Οι μακροοικονομικές προοπτικές της Ευρώπης τελούν υπό αυξημένη αβεβαιότητα, με την άνοδο των εμπορικών δασμών από τις ΗΠΑ να αναδεικνύεται σε κύριο πηγή κινδύνου για το επόμενο διάστημα, σύμφωνα με την ανάλυση της S&P Global Ratings.

Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, η S&P πραγματοποίησε τεστ αντοχής (stress test) σε 90 ευρωπαϊκές τράπεζες, με σκοπό να αξιολογήσει τις επιπτώσεις από την έκθεση των τραπεζών σε εταιρικούς τομείς εξαρτώμενους από το εμπόριο με τις ΗΠΑ. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι πρόσθετες πιστωτικές ζημίες θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε πτώση των μέσων κερδών προ φόρων κατά 17% έως 29%, με σημαντικές διακυμάνσεις μεταξύ των τραπεζών.

Ωστόσο, μόνο πέντε ευρωπαϊκές τράπεζες βρέθηκαν να αντιμετωπίζουν ουσιώδεις επιπτώσεις, ενώ η συντριπτική πλειονότητα –συμπεριλαμβανομένων και των ελληνικών τραπεζών– πέρασε επιτυχώς το τεστ, επιβεβαιώνοντας την ισχυρή ανθεκτικότητα του τραπεζικού τομέα στην ΕΕ.

Η S&P τονίζει πως τα ευρήματα υποστηρίζουν την εκτίμησή της ότι οι ευρωπαϊκές τράπεζες έχουν ενισχύσει σημαντικά την αντοχή τους στους πιστωτικούς κινδύνους, καθώς και την πρόβλεψη πως τα επερχόμενα stress tests των εποπτικών αρχών πιθανότατα θα έχουν παρόμοια θετικά αποτελέσματα.

Παρά τις διαδοχικές μακροοικονομικές διαταραχές, η ποιότητα του ενεργητικού των ευρωπαϊκών τραπεζών έχει παραμείνει σταθερή, με ουσιαστικές επιπτώσεις να σημειώνονται μόνο στην Αυστρία, τη Γερμανία και το Λουξεμβούργο, και κυρίως σε χαρτοφυλάκια εμπορικών ακινήτων (CRE) και μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων (SME).

Σημαντικό ρόλο στην ανθεκτικότητα του κλάδου έχουν παίξει οι θετικές εξελίξεις σε άλλες χώρες, η συνεχιζόμενη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPL), καθώς και τα χαμηλά επιτόκια και η υποστηρικτική δημοσιονομική πολιτική.

Στο βασικό μακροοικονομικό σενάριο της S&P, η ανάπτυξη στην ευρωζώνη το 2025 θα διαμορφωθεί στο 0,8%, με επιτάχυνση στο 1,1% το 2026. Αν και οι τράπεζες ίσως δυσκολευτούν να επιτύχουν στόχους πιστωτικής επέκτασης φέτος, η ποιότητα του ενεργητικού δεν αναμένεται να επιδεινωθεί, λόγω των σταθερών επιτοκίων και των ισχυρών καταναλωτικών δαπανών.

Το stress test περιλάμβανε τρία σενάρια, με αυξανόμενη ένταση εμπορικών συγκρούσεων:

  • Στο σενάριο 1, οι δασμοί των ΗΠΑ επηρεάζουν άμεσα εταιρικά χαρτοφυλάκια εξαγωγικών τομέων.
  • Στο σενάριο 2, οι επιπτώσεις επεκτείνονται και στις εισαγωγές.
  • Στο σενάριο 3, η ΕΕ ανταποδίδει με δικούς της δασμούς, κλιμακώνοντας περαιτέρω την πίεση.

Για τις ελληνικές τράπεζες, οι επιπτώσεις ήταν διαχειρίσιμες και κάτω του μέσου όρου:

  • Στο σενάριο 1, η πτώση στα κέρδη προ φόρων εκτιμάται σε 32% για Eurobank, 28% για Εθνική, 32% για Πειραιώς και 12% για Τράπεζα Κύπρου.
  • Στο σενάριο 2, οι απώλειες αυξάνονται στο 39% για Eurobank, 35% για Εθνική, 43% για Πειραιώς, και 16% για την Κύπρου.
  • Στο δυσμενέστερο σενάριο 3, η πτώση φτάνει το 42% για Eurobank, 37% για Εθνική, 48% για Πειραιώς, και 19% για Κύπρου.

Η σημαντικότερη πτώση κερδοφορίας άνω του 60% εντοπίζεται μόνο σε πέντε ευρωπαϊκές τράπεζες: DLP Kredit, Cooperative Rabobank, Commerzbank, BPCE και Group Credit Agricole.

Η S&P αξιολόγησε επίσης τις επιπτώσεις ενδεχόμενης διάχυσης στα χαρτοφυλάκια λιανικής, όπως στεγαστικά και καταναλωτικά δάνεια. Υπό αυτό το υποθετικό σενάριο, η μέση μείωση κερδών φτάνει το 66%, χωρίς ωστόσο να προκαλεί ζημίες ή ανάγκη για κεφαλαιακές ενισχύσεις.

Είναι κρίσιμο ότι σε κανένα από τα σενάρια δεν προκύπτουν ετήσιες ζημίες, γεγονός που καταδεικνύει ότι οι τράπεζες διαθέτουν κεφαλαιακό μαξιλάρι και κερδοφορία ικανή να απορροφήσει ακόμη και ακραία σενάρια.

Η συνολική ανθεκτικότητα του κλάδου, όπως επισημαίνει ο οίκος, έχει ενισχυθεί σε σύγκριση με το 2021, όταν η ίδια μεθοδολογία θα οδηγούσε σε μείωση κερδών κατά 105%. Αυτό δείχνει πόσο καλύτερα θωρακισμένες είναι σήμερα οι ευρωπαϊκές τράπεζες, χάρη στην αύξηση των επιτοκίων και των κερδών τους.

Στο μέτωπο της ποιότητας του ενεργητικού, οι δείκτες σταδίου 2 και 3 παρέμειναν σταθεροί τα τελευταία 3 χρόνια, παρά τις προκλήσεις από τον πληθωρισμό, την ενεργειακή κρίση και την επιβράδυνση. Οι μοναδικές αποκλίσεις παρατηρήθηκαν στη Γερμανία, την Αυστρία και το Λουξεμβούργο, κυρίως λόγω των χαρτοφυλακίων ακινήτων και ΜΜΕ, χωρίς ωστόσο να δημιουργούνται ανησυχίες για ευρύτερες αποσταθεροποιήσεις.

Τέλος, η S&P προβλέπει επιτάχυνση της ανάπτυξης το 2026, κυρίως λόγω των υψηλότερων αμυντικών δαπανών στις χώρες του πυρήνα της ευρωζώνης. Οι πραγματικοί επιτοκιακοί όροι θα παραμείνουν ευνοϊκοί, και η δημοσιονομική στήριξη θα συνεχιστεί – ιδιαίτερα στη Γερμανία, λιγότερο στη Γαλλία και το Βέλγιο.

Με βάση όλα τα παραπάνω, η S&P εκτιμά ότι οι ευρωπαϊκές τράπεζες θα συνεχίσουν να διατηρούν ισχυρή ποιότητα ενεργητικού και επαρκή κερδοφορία, ακόμα και υπό συνθήκες εξωτερικών πιέσεων.

Ελευθερία Κούρταλη

Facebook Comments