Το αποτέλεσμα των αμερικάνικων εκλογών αφαίρεσε μία μεγάλη αβεβαιότητα, ωστόσο έφερε μαζί του πολλές νέες καθώς και κινδύνους για την παγκόσμια οικονομία και φυσικά την Ευρώπη.
Οι οικονομολόγοι προειδοποιούν ότι με μια δεύτερη θητεία του Ντόναλντ Τραμπ, που χαρακτηρίζεται από επιστροφή σε προστατευτικές πολιτικές, όπως οι νέοι δασμοί στις ευρωπαϊκές εξαγωγές, καθώς και την πίεση για αύξηση των αμυντικών δαπανών, η ήδη υποτονική οικονομική ανάπτυξη στην ευρωζώνη θα μπορούσε να αντιμετωπίσει πρόσθετους αντίθετους ανέμους. Ωστόσο, η επιστροφή του Τραμπ δεν πρέπει να εκληφθεί ως απειλή για την ΕΕ, αλλά ως μία ευκαιρία και ένα σύνθημα συσπείρωσης.
Η δεύτερη θητεία του Τραμπ βρήκε την ευρωπαϊκή οικονομία σε μια πολύ λιγότερο… βολική στιγμή από ότι η πρώτη. Το 2016-2017, η Ευρώπη ήταν σχετικά ισχυρή με ρυθμούς ανάπτυξης της τάξης του 2%-2,8%. Η ευρωζώνη μάλιστα το 2017 σημείωσε τον ταχύτερο ρυθμό ανάπτυξης από το 2007, στο 2,5% . Αυτή τη φορά, βιώνει αναιμική ανάπτυξη και παλεύει με τη χαμένη ανταγωνιστικότητα. «Ένας επικείμενος νέος εμπορικός πόλεμος με δασμούς από 10% έως 20% στα ευρωπαϊκά αγαθά θα μπορούσε να ωθήσει την οικονομία της ευρωζώνης από την υποτονική ανάπτυξη ακόμα και σε ύφεση», σημειώνει ο Κάρστεν Μπρζέσκι, επικεφαλής οικονομολόγος της ING. Επιπλέον, η αβεβαιότητα σχετικά με τη στάση του Τραμπ για την Ουκρανία και το ΝΑΤΟ θα μπορούσε να υπονομεύσει τους πρόσφατα σταθεροποιημένους δείκτες οικονομικής εμπιστοσύνης σε ολόκληρη την ευρωζώνη. Η απορρύθμιση τόσο του τεχνολογικού όσο και του χρηματοπιστωτικού τομέα στις ΗΠΑ θα «χτυπήσει» τους ήδη άνισους όρους ανταγωνισμού. «Οι οικονομικές πολιτικές του Τραμπ θα μπορούσαν να κανιβαλίσουν περαιτέρω την ευρωπαϊκή ανταγωνιστικότητα», όπως τονίζει ο Μπρζέσκι.
Η ευρωζώνη αντιμετωπίζει τώρα ένα πολύ δύσκολο εξωτερικό περιβάλλον. Οι ΗΠΑ είναι η κύρια εξαγωγική τους αγορά της Ε.Ε αντιπροσωπεύοντας περίπου το 16% των εξαγωγών. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Κομισιόν, οι εξαγωγές αγαθών προς τις ΗΠΑ το 2023 ήταν 502,3 δισ. ευρώ, με τα μηχανήματα και τα οχήματα να αποτελούν σχεδόν 207,6 δισ. ευρώ του συνόλου. Μόνο οι εξαγωγές αυτοκινήτων ανήλθαν σε περίπου 40 δισ. ευρώ, με το μερίδιο του λέοντος να προέρχεται από τη Γερμανία.
Σύμφωνα με την Goldman Sachs, εάν ο Τραμπ επιβάλει 10% δασμούς στην Ευρώπη, η οικονομική παραγωγή της ευρωζώνης θα μπορούσε να χτυπηθεί κατά 0,5% σε όρους πραγματικού ΑΕΠ, με τη Γερμανία να αντιμετωπίζει συρρίκνωση 0,6% και την Ιταλία κατά 0,3%.
Ανάλογες είναι και οι προβλέψεις της UniCredit, ενώ η ABN Amro εκτιμά πως το συνολικό χτύπημα στην ανάπτυξη θα είναι της τάξης του 1,5% του ΑΕΠ.
Οι υψηλότεροι δασμοί είναι πιθανό να μειώσουν τις εξαγωγές της ευρωζώνης όχι μόνο προς τις ΗΠΑ αλλά και, έμμεσα, σε άλλους εμπορικούς εταίρους που επηρεάζονται αρνητικά από την πολιτική Τραμπ. ΗΠΑ. Οι δασμοί 60% τις εισαγωγές από την Κίνα θα μπορούσαν να δημιουργήσουν κάποια αποτελέσματα εκτροπής του εμπορίου, αλλά, όπως σημειώνει η UniCredit, οποιαδήποτε θετική επίδραση στις ευρωπαϊκές εξαγωγές από αυτό θα υπερ-αντισταθμιστεί από τις επιπτώσεις ενός ασθενέστερου κινεζικού νομίσματος και της βραδύτερης αύξησης του ΑΕΠ στην Κίνα. Η Κίνα αντιπροσωπεύει περίπου το 10% των εξαγωγών της ΕΕ.
