Οι νέοι σαρωτικοί δασμοί που ανακοίνωσε ο… Tariff Man, Ντόναλντ Τραμπ, προκάλεσαν σοκ στις αγορές, με το δολάριο και τις αμερικανικές μετοχές να είναι μεταξύ των μεγαλύτερων χαμένων, λόγω των φόβων ότι ένας διευρυνόμενος εμπορικός πόλεμος θα οδηγήσει σε ύφεση την εύθραυστη παγκόσμια οικονομία.

Ο νέος βασικός δασμός 10% στα εισαγόμενα αγαθά και σημαντικοί πρόσθετοι «αμοιβαίοι» δασμοί έως και 50% σε δεκάδες χώρες που ο Τραμπ είπε ότι είχαν άδικους εμπορικούς φραγμούς, θεωρείται ευρέως πως δεν θα έχει κανέναν κερδισμένο. Ωστόσο η αντίδραση των αγορών έδειξε παράλληλα ότι το story του εξαιρετισμού των ΗΠΑ τελείωσε και πως η ίδια η αμερικάνικη οικονομία, την οποία ο Τραμπ ήθελε να κάνει μεγάλη και πλούσια ξανά, θα είναι το μεγαλύτερο «θύμα» των αποφάσεών του, με την Deutsche Bank να κάνει λόγο για κρίση εμπιστοσύνης στο αμερικάνικο νόμισμα.

Ο οίκος αξιολόγησης Fitch και η UBS υπολογίζουν ότι ο νέος μέσος δασμολογικός συντελεστής των ΗΠΑ αυξάνεται πλέον στο 25%, – ένα επίπεδο που έχουμε να δούμε από το 1909 – από μόλις 2,5% το 2024.

«Οι δασμοί των ΗΠΑ έχουν φτάσει σε επίπεδα που μεταμορφώνουν τις παγκόσμιες οικονομικές προοπτικές, αυξάνοντας σημαντικά τους κινδύνους ύφεσης των ΗΠΑ», όπως σημείωσε σε ανάλυση της η Fitch. «Οι αυξήσεις των δασμών θα έχουν ως αποτέλεσμα υψηλότερες τιμές καταναλωτή και χαμηλότερα εταιρικά κέρδη στις ΗΠΑ. Οι υψηλότερες τιμές θα συμπιέσουν τους πραγματικούς μισθούς, επιβαρύνοντας τις καταναλωτικές δαπάνες, ενώ τα χαμηλότερα κέρδη και η αβεβαιότητα πολιτικής θα λειτουργήσουν ως τροχοπέδη στις επιχειρηματικές επενδύσεις. Αναμένουμε ότι αυτές οι επιπτώσεις πιθανότατα θα υπερβούν τα οφέλη που ενδέχεται να αποκομίσουν οι αμερικανικές εταιρείες από την αυξημένη προστασία έναντι του ξένου ανταγωνισμού», πρόσθεσε ο οίκος.

Με λίγα λόγια, οι ΗΠΑ θα είναι ο μεγάλος χαμένος της στρατηγικής Τραμπ ο οποίος βέβαια προσπάθησε  -μάταια όπως εδειξε και η αντίδραση των αγορών – να υποβαθμίσει αυτόν τον αντίκτυπο. Όπως είπε «η εγχείρηση τελείωσε. Ο ασθενής (οι ΗΠΑ) είναι ζωντανός και αναρρώνει», προσθέτοντας πως «η πρόγνωση είναι ότι ο ασθενής θα είναι πολύ ισχυρότερος, μεγαλύτερος, καλύτερος και πιο ανθεκτικός από ποτέ».

Η γενική διευθύντρια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ), Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα, υπογράμμισε τον τεράστιο κίνδυνο που θέτουν οι δασμοί στην παγκόσμια οικονομία. «Αποτελούν σαφώς σημαντικό κίνδυνο για τις παγκόσμιες προοπτικές σε μια περίοδο υποτονικής ανάπτυξης. Είναι σημαντικό να αποφευχθούν βήματα που θα μπορούσαν να βλάψουν περαιτέρω την παγκόσμια οικονομία. Απευθύνουμε έκκληση στις Ηνωμένες Πολιτείες και τους εμπορικούς εταίρους τους να εργαστούν εποικοδομητικά για την επίλυση των εμπορικών εντάσεων και τη μείωση της αβεβαιότητας», όπως δήλωσε.

