Το οικονομικό μέλλον της Γαλλίας: Ανάμεσα σε ανάπτυξη και κρίση αξιοπιστίας


Η Γαλλία βρίσκεται σε μια κρίσιμη καμπή, καθώς οι διεθνείς οργανισμοί καταγράφουν περιορισμένες προοπτικές ανάπτυξης και αυξανόμενη ανησυχία για τη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών της.
Σύμφωνα με τις τελευταίες προβλέψεις, η οικονομία θα αναπτυχθεί μόλις 0,6 % το 2025, ενώ η ανάκαμψη που αναμένεται το 2026 δύσκολα θα ξεπεράσει το 1,2 – 1,3 %. Οι εκτιμήσεις αυτές από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, τον ΟΟΣΑ και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο συγκλίνουν στο συμπέρασμα ότι η χώρα βρίσκεται σε πορεία χαμηλής δυναμικής, με σοβαρά διαρθρωτικά εμπόδια.
Το σημαντικότερο πρόβλημα εντοπίζεται στο δημόσιο χρέος, το οποίο κινείται στο 116 – 118 % του ΑΕΠ, αλλά και στο δημοσιονομικό έλλειμμα, που εκτιμάται γύρω στο 5,6 – 5,8 %. Το ΔΝΤ έχει προειδοποιήσει ότι χωρίς ένα συνεκτικό πρόγραμμα περιστολής δαπανών και αύξησης εσόδων, η χώρα κινδυνεύει να χάσει την αξιοπιστία της στις αγορές. Για τον λόγο αυτό εισηγείται δημοσιονομική προσαρμογή της τάξης του 1 % του ΑΕΠ το 2026 και επιπλέον μέτρα στα επόμενα έτη.
Η κατάσταση επιδεινώνεται από την πολιτική αβεβαιότητα. Ο πρωθυπουργός François Bayrou έχασε την ψήφο εμπιστοσύνης στο κοινοβούλιο, γεγονός που ενισχύει την εικόνα θεσμικής αστάθειας. Οι διαπραγματεύσεις με κόμματα της δεξιάς και της αριστεράς για ένα κοινό σχέδιο προσαρμογής έχουν μέχρι στιγμής αποτύχει, με αποτέλεσμα η χώρα να εμφανίζεται αδύναμη να προχωρήσει σε δύσκολες αλλά αναγκαίες μεταρρυθμίσεις. Το κενό αυτό αυξάνει τον κίνδυνο νέων υποβαθμίσεων από τους οίκους αξιολόγησης όπως η Fitch, η Moody’s και η S&P, που έχουν ήδη προγραμματίσει ανακοινώσεις μέσα στο φθινόπωρο.
Αξιοσημείωτο είναι πως, παρά το δυσμενές περιβάλλον, η οικονομία εμφανίζει μικρές ενδείξεις ανθεκτικότητας. Ο δείκτης PMI στις υπηρεσίες ανέβηκε τον Αύγουστο στο 49,8, πλησιάζοντας το όριο της σταθεροποίησης, ενώ καταγράφεται για πρώτη φορά μετά από 15 μήνες αύξηση της απασχόλησης στον κλάδο. Οι αγορές, αν και επιφυλακτικές, δεν έχουν αντιδράσει με έντονο πανικό, γεγονός που δείχνει πως οι επενδυτές εξακολουθούν να πιστεύουν σε μια πιθανή εξισορρόπηση.
Ωστόσο, τα δομικά προβλήματα