Η συζήτηση για την πτώση του ευρώ στην απόλυτη ισοτιμία με το δολάριο για πρώτη φορά από τα τέλη του 2022, ή και χαμηλότερα, έχει αναζωπυρωθεί το τελευταίο διάστημα και έπειτα από τις αμερικάνικες εκλογές, λόγω των φόβων ότι ένας νέος εμπορικός πόλεμος θα χτυπήσει την ήδη πολύ αδύναμη οικονομία της ευρωζώνης.

Την ίδια στιγμή η κλιμάκωση των γεωπολιτικών εντάσεων στο μέτωπο του πολέμου Ρωσίας-Ουκρανίας, το ασταθές πολιτικό σκηνικό στη δύο μεγαλύτερες χώρες του ευρώ, τη Γερμανία και Γαλλία, σε συνδυασμό με τον συνεχιζόμενο εξαιρετισμό των ΗΠΑ, διαμορφώνουν ένα δύσκολο σκηνικό για το κοινό νόμισμα τουλάχιστον στις αρχές του 2025.

Το ευρώ πραγματοποίησε βουτιά έως και το 1,03 έναντι του δολαρίου, το χαμηλότερο επίπεδο από τον Νοέμβριο του 2022 την περασμένη εβδομάδα, από το 1,09 που κινούνταν πριν τις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ στις 5 Νοεμβρίου, και το 1,12 το Σεπτέμβριο. Oι αναλυτές εκτιμούν πως η περαιτέρω αδυναμία του και (κυρίως) η δύναμη του δολαρίου, είναι το πιθανότερο σενάριο για το επόμενο διάστημα.

Κατά την Bank of America, η πορεία του ευρώ εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις πολιτικές των ΗΠΑ. Ο οίκος εξακολουθεί να θεωρεί την ισοτιμία με το δολάριο ως ένα ακραίο σενάριο, το οποίο θα απαιτήσει υπερβολικά υψηλούς δασμούς, ωστόσο, όπως τονίζει πως η περαιτέρω ισχύς του δολαρίου βραχυπρόθεσμα είναι πιθανή λόγω της αβεβαιότητας της πολιτικής και των δασμών που θα εφαρμοστούν στις αρχές του επόμενου έτους. Πάντως εκτιμά πως στη συνέχεια το ευρώ έχει πιθανότητες να ανακάμψει. «Η απουσία πληθωριστικών πολιτικών στις ΗΠΑ, σε ένα σενάριο στο οποίο οι περιορισμένοι και στοχευμένοι δασμοί οδηγούν σε εμπορικές συμφωνίες και οι περικοπές δαπανών αντισταθμίζουν τις φορολογικές περικοπές, θα μπορούσαν στην πραγματικότητα να επιτρέψουν στο ευρώ να ενισχυθεί μεσοπρόθεσμα», όπως επισημαίνει.

Η Deutsche Bank υπολογίζει ότι ο πλήρης αντίκτυπος της επιβολής νέων δασμών από τον Τραμπ, του περιορισμού της μετανάστευσης και της αύξησης των καθαρών δημοσιονομικών δαπανών με την επέκταση των φορολογικών περικοπών «αποτιμάται» μόνο κατά 30% από τις αγορές, υποδεικνύοντας ότι το ευρώ θα μπορούσε να βιώσει σημαντικό sell-off εάν εφαρμοστούν τα μέτρα. Όπως τονίζει «παραμένουμε θετικοί για το δολάριο και θεωρούμε ότι τα επίπεδα του 1,00 στην ισοτιμία ευρώ-δολαρίου τιμολογούν κατά 50% την ένταση του μείγματος πολιτικής Τραμπ, με πιθανότητα ακόμη μεγαλύτερης πτώσης του ευρώ ανάλογα με το τι θα συμβεί τον επόμενο χρόνο».

Σύμφωνα με την JP Morgan, η οποία αποκαλεί το ευρώ «τον μεγάλο ασθενή του G10» λόγω της πολύ αδύναμης ανάπτυξης της ευρωζώνης, το κοινό νόμισμα θα υποχωρήσει στο 0,99 εντός του α ΄τριμήνου του 2025. Αν κα μετά τον Μάρτιο του 2025 και έως τα τέλη του έτους, βλέπει ανάκαμψη στο 1,03 έως 1,08 έναντι του δολαρίου, σε κάθε περίπτωση όπως τονίζει, το story του αμερικάνικου εξαιρετισμού θα συνεχιστεί.

