«Είναι πολύ δύσκολο να κυβερνήσεις μία χώρα που έχει 246 διαφορετικά είδη τυριών» έλεγε ο αείμνηστος Σαρλ ντε Γκωλ, ο μεγαλύτερος μεταπολεμικός ηγέτης της Γαλλίας. Κατ’ αυτόν τον τρόπο «ο στρατηγός» ήθελε να υπενθυμίσει την ασυνήθιστη πολυμορφία αυτής της πανέμορφης, αλλά ενίοτε απρόβλεπτης χώρας, καθώς και την απροθυμία των συμπατριωτών του να συμμορφώνονται με άνωθεν εντολές.

Στις δυσκολίες της πολιτικής προστίθενται, στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, οι καταναγκασμοί των αγορών. Είτε από πρόθεση, είτε από αδυναμία, είτε γιατί δεν βλέπουν καλύτερη εναλλακτική λύση, οι πολιτικοί ταγοί σε Ευρώπη και Αμερική έχουν ουσιαστικά αποκηρύξει το «πρόσταγμα της πολιτικής» («Primat der Politik» στη γερμανική ορολογία των πολιτικών επιστημών) και αφήνουν την οικονομία να χαράξει τις κατευθυντήριες γραμμές.

Η κατάρτιση του κρατικού προϋπολογισμού δεν είναι μία απλή λογιστική πράξη για την ορθολογική κατανομή των δημοσίων πόρων, αλλά αποτελεί κεντρικό στοίχημα για την επιβίωση της κάθε κυβέρνησης. Αυτό ισχύει κατ’ εξοχήν στην Ευρωζώνη, όπου αλληλοσυνδέονται οι εθνικές οικονομίες και εκλείπουν οι δυνατότητες για παρεμβάσεις μέσω της νομισματικής πολιτικής, εάν εξαιρέσουμε τις όποιες διορθωτικές κινήσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.

«Χαμένοι στη μετάφραση» των αγορών

Το είχαμε δει αυτό πολλές φορές στη διάρκεια της «ελληνικής κρίσης». Ήταν η εποχή που τα μεγαλύτερα ευρωπαϊκά ΜΜΕ εξέφραζαν αγωνία για την πιθανή μείωση του ΦΠΑ στην εστίαση ή για τη διάθεση του βρεφικού γάλατος εκτός φαρμακείων. Το παράξενο είναι ότι οι πολιτικοί ταγοί – με κάποιες εξαιρέσεις ασφαλώς – δεν έδειξαν να αντιλαμβάνονται πως τους «διαβάζουν» οι αγορές και πως γίνονται αντιληπτές οι αποφάσεις τους εκτός συνόρων. Αυτό που έλεγαν με επιμονή ήταν ότι «υπάρχει ένα προσωρινό πρόβλημα ρευστότητας», ενώ αυτό που καταλάβαιναν οι διεθνείς πιστωτές ήταν ότι «η Ελλάδα βάζει σε κίνδυνο τις συντάξεις μας». Κατά κάποιον τρόπο ήμασταν «χαμένοι στη μετάφραση» την εποχή εκείνη.

Κάτι παρόμοιο, εν μέρει, φαίνεται να επαναλαμβάνεται αυτές τις μέρες στη Γαλλία. Η πολιτική εστιάζει στους φορολογικούς συντελεστές για το φυσικό αέριο, ενώ το έλλειμμα του προϋπολογισμού για το 2025 προβλέπεται να υπερβεί το 7% του ΑΕΠ. Το γαλλικό δημόσιο χρέος φτάνει ήδη το 112%, όχι πολύ μακριά από το ποσοστό του 127%, στο οποίο είχε εκτοξευθεί το ελληνικό δημόσιο χρέος το 2009.

Αλλά κάπου εδώ σταματούν οι ομοιότητες μεταξύ Ελλάδας και Γαλλίας. Διότι το σημαντικό δεν είναι μόνο «πόσα σου χρωστάνε», αλλά και «ποιοι σου χρωστάνε». Η Γαλλία είναι ιδρυτικό μέλος της παλαιάς ΕΟΚ, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωζώνης. Συνεισφέρει στον κοινοτικό προϋπολογισμό πολύ περισσότερα από όσα λαμβάνει μέσω ευρωπαϊκών προγραμμάτων. Είναι η δεύτερη σε μέγεθος οικονομία της Ευρώπης, με μία παραγωγική βάση και μία βιομηχανική ευρωστία που δεν συγκρίνονται με την αντίστοιχη της Ελλάδας.

Η θεσμική θωράκιση της ευρωζώνης

Επιπλέον δε, η ευρωζώνη έχει αντλήσει χρήσιμα διδάγματα από την «ελληνική κρίση» και διαθέτει μία σειρά εργαλείων για να αντιμετωπίσει πιο αποτελεσματικά μία μελλοντική γαλλική κρίση. Το πρόβλημα είναι βέβαια ότι όλα αυτά τα εργαλεία δεν πρόκειται να ενεργοποιηθούν απλά και μόνο επειδή το επιθυμεί η Γαλλία. Θα χρειαστούν διαβουλεύσεις με τους εταίρους που φοβούνται μετάδοση της κρίσης, μάλλον θα απαιτηθεί και ένα «εσωτερικό μνημόνιο» για να περάσουν οι περικοπές που δεν μπορούσε να περάσει ο απερχόμενος πρωθυπουργός Μισέλ Μπαρνιέ.

Έως τότε ο Γάλλος πρόεδρος Εμμανουέλ Μακρόν θα επιχειρήσει να παραμείνει ρυθμιστής του πολιτικού παιχνιδιού, ερμηνεύοντας τους κανόνες κατά το δοκούν. Φαίνεται ότι ακολουθεί ένα άλλο θρυλικό ρητό του αείμνηστου Σαρλ ντε Γκωλ: «Όταν θέλω να μάθω τι σκέπτεται η Γαλλία», έλεγε ο στρατηγός, «ρωτάω τον εαυτό μου».

DeutscheWelle.com

Facebook Comments