Στις τελευταίες δημοσκοπήσεις που διενεργούνται μετά τις τεράστιες διαστάσεις που πήρε στην κοινωνία η εθνική τραγωδία των Τεμπών, που πίσω από το σωστό πάνδημο αίτημα να επικρατήσουν Αλήθεια, Διαφάνεια και Δικαιοσύνη, διαφαίνονται τα αποτελέσματα της προσπάθειας των κομμάτων της αντιπολίτευσης να εργαλειοποιήσουν το μείζον αυτό θέμα για πρόσκαιρα κομματικά οφέλη.

Με αποτέλεσμα τα λεγόμενα «αντισυστημικά» κόμματα που φώναξαν περισσότερο για το θέμα αυτό, εκμεταλλευόμενοι την οργή και την οδύνη του κόσμου, να εκτοξεύονται δημοσκοπικά. Μάλιστα το κόμμα της Ζωής Κωνσταντοπούλου δείχνει να κερδίζει πολλούς πόντους και δημοσκοπικά να φτάνει ακόμα και στη δεύτερη θέση μετά τη ΝΔ.

Ένα κόμμα προσωποπαγές, καθαρά διαμαρτυρίας, χωρίς ουσιαστικό πολιτικό λόγο και χωρίς περιεχόμενο, μόνο με αστήρικτες συχνά καταγγελίες. Αυτό είναι μια αρνητική εξέλιξη για το πολιτικό σύστημα και τη Δημοκρατία. Αλλά είναι αποτέλεσμα της συστημικής αντιπολίτευσης, που μέσα στην αγωνιώδη προσπάθεια της να ανατρέψει τον Μητσοτάκη και τη ΝΔ, μετατρέπεται σε κόμματα διαμαρτυρίας, ιδίως το ΠΑΣΟΚ κι ο ΣΥΡΙΖΑ, υιοθετώντας την ρητορική της κ. Κωνσταντοπουλου. Κατά τη διάρκεια της συζήτησης στη Βουλή για την πρόταση δυσπιστίας, ο πρωθυπουργός είχε προειδοποιήσει και τον κ. Ανδρουλάκη και τον κ. Φάμελλο ότι με τον τρόπο αυτό αυτό υπονομεύονται. Διότι ο κόσμος δεν πρόκειται να τους ακούσει. Θα προτιμήσει τα γνήσια κόμματα διαμαρτυρίας από τα γιαλαντζί, όπως μετατρέπονται εξαιτίας της έλλειψης σοβαρού αντιπολιτευτικού λόγου, τα δύο αυτά κόμματα, που έχουν κυβερνήσει τη χώρα και μόνο ως αντισυστημικά δεν μπορούν να παρουσιαστούν. Κι αυτό συνέβη, όπως δείχνουν οι πρώτες δημοσκοπήσεις.

Δεν γνωρίζω αν το φαινόμενο Κωνσταντοπούλου είναι συγκυριακό και περιστασιακό. Εκτιμώ ότι είναι αλλά η επικράτηση του ανορθολογισμού σε ένα μεγάλο τμήμα της κοινωνίας, που δεν συμβαίνει μόνο στη δική μας κοινωνία αλλά στις περισσότερες δυτικές χώρες τείνει να αποκτήσει μόνιμα χαρακτηριστικά που απειλούν το σύστημα μας κι εντέλει την ίδια την κοινοβουλευτική δημοκρατία, που ειδικά εδώ στην Ελλάδα μετά το 1974, που κατέρρευσε η επταετής δικτατορία, καταβάλλαμε εμείς οι Ελληνες μεγάλες προσπάθειες να την εγκαθιδρύσουμε και να την παγιώσουμε. Γι’ αυτό ανησυχώ για την διόγκωση του λαϊκισμού και του ανορθολογισμού που οφείλεται βεβαίως και σε δικά μας λάθη. Γι αυτό και πρέπει να τα δούμε να τα αναγνωρίσουμε να τα κατανοήσουμε και να τα διορθώσουμε.

Αυτό είναι και το μήνυμα του κυβερνητικού ανασχηματισμού. Ο πρωθυπουργός, ως υπεύθυνος πολιτικός ηγέτης που είναι, έχοντας λάβει το μήνυμα της κοινωνίας, θέλει να πετύχει μια έμπρακτη επανεκκίνηση για την κυβέρνηση και το έργο της. Και με πράξεις χωρίς μεγάλα αλλά χωρίς περιεχόμενο λόγια των άλλων κομμάτων να δώσει απαντήσεις στα αιτήματα της κοινωνίας και να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη των πολιτών στους θεσμούς και στο κράτος. Κι όταν φτάσει η ώρα της κάλπης, σε δύο χρόνια από τώρα, να μπορέσει να ξανακερδίσει την λαϊκή ψήφο. Το 2027, ο κυρίαρχος ελληνικός λαός θα αποφασίσει ποιος θέλει να τον κυβερνήσει μέσα σε αυτό το πολύ δύσκολο έως δυστοπικό παγκόσμιο περιβάλλον. Ο Μητσοτάκης ή η κ. Κωνσταντοπούλου. Η επιλογή θα είναι δική του και μόνο, όπως ισχύει σε μια δημοκρατία.

Facebook Comments