Η «Ημέρα Απελευθέρωσης» δασμών του Τραμπ έφθασε

Η πολιτική δασμών του Ντόναλντ Τραμπ έχει επανειλημμένα αναστατώσει τις διεθνείς αγορές και τις εμπορικές σχέσεις των Ηνωμένων Πολιτειών. Με την προαναγγελία της «Ημέρας Απελευθέρωσης», ο Τραμπ επιδιώκει να προωθήσει ένα κύμα νέων δασμών που, όπως ισχυρίζεται, θα απελευθερώσουν την αμερικανική οικονομία από την εξάρτηση από ξένα αγαθά. Ωστόσο, οι οικονομικές επιπτώσεις αυτής της πολιτικής εγείρουν σοβαρές ανησυχίες τόσο στο εσωτερικό όσο και διεθνώς.
Οι λεπτομέρειες των δασμών του Τραμπ παραμένουν ασαφείς, αλλά οι οικονομικοί αναλυτές επισημαίνουν ότι το βάρος θα πέσει κυρίως στις αμερικανικές οικογένειες. Το κόστος των εισαγόμενων αγαθών θα αυξηθεί, γεγονός που θα επηρεάσει το βιοτικό επίπεδο, ενώ οι επιχειρήσεις που εξαρτώνται από διεθνείς αλυσίδες εφοδιασμού θα βρεθούν αντιμέτωπες με υψηλότερα λειτουργικά κόστη. Παρ’ όλα αυτά, ο Τραμπ παραμένει αδιάλλακτος, υποστηρίζοντας ότι οι δασμοί θα προσελκύσουν επενδύσεις και θα δημιουργήσουν θέσεις εργασίας.
Στο πλαίσιο αυτής της πολιτικής, οι δασμοί του Τραμπ επικεντρώνονται σε εισαγωγές από χώρες όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση, η Κίνα, η Νότια Κορέα και η Ινδία. Σημαντικοί κλάδοι, όπως η αυτοκινητοβιομηχανία, οι φαρμακευτικές εταιρείες και η ενεργειακή αγορά, αναμένεται να επηρεαστούν. Η επιβολή δασμών ύψους 25% στις εισαγωγές αυτοκινήτων είναι μόνο ένα από τα μέτρα που προωθεί ο Τραμπ, με στόχο να μειώσει το εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ.
Η στρατηγική του Τραμπ είναι ευέλικτη, καθώς ο ίδιος έχει δηλώσει ότι θα μπορούσε να άρει τους δασμούς εάν επιτευχθούν ευνοϊκές συμφωνίες. Η επιβολή δασμών χρησιμοποιείται ως διαπραγματευτικό όπλο, με τον Τραμπ να στοχεύει σε οικονομικά και γεωπολιτικά οφέλη. Ωστόσο, οι επικριτές του επισημαίνουν ότι αυτή η προσέγγιση ενδέχεται να αποβεί καταστροφική για τη σταθερότητα της παγκόσμιας οικονομίας.
Η αντίδραση της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν άργησε να έρθει. Οι Βρυξέλλες εξετάζουν μια σειρά αντίμετρων που περιλαμβάνουν την επιβολή δασμών σε εμβληματικές αμερικανικές επιχειρήσεις, όπως οι τεχνολογικοί κολοσσοί Google, Amazon και Meta, καθώς και μεγάλες τράπεζες όπως η J.P. Morgan και η Bank of America. Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, τόνισε ότι η Ευρώπη διαθέτει τα απαραίτητα εργαλεία για να απαντήσει δυναμικά, εάν οι ΗΠΑ προχωρήσουν στην επιβολή των νέων δασμών.
Η πολιτική αυτή έχει δημιουργήσει ένταση και μεταξύ των αμερικανικών επιχειρήσεων, με πολλές εταιρείες να εκφράζουν ανησυχίες για τις επιπτώσεις των δασμών. Εταιρείες τεχνολογίας και χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών φοβούνται ότι θα βρεθούν αντιμέτωπες με αυστηρότερους ευρωπαϊκούς κανονισμούς ή ακόμα και με αποκλεισμό από δημόσιες συμβάσεις. Παράλληλα, η ΕΕ εξετάζει την επιβολή πρόσθετων φόρων σε ψηφιακές υπηρεσίες και χρηματοπιστωτικές συναλλαγές, ως μέτρο αντιποίνων.
Η εμπορική διαμάχη μεταξύ ΗΠΑ και ΕΕ αναμένεται να έχει ευρύτερες επιπτώσεις στην παγκόσμια οικονομία. Καθώς οι Ηνωμένες Πολιτείες προσπαθούν να επαναδιαμορφώσουν τις εμπορικές σχέσεις τους, οι οικονομικές αγορές παρακολουθούν με ανησυχία τις εξελίξεις. Η πιθανότητα κλιμάκωσης του εμπορικού πολέμου ενδέχεται να οδηγήσει σε αστάθεια και αβεβαιότητα, επηρεάζοντας όχι μόνο τις διμερείς σχέσεις αλλά και την παγκόσμια ανάπτυξη.
Το αποτέλεσμα αυτής της σύγκρουσης θα εξαρτηθεί από τις διαπραγματεύσεις μεταξύ των δύο πλευρών. Παρόλο που ο Τραμπ εμφανίζεται αποφασισμένος να προχωρήσει με την πολιτική του προστατευτισμού, η διεθνής κοινότητα αντιλαμβάνεται τους κινδύνους μιας κλιμάκωσης του εμπορικού πολέμου. Εάν οι ΗΠΑ και η ΕΕ δεν βρουν κοινό έδαφος, οι συνέπειες θα είναι αισθητές όχι μόνο στους καταναλωτές και τις επιχειρήσεις, αλλά και στην ευρύτερη παγκόσμια οικονομία.
Facebook Comments