Τα τελευταία τέσσερα χρόνια, η ελληνική οικονομία έχει επιδείξει αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα παρά τις διαδοχικές κρίσεις, όπως η πανδημία και η ενεργειακή κρίση.

Σύμφωνα με τον οίκο αξιολόγησης DBRS, η αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ της Ελλάδας υπερέβη τον μέσο όρο της ζώνης του ευρώ από το 2021, γεγονός που υποδηλώνει μια σταθερή τάση ανάπτυξης. Αυτή η ανθεκτικότητα αποδίδεται τόσο στην ανάκαμψη από μια μακρά περίοδο ύφεσης όσο και στις διαρθρωτικές βελτιώσεις που προέκυψαν από δημοσιονομικές και οικονομικές προσαρμογές.

Η οικονομική δραστηριότητα στη χώρα αυξήθηκε κατά 2,3% το 2023 και αναμένεται να διατηρήσει θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης το 2024. Η ιδιωτική κατανάλωση, οι εξαγωγές και οι επενδύσεις αποτελούν τους βασικούς πυλώνες αυτής της ανάπτυξης, ενώ η ενίσχυση του τραπεζικού τομέα και οι εισροές κεφαλαίων από την Ευρωπαϊκή Ένωση συμβάλλουν περαιτέρω στη σταθερότητα. Ωστόσο, η ελληνική οικονομία συνεχίζει να αντιμετωπίζει προκλήσεις, όπως γεωπολιτικούς κινδύνους και την ανάγκη προσαρμογής σε ένα πιο βιώσιμο οικονομικό μοντέλο.

Η πορεία της Ελλάδας προς την κρίση του 2009 ήταν αποτέλεσμα ενός μη βιώσιμου οικονομικού μοντέλου, που στηριζόταν στην υπερβολική πιστωτική επέκταση και την κατανάλωση. Η είσοδος της χώρας στη ζώνη του ευρώ το 2001 συνοδεύτηκε από αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης και των επενδύσεων, κυρίως σε μη παραγωγικούς τομείς, όπως τα ακίνητα και οι κατασκευές. Η χαμηλή ανταγωνιστικότητα των ελληνικών εξαγωγών και οι διαρθρωτικές αδυναμίες, όπως η γραφειοκρατία και η άκαμπτη αγορά εργασίας, επιδείνωσαν την κατάσταση. Ως αποτέλεσμα, η οικονομία οδηγήθηκε σε σοβαρές δημοσιονομικές ανισορροπίες, οι οποίες κορυφώθηκαν με την κρίση του δημόσιου χρέους.

Η έξοδος από την κρίση απαιτούσε αυστηρά προγράμματα προσαρμογής, τα οποία εφαρμόστηκαν μεταξύ 2010 και 2018. Οι μεταρρυθμίσεις που υιοθετήθηκαν βελτίωσαν τη δημοσιονομική θέση της χώρας, ενίσχυσαν τη σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος και αύξησαν την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας. Σημαντικές αλλαγές πραγματοποιήθηκαν στην αγορά εργασίας, με μείωση του κόστους εργασίας και αύξηση της ευελιξίας στις μορφές απασχόλησης.

Σήμερα, η ελληνική οικονομία εμφανίζει μεγαλύτερη εξωστρέφεια, με τις εξαγωγές να αγγίζουν το 44% του ΑΕΠ το 2023. Η αύξηση των επενδύσεων, ιδιαίτερα μέσω των κεφαλαίων του Ταμείου Ανάκαμψης της ΕΕ, αναμένεται να συνεχιστεί, συμβάλλοντας στη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη. Παρόλα αυτά, η διατηρήσιμη ανάπτυξη θα εξαρτηθεί από την ικανότητα της χώρας να προσελκύσει επενδυτές και να προωθήσει διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, διασφαλίζοντας ένα πιο βιώσιμο και ανθεκτικό οικονομικό μοντέλο στο μέλλον.

Κούρταλη Ελευθερία

Facebook Comments