Η μείωση του παγκόσμιου εμπορίου θα επιβαρύνει το καταναλωτικό κλίμα καθώς και το επιχειρηματικό, ιδιαίτερα στον τομέα της μεταποίησης, ενώ θα ασκήσει πίεση στα περιθώρια κέρδους των ευρωπαϊκών εταιρειών. «Η πιο αδύναμη ζήτηση των νοικοκυριών και οι χαμηλότερες εταιρικές επενδύσεις βραχυπρόθεσμα είναι αναμφισβήτητα εξίσου μεγάλη πρόκληση για τις ευρωπαϊκές οικονομίες όσο και οι δασμοί», όπως σημειώνει η UBS.
Είναι επίσης πιθανές διακοπές της εφοδιαστικής αλυσίδας. Με τις εξαγωγές προς τις ΗΠΑ να ανέρχονται σχεδόν στο 4% του ΑΕΠ, η Γερμανία θα ήταν η πιο πληγείσα μεγάλη χώρα της ευρωζώνης. Σύμφωνα με το γερμανικό ifo, η οικονομική ζημία στη Γερμανία από τις συνολικές επιπτώσεις της επιβολής δασμών 20% σε όλους τους εμπορικούς εταίρους και 60% στις εισαγωγές από την Κίνα, υπολογίζεται στα 33 δισ. ευρώ.
Παράλληλα, η αδύναμη εξωτερική ζήτηση και η αυξημένη αβεβαιότητα σε μια εποχή που τα περιθώρια κέρδους μειώνονται θα βλάψουν τις επενδύσεις και θα θολώσουν τις προοπτικές για την απασχόληση.
Εκτός από τις οικονομικές επιπτώσεις των υψηλότερων δασμών, η επιστροφή του Τραμπ θα μπορούσε να επιφέρει ανανεωμένες πιέσεις για τις αμυντικές δαπάνες στην Ευρώπη. Σε περίπτωση που η ΕΕ χρειαστεί να αντισταθμίσει τη μειωμένη στρατιωτική υποστήριξη των ΗΠΑ στην Ουκρανία και να εκπληρώσει τον στόχο αμυντικών δαπανών του ΝΑΤΟ στο 2% του ΑΕΠ, θα μπορούσε να αντιμετωπίσει σημαντική οικονομική επιβάρυνση. Η Goldman Sachs εκτιμά ότι οι δαπάνες αυτές θα μπορούσαν να κοστίσουν στην ΕΕ επιπλέον 0,5% του ΑΕΠ ετησίως.
Η μεγάλη ευκαιρία
Η «κρίση» που προκαλεί ο Τραμπ στην Ευρώπη ωστόσο, θα μπορούσε να αποτελέσει και μία μοναδική ευκαιρία για την περιοχή να «ενωθεί» περισσότερο και να γίνει ισχυρότερη.
Κατά την πρώτη θητεία Τραμπ, ο Εμανουέλ Μακρόν και η Άνγκελα Μέρκελ αποτελούσαν έναν ισχυρό πολιτικός άξονας. Σήμερα, η Γαλλία έχει μία εύθραυστη κυβέρνηση και η γερμανική κυβέρνηση μόλις κατέρρευσε. Δεν υπάρχει ένα ισχυρό «προπύργιο» και αυτό δημιουργεί αμφιβολίες για την ικανότητα της Ευρώπης να βρει επαρκείς απαντήσεις στον Τραμπ.
Η εύρεση αυτών των απαντήσεων δεν είναι ωστόσο το πρόβλημα. Υπάρχουν ήδη στην έκθεση Ντράγκι, μέσω της οποίας ο πρώην επικεφαλής της ΕΚΤ τόνισε την επιτακτική ανάγκη για μεταρρυθμίσεις, απορρύθμιση, διασυνοριακές δραστηριότητες και μεγάλης κλίμακας επενδύσεις για τη βελτίωση της ανάπτυξης, της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας της Ευρώπης.
Ο Μάριο Ντράγκι προέτρεψε μάλιστα τους ηγέτες της ΕΕ αμέσως μετά το αποτέλεσμα των εκλογών στις ΗΠΑ, να επιταχύνουν τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, προειδοποιώντας ότι περαιτέρω καθυστερήσεις θα επιδεινώσουν την οικονομική στασιμότητα της Ευρώπης. «Οι συστάσεις από την έκθεση ανταγωνιστικότητας είναι ήδη επείγουσες, δεδομένης της τρέχουσας οικονομικής κατάστασης. Έχουν γίνει ακόμη πιο επείγουσες μετά τις πρόσφατες εκλογές στις ΗΠΑ», δήλωσε στη συνεδρίαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. «Η προεδρία του Τραμπ θα αποτελέσει μια ουσιαστική διαφορά στις σχέσεις ΗΠΑ-Ευρώπης, αλλά δεν είναι όλα προς την αρνητική κατεύθυνση. Η Ευρώπη πρέπει να αναγνωρίσει αυτή τη νέα πραγματικότητα και να ενεργήσει ανάλογα», πρόσθεσε.
«Σίγουρα, είναι πιο εύκολο να το πεις παρά να το κάνεις, αλλά το… “αν όχι τώρα, τότε πότε;” είναι, για άλλη μια φορά, το μεγάλο ερώτημα για την Ευρώπη», τονίζει ο Μπρζέσκι της ING.
Facebook Comments