Σε τι οφείλεται η αποδυνάμωση της αξίας του ευρωπαϊκού νομίσματος;

Οικονομικοί δείκτες όπως το ΑΕΠ, η επιχειρηματική εμπιστοσύνη κ.ά. επιβεβαιώνουν ότι  ο τομέας υπηρεσιών της ευρωζώνης συρρικνώνεται, ότι η μεταποίηση βρίσκεται σε φάση ύφεσης και ότι σειρά λανθασμένων στρατηγικών επιχειρηματικών αποφάσεων έχει οδηγήσει την περιοχή σε ανησυχητική απώλεια ανταγωνιστικότητας, σημειώνει ο Πέτρος Στεριώτης, μέλος της Διεθνούς Ομοσπονδίας Τεχνικών Αναλυτών (IFTA).  Δεδομένης της «ευαισθησίας» των διεθνών επενδυτών στις νέες οικονομικές τάσεις και της δυνατότητάς τους να αποσύρουν άμεσα κεφάλαια από περιοχές οι οποίες εμφανίζουν σημάδια αδυναμίας, οι πιέσεις προς το ευρώ έχουν αποκτήσει έντονη ορμή.

Την ίδια στιγμή, υπάρχει και το αδύναμο πλέον Γαλλογερμανικό μέτωπο. Οι συνεχιζόμενες ανησυχίες για την πολιτική κατάσταση σε Γαλλία και Γερμανία, τις δύο μεγαλύτερες οικονομίες της Ευρωζώνης, σαφώς περιορίζουν την αισιοδοξία των επενδυτών για θέματα τήρησης της δημοσιονομικής πειθαρχίας στον «σκληρό πυρήνα» της περιοχής και κατά συνέπεια πλήττουν την διάθεση του «γρήγορου χρήματος» να παραμείνει επενδεδυμένο σε αυτήν. Οι εν εξελίξει αναταράξεις στη γαλλική κυβέρνηση και οι συνεχιζόμενες «τεκτονικές αλλαγές» στην πολιτική σκηνή της χώρας δεν μπορούν παρά να συνεπηρεάσουν αρνητικά το εκτιμώμενο country risk, να αυξήσουν το risk premium και να αποστρέψουν ενδεχομένως περισσότερες χρηματαγορές από το Ευρώ.

Σαν να μην έφθαναν αυτοί οι «πονοκέφαλοι», οι χώρες του ευρώ βρίσκονται αντιμέτωπες με γεωπολιτικές κρίσεις στα ανατολικά τους σύνορα, σε Ουκρανία και Μέση Ανατολή, με ό,τι αυτές συνεπάγονται – μεταξύ άλλων – για το ύψος του ενεργειακού κόστους των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων, ειδικά σε περίπτωση που ο χειμώνας είναι σκληρός.

Όλα τα παραπάνω ενισχύουν τις προβλέψεις ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, προκειμένου  να υποβοηθήσει – ως οφείλει – την οικονομική ανάπτυξη στην περιοχή δικαιοδοσίας της, θα μειώσει ακόμη περισσότερο τα βασικά επιτόκια κατά τη διάρκεια του νέου έτους.

Άλλωστε είναι ξεκάθαρο πως οι ανησυχίες για την ανάπτυξη είναι πλέον στο επίκεντρο της ΕΚΤ, καθώς ο πληθωρισμός οδεύει σταθερά προς τον στόχο του 2% εντός του 2025 ενώ οι αβεβαιότητες που έχουν συσσωρευτεί πλέον είναι τεράστιες. Και το σημαντικό είναι ότι ο προσωπικό της ΕΚΤ δεν έχει λάβει υπόψη του αυτές τις αβεβαιότητες στις νέες προβλέψεις που παρουσίασε αυτόν τον μήνα, συνεπώς οι πιθανότητες είναι ότι τον Μάρτιο – όταν θα παρουσιαστούν οι επόμενες εκτιμήσεις – θα υπάρξει νέα υποβάθμιση. Αυτό άλλωστε εξηγεί το ότι κανένας αξιωματούχος της ΕΚΤ δεν διστάζει πλέον να διαμηνύσει ότι αναμένονται πολλές περαιτέρω μειώσεις των επιτοκίων προς το «ουδέτερο» επίπεδο κάτι που μέχρι πρόσφατα απέφευγαν να θίξουν.

Μάλιστα διεθνείς οίκοι εκτιμούν ότι τα επιτόκια το 2025 θα μειωθούν έως και το 1,5%. «Πιστεύουμε ότι οι προοπτικές για την ανάπτυξη είναι πιο αδύναμες από ό,τι πιστεύει η ΕΚΤ και προβλέπουμε ότι θα μειώσει το επιτόκιο καταθέσεων στο 1,5% το επόμενο έτος», όπως σημειώνει η Capital Economics. Οι εκτιμήσεις τα ΕΚΤ μοιάζουν με ένα σενάριο Goldilocks (δηλαδή ισχυρής ανάπτυξης και εξασθένησης του πληθωρισμού). Είναι πολύ καλές για να είναι αληθινές» σχολιάζει από την πλευρά της η ING.

Facebook Comments