Τράπεζες: Στόχος για νέα δάνεια πάνω από 10 δισ. το 2025

Εάν οι τράπεζες θέλουν να διατηρήσουν την κερδοφορία τους και τα επόμενα χρόνια, με δεδομένη τη μείωση των επιτοκίων από την ΕΚΤ, καθώς βασίζεται σε σημαντικό βαθμό στα επιτοκιακά δάνεια, θα πρέπει να αυξήσουν κυρίως το δανειακό τους χαρτοφυλάκιο.
Με δεδομένη τη μείωση των επιτοκίων, η ενίσχυση της πιστωτικής επέκτασης αποτελεί τον βασικό μοχλό για μία βιώσιμη και ισχυρή κερδοφορία των τραπεζών. Ο ρυθμός πιστωτικής επέκτασης, κινήθηκε το 2024 πάνω από τις αρχικές προσδοκίες.
Η μείωση των επιτοκίων, σε συνδυασμό με την καλή απόδοση της ελληνικής οικονομίας και την αύξηση των επενδύσεων στη χώρα, έχει υποστηρίξει την πιστωτική επέκταση, σύμφωνα με τον οίκο DBRS.
Το 2024 οι τέσσερις συστημικές τράπεζες αύξησαν τα ενήμερα δάνειά τους και κατ’ επέκταση τη βάση εσόδων τους κατά περίπου 13,8 δισ. ευρώ, που αποτελεί την ισχυρότερη επίδοση των 15 τελευταίων ετών, έναντι 5,8 δισ. το 2023.
Κατά τη διάρκεια του τελευταίου τριμήνου του 2024, η καθαρή πιστωτική επέκταση εκτινάχθηκε σε περίπου 7,8 δισ. ευρώ.
Η χρηματοδότηση σε ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ για την απόκτηση εκμετάλλευσης του οδικού άξονα της Αττικής Οδού εξηγεί σε μεγάλο βαθμό αυτή την επίδοση, καθώς ενίσχυσε κατά περίπου 2,55 δισ. ευρώ την αύξηση των ενήμερων δανείων.
Η καθαρή πιστωτική επέκταση στην Eurobank διαμορφώθηκε στα 3,9 δις. από 1,8 δις. το 2023, στην Εθνική στα 3,1 δισ. ευρώ από 1,3 δισ. ευρώ, στην Πειραιώς στα 3,6 δισ. ευρώ από 1,5 δισ. ευρώ και στην Alpha bank στα 3,2 δισ. ευρώ από 1,2 δισ. ευρώ το 2023.
Η πιστωτική επέκταση ενισχύθηκε κατά 9% για το 2024 και με βάση τα στοιχεία της ΤτΕ. Ενισχύθηκε κατά 9% περίπου στο σύνολο του ιδιωτικού τομέα, κατά 13,8% στις μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις, κατά 0,7% σε ότι αφορά τους ελεύθερους επαγγελματίες αγρότες και τις ατομικές επιχειρήσεις και κατά 6,3% σε ότι αφορά τα καταναλωτικά δάνεια σε ιδιώτες. Αντιθέτως η πιστωτική επέκταση παρέμεινε αρνητική σε ότι αφορά τα στεγαστικά δάνεια κατά 2,6%.
Την ίδια ώρα οι τράπεζες συνέχισαν να μειώνουν το δείκτη των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPEs) την προηγούμενη χρονιά.
Ο μέσος δείκτης NPEs βελτιώθηκε σε 2,6% το 2024 από 3,5% το 2023, κάτω από τον ισπανικό (3,0%) και κοντά στις ιταλικές τράπεζες (2,4%).
Όσον αφορά τον δείκτη των NPEs, η Εθνική μείωσε τον δείκτη στο 2,6% των δανείων από 3,7% το 2023, η Eurobank στο 2,9%, από 3,5%, η Πειραιώς στο 2,6% από 3,5% και η Alpha Bank στο 3,8% από 6,0%.
Το 2025
Οι Έλληνες τραπεζίτες, όπως έχουν δηλώσει σε συναντήσεις τους με μεγάλους διεθνείς επενδυτικούς οίκους, έχουν στόχο για νέα δάνεια τουλάχιστον ύψους 10 δισ. ευρώ το 2025.
Οι ελληνικές τράπεζες ωφελούνται σημαντικά από το ελληνικό story ανάκαμψης και την αύξηση του εταιρικού δανεισμού, σύμφωνα με εκτιμήσεις διεθνών οίκων.
Η UBS αναμένει ισχυρό εταιρικό πιστωτικό κύκλο της τάξης του 8% ετησίως έως το 2026, ο οποίος θα πρέπει να αντισταθμίσει τη συμπίεση του επιτοκιακού περιθωρίου (NIM), καθώς τα επιτόκια μειώνονται.
Σε εκτιμήσεις της για τις ελληνικές τράπεζες, η S&P προβλέπει ότι το πραγματικό ΑΕΠ της Ελλάδας θα αυξηθεί κατά 2,4% κατά μέσο όρο την περίοδο 2024-2027, υπεραποδίδοντας των υπόλοιπων χωρών της ευρωζώνης.
Η συνεχιζόμενη απορρόφηση των κονδυλίων στήριξης της ΕΕ θα ενισχύσει τη ζήτηση για νέα εταιρικά δάνεια. Η S&P αναμένει ότι τα χαρτοφυλάκια δανείων των τραπεζών θα αυξηθούν κατά 4% τόσο φέτος όσο και το 2025.
Επιπλέον, ο οίκος υποθέτει ότι η υψηλή ζήτηση για επισφαλή ελληνικά δάνεια θα συνεχιστεί. Οι θετικές προοπτικές στις εγχώριες αγορές ακινήτων και οι αυξημένες προοπτικές ανάκαμψης λόγω των μεταρρυθμίσεων θα υποστηρίξουν αυτή την εξέλιξη.
Οι καταθέσεις
Οι ελληνικές τράπεζες χρηματοδοτούνται κυρίως μέσω καταθέσεων. Οι καταθέσεις πελατών αντιστοιχούσαν σε περίπου 89% της συνολικής χρηματοδότησης στα τέλη του 2024 και προέρχονταν κυρίως από λιανικούς πελάτες, οι οποίοι είναι συνήθως σταθεροί.
Οι καταθέσεις των νοικοκυριών στην Ελλάδα, που ξεπέρασαν τα 150 δισ. ευρώ τον Δεκέμβριο 2024, επαυξημένες με τους τόκους της χρονιάς, όπως στο τέλος κάθε χρόνου. Αν και οι καταθέσεις των νοικοκυριών μειώθηκαν κατά 1 δισ. ευρώ φέτος τον Ιανουάριο, στα 149,35 δισ. ευρώ, έχουν πάντως επιστρέψει στα ονομαστικά επίπεδα του δευτέρου εξαμήνου του 2011.
Facebook Comments