Η JP Morgan δήλωσε ότι βλέπει πλέον 60% πιθανότητα η αμερικάνικη και η παγκόσμια οικονομία να εισέλθουν σε ύφεση μέχρι το τέλος του έτους, από 40% προηγουμένως. «Οι ανατρεπτικές πολιτικές των ΗΠΑ έχουν αναγνωριστεί ως ο μεγαλύτερος κίνδυνος για τις παγκόσμιες προοπτικές», όπως σημείωσε, προσθέτοντας ότι η εμπορική πολιτική των ΗΠΑ έχει γίνει λιγότερο φιλική προς τις επιχειρήσεις από ό,τι αναμενόταν. «Το αποτέλεσμα αυτής της αύξησης των φόρων είναι πιθανό να μεγεθυνθεί μέσω αντιποίνων, διολίσθησης του επιχειρηματικού κλίματος στις ΗΠΑ και διαταραχών της εφοδιαστικής αλυσίδας», τόνισε.

Και άλλοι διεθνείς οίκοι, συμπεριλαμβανομένης της Barclays και της Deutsche Bank, προειδοποίησαν επίσης ότι η οικονομία των ΗΠΑ αντιμετωπίζει μεγαλύτερο κίνδυνο να διολισθήσει σε ύφεση φέτος, εάν οι δασμοί Τραμπ παραμείνουν σε ισχύ, ενώ αρκετοί προβλέπουν παγκόσμια ύφεση. Πάντως, σύμφωνα με οικονομολόγους, ακόμα και να υπάρξουν διαπραγματεύσεις, η τεράστια αβεβαιότητα γύρω από την εμπορική πολιτική θα έχει το δικό της μεγάλο κόστος για την ανάπτυξη, επειδή αποτρέπει τις επενδύσεις. «Οι μεγαλύτερες από τις αναμενόμενες ανακοινώσεις δασμών την “Ημέρα της Απελευθέρωσης” αυξάνουν τον κίνδυνο ενός στασιμοπληθωριστικού σοκ στην οικονομία των ΗΠΑ. Ακόμα κι αν τελικά οι δασμοί οδηγηθούν σε διαπραγματεύσεις, η ακραία αβεβαιότητα αυξάνει την πιθανότητα παγκόσμιας ύφεσης», όπως σημείωσε η BNP Paribas.

 H ING χαρακτήρισε του δασμούς ως τον χειρότερο οικονομικό εφιάλτη της Ευρώπης, ενώ η Barclays εκτιμά πως θέτουν την οικονομία της ζώνης του ευρώ σε κίνδυνο ύφεσης ήδη από το δεύτερο εξάμηνο του 2025, με το συνολικό χτύπημα στο ΑΕΠ της περιοχής να αγγίζει το 1,9%. Η Citigroup σημείωσε πως ο δασμός 20% στην ΕΕ αποτελεί ένα πολύ αρνητικό σοκ για την ανάπτυξη της ευρωζώνης, και ενώ πριν είχε εκτιμήσει ένα χτύπημα της τάξης του 0,3% υποθέτοντας δασμό 10%, πλέον τοποθετεί το χτύπημα στο ΑΕΠ κοντά στο 1%, λόγω και των μεγαλύτερων έμμεσων επιπτώσεων από το σοκ της εξαγωγικής ζήτησης στις επενδύσεις, τις προσλήψεις και την κατανάλωση.

Η Morningstar περιέγραψε τους δασμούς ως «αυτοπροκαλούμενη οικονομική καταστροφή», σημειώνοντας ότι οι κίνδυνοι ύφεσης το επόμενο έτος έχουν ανέβει τουλάχιστον στο ένα τρίτο, ενώ οι παγκόσμιες οικονομικές προοπτικές θα βιώσουν «ένα εντελώς νέο επίπεδο αβεβαιότητας».

Κατά την UBS μάλιστα τα πράγματα αναμένεται να χειροτερέψουν στην συνέχεια καθώς τα αντίποινα στα οποία έχουν προχωρήσει ήδη και θα προχωρήσουν κάποιες χώρες, αναμένεται να εκτοξεύσουν τον δασμολογικό συντελεστή ακόμα και στο 30%, δηλαδή σε επίπεδα… 1889! Πάντως, καθώς ο ελβετικός οίκος εκτιμά πως οι δασμοί αποτελούν περισσότερο διαπραγματευτική στρατηγική για τον Τραμπ παρά ιδεολογία, συμφωνίες με μεμονωμένες χώρες τους επομένους τρεις με έξι μήνες, θα μπορούσαν να αρχίσουν να μειώνουν τον δασμολογικό συντελεστή, με αποτέλεσμα στο τέλος του 2025 να υποχωρήσει στο 10-15%.

Facebook Comments