την πρόσφατη ανακοίνωση των δεικτών PMI. Η Λαγκάρντ και η Σνάμπελ δήλωσαν ότι η ανάκαμψη της οικονομίας «αντιμετωπίζει αντίθετους ανέμους», οι οποίοι «δεν θα μπορούσαν να αγνοηθούν». Άλλοι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής—συμπεριλαμβανομένου του διοικητή της Τράπεζας της Πορτογαλίας Σεντένο και του διοικητή της Τράπεζας της Λετονίας Κάζακς (ο οποίος μάλιστα είναι στην πλευρά των γερακιών του Δ.Σ)—προειδοποίησαν ότι η ασθενέστερη δραστηριότητα μπορεί να προκαλέσει χαλάρωση στην αγορά εργασίας. Την ίδια στιγμή ωστόσο, η Σνάμπελ υποστήριξε επίσης ότι οι αντίθετοι άνεμοι προς την ανάπτυξη ήταν κυρίως διαρθρωτικοί και δεν μπορούσαν να αντιμετωπιστούν με τη νομισματική πολιτική.

Η στροφή στη στάση τόσο του Κάζακς όσο και άλλων αξιωματούχων είναι αξιοσημείωτη δεδομένου ότι οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής ζητούσαν μια πολύ πιο περίπλοκη σειρά «αποδεικτικών στοιχείων» για να δικαιολογήσουν τις δύο μειώσεις που έκαναν από τον Ιούνιο, τονίζοντας σε κάθε ευκαιρία πως η στρατηγική της ΕΚΤ είναι να ακολουθεί μια προσέγγιση που εξαρτάται από τα δεδομένα. Επίσης, έχουν ταχθεί υπέρ της τήρησης ενός τριμηνιαίου ρυθμού χαλάρωσης για να ταιριάζει με το πρόγραμμα προβλέψεών τους για την οικονομία και τον πληθωρισμό που δημοσιεύονται κάθε Μάρτιο, Ιούνιο, Σεπτέμβριο και Δεκέμβριο.

Ωστόσο, ακόμη και πριν δημοσιεύουν τα στοιχεία για τον πληθωρισμό στην ευρωζώνη τον Σεπτέμβριο, η Λαγκάρντ αναγνώρισε τη δυναμική που συγκεντρώνεται προς μια άλλη κίνηση χαλάρωσης της νομισματικής πολιτικής. «Οι τελευταίες εξελίξεις ενισχύουν την πεποίθησή μας ότι ο πληθωρισμός θα επιστρέψει στον στόχο εγκαίρως», όπως είπε σε ομιλία της στο Ευρωκοινοβούλιο. «Θα το λάβουμε αυτό υπόψη στην επόμενη συνεδρίαση για τη νομισματική πολιτική».

Λίγα 24ωρα μετά τη συνεδρίαση του Σεπτεμβρίου, πολλοί αξιωματούχοι δήλωναν πως έκριναν ότι η μείωση επιτοκίων αυτόν τον μήνα ήταν μια επιλογή έκτακτης ανάγκης και όχι οτιδήποτε πιθανό να πραγματοποιηθεί. Ένα μικρότερο από το συνηθισμένο κενό μόλις πέντε εβδομάδων μεταξύ των δύο συνεδριάσεων αποτελούσε ένα σημαντικό λόγο για στάση αναμονής.

Αλλά έχει γίνει φανερό πλέον ότι η οικονομία αγωνίζεται να αναπτυχθεί.

Τι αναμένουν οι αναλυτές

Η Citigroup αναθεώρησε τις προσδοκίες της για την προσεχή συνεδρίαση της ΕΚΤ, σημειώνοντας πως και αναμένει τώρα το επιτόκιο της διευκόλυνσης καταθέσεων να μειωθεί στις 17 Οκτωβρίου κατά 25 μονάδες βάσης, φέρνοντάς το στο 3,25%, ενώ προηγουμένως δεν προέβλεπε κάποια κίνηση αυτόν τον μήνα. Αυτό δεν αλλάζει τις προσδοκίες της για τις επόμενες συνεδριάσεις, αν και φέρνει ολόκληρη την πορεία των επιτοκίων κατά έξι εβδομάδες νωρίτερα. Η Citi αναμένει ότι η ΕΚΤ θα μειώνει τα επιτόκια κατά 25 μονάδες βάσης σε κάθε συνεδρίαση μέχρι τη στιγμή που η νομισματική πολιτική βρίσκεται σε επεκτατικό έδαφος, πράγμα που σημαίνει πιθανώς τα επιτόκια κάπου μεταξύ του 1,50% και 2,00% κατά τη διάρκεια του 2025 και πιθανότατα τον Σεπτέμβριο του 2025.

Και η Société Générale προχώρησε σε αναθεώρηση των εκτιμήσεών της για τα επιτόκια, σημειώνοντας πως με τις νέες  προβλέψεις για την ανάπτυξη και τον πληθωρισμό, συμπεριλαμβανομένου του ασθενέστερου από το αναμενόμενο πληθωρισμού του γ’ τριμήνου και της ανησυχητικά αδύναμης επιχειρηματικής εμπιστοσύνης, πιστεύει ότι η ΕΚΤ θα μειώσει ξανά τα επιτόκια τον Οκτώβριο για να αποφύγει να μείνει πίσω από την καμπύλη και να διατηρήσει ανοιχτές τις επιλογές της για τη συνεδρίαση του Δεκεμβρίου. Κατά τη γαλλική τράπεζα, οι μειώσεις θα σταματήσουν τον Ιούνιο του 2025 όταν το επιτόκιο καταθέσεων φτάσει στο 2,5%, υψηλότερα από ότι το βλέπει η αγορά καθώς, όπως σημειώνει, θεωρεί ότι οι συνθήκες της αγοράς εργασίας μπορεί να παραμείνουν σφιχτές παρά την αδύναμη δραστηριότητα για διαρθρωτικούς λόγους.

Ενώ αναμενόταν η πτώση του PMI της Ευρωζώνης τον Σεπτέμβριο, το μέγεθός της υποδηλώνει πολλά, τονίζει η HSBC η οποία πλέον αναμένει διαδοχικές μειώσεις επιτοκίων από την ΕΚΤ. Ο σύνθετος δείκτης PMI της Ευρωζώνης υποχώρησε στο 48,9 και σηματοδοτεί συρρίκνωση για πρώτη φορά από τον Φεβρουάριο, συνεπώς, οι κίνδυνοι μιας πιο έντονης επιβράδυνσης της δραστηριότητας έχουν σαφώς αυξηθεί. Η HSBC έτσι εκτιμά ότι η ΕΚΤ θα μειώνει τα επιτόκια κατά 25 μονάδες βάσης σε κάθε συνεδρίαση από τον Οκτώβριο έως τον Απρίλιο του 2025, όταν το βασικό επιτόκιο καταθέσεων φτάσει στο 2,25%. Σε αυτό το σημείο, η πολιτική θα πρέπει να είναι σχεδόν ουδέτερη ή ακόμη και ελαφρώς επεκτατική. Προηγουμένως ανέμενε μειώσεις σε κάθε συνεδρίαση έως ότου το βασικό επιτόκιο καταθέσεων φτάσει στο 2,50%, τον Σεπτέμβριο του 2025.

Από τη συνεδρίαση του Σεπτεμβρίου, τα στοιχεία της ευρωζώνης ήταν σημαντικά πιο αδύναμα από ό,τι αναμενόταν (συμπεριλαμβανομένων των PMI του Σεπτεμβρίου και των εθνικών επιχειρηματικών ερευνών) και η Fed προχώρησε σε μείωση 50 μ.β, όπως σημειώνει η Goldman Sachs. Ο σχολιασμός της ΕΚΤ παραμένει μη δεσμευτικός, αλλά τονίζεται η εξάρτηση από τα δεδομένα και η προσέγγιση από συνεδρίαση σε συνεδρίαση. «Υπάρχουν πλέον αρκετές εκπλήξεις σε σχέση με τις προβλέψεις του προσωπικού της ΕΚΤ του Σεπτεμβρίου και έτσι περιμένουμε μείωση στις 17 Οκτωβρίου. Συνολικά προβλέπουμε διαδοχικές μειώσεις επιτοκίων κατά 25 μονάδες βάσης σε κάθε συνεδρίαση με τελικό επιτόκιο 2% τον Ιούνιο του 2025», τονίζει η αμερικάνικη τράπεζα.

Τέλος, η Deutsche Bank υιοθέτησε μια ταχύτερη εξομάλυνση της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ ως το νέο βασικό της σενάριο. Αντί να επιστρέψει στα ουδέτερα επιτόκια πολιτικής (2,00-2,50%) μέχρι το τέλος του 2025, αναμένει τώρα ότι τα ουδέτερα επιτόκια θα επιτευχθούν έξι μήνες νωρίτερα στα μέσα του 2025. . Το βασικό μας σενάριο προϋποθέτει συνεχόμενες μειώσεις 25 μ.β, καθώς τα επιτόκια μειώνονται σε ουδέτερα επίπεδα μέχρι τα μέσα του 2025. Εάν η πρόσφατη ασθενέστερη ανάπτυξη και οι τάσεις του πληθωρισμού συνεχιστούν, μια μείωση κατά 50 μονάδες βάσης τον Δεκέμβριο θα μπορούσε να είναι πιθανή», τονίζει η Deutsche Bank.

 

Facebook Comments