Η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) προχωρά φέτος στον χαρακτηρισμό επιπλέον ληξιπρόθεσμων χρεών προς το Δημόσιο, ύψους €10 δισ. ευρώ, ως “ανεπίδεκτα είσπραξης”.

Η απόφαση αυτή αποσκοπεί στην εξυγίανση του φορολογικού μητρώου και στην εστίαση των εισπρακτικών προσπαθειών σε οφειλές με πραγματικές δυνατότητες αποπληρωμής.

Τα συγκεκριμένα χρέη αφορούν οφειλές για τις οποίες έχουν ήδη εξαντληθεί όλα τα αναγκαστικά μέτρα είσπραξης χωρίς αποτέλεσμα. Ο χαρακτηρισμός τους ως “ανεπίδεκτων είσπραξης” γίνεται με βάση απόφαση του Διοικητή της ΑΑΔΕ, Γιώργου Πιτσιλή, ο οποίος ανακαθορίζει τα χρηματικά όρια και τις αρμοδιότητες των υπευθύνων υπηρεσιών. Στόχος είναι η διασφάλιση της εύρυθμης και αποτελεσματικής λειτουργίας των υπηρεσιών που επιβλέπουν τη διαδικασία.

Παρ’ όλα αυτά, τα χρέη αυτά δεν διαγράφονται οριστικά. Καταχωρούνται σε ειδικά βιβλία για 10 χρόνια, όπως ορίζει ο Κώδικας Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (ΚΕΔΕ). Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, οι οφειλέτες δεν μπορούν να λάβουν φορολογική ενημερότητα ή να μεταβιβάσουν περιουσιακά στοιχεία. Επιπλέον, οι τραπεζικοί τους λογαριασμοί και οι θυρίδες ενδέχεται να δεσμευτούν. Αν εντοπιστούν νέα δεδομένα, το Δημόσιο διατηρεί το δικαίωμα να διεκδικήσει εκ νέου τις οφειλές.

Σύμφωνα με τα στοιχεία του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, το συνολικό ληξιπρόθεσμο υπόλοιπο στο τέλος Οκτωβρίου 2024 ανήλθε σε 108,5 δισεκ. ευρώ, αυξημένο κατά 2,4 δισεκ. ευρώ σε σύγκριση με τον Οκτώβριο του 2023. Από αυτά, το 24,3% (26,3 δισεκ. ευρώ) αφορά οφειλές που χαρακτηρίζονται ως ανεπίδεκτες είσπραξης.

Η ανάλυση των οφειλών δείχνει πως το μεγαλύτερο ποσοστό των “κόκκινων” χρεών προέρχεται από φυσικά και νομικά πρόσωπα με πολύ υψηλές και πρακτικά ανεξόφλητες οφειλές άνω του 1 εκατ. ευρώ. Σε αντίθεση, το 90,5% των οφειλετών έχουν οφειλές έως 10.000 ευρώ, που αντιπροσωπεύουν μόνο το 3,6% του συνολικού ποσού. Αντίθετα, οι οφειλές άνω του 1 εκατ. ευρώ συγκεντρώνουν το 76,5% του συνολικού υπολοίπου, ενώ αφορούν μόλις το 0,2% των οφειλετών.

Σύμφωνα με τον ΚΕΔΕ, μια οφειλή χαρακτηρίζεται “ανεπίδεκτη είσπραξης” όταν:

  • Έχουν εξαντληθεί όλα τα ηλεκτρονικά μέσα ελέγχου και δεν εντοπίζονται περιουσιακά στοιχεία ή απαιτήσεις του οφειλέτη.
  • Έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης χωρίς επιτυχία.
  • Έχει γίνει έλεγχος από αρμόδιο ελεγκτή, ο οποίος επιβεβαιώνει ότι η είσπραξη είναι αντικειμενικά αδύνατη.
  • Έχει υποβληθεί αίτηση ποινικής δίωξης, εφόσον προβλέπεται.

Τέλος, για χρέη εταιρειών υπό κρατικό έλεγχο που βρίσκονται σε εκκαθάριση ή πτώχευση, απαιτείται η επίσημη αναγγελία του Δημοσίου στις σχετικές διαδικασίες. Η πρωτοβουλία της ΑΑΔΕ στοχεύει στη βελτίωση της εισπραξιμότητας και στην αποδοτικότερη διαχείριση των δημόσιων εσόδων.

Facebook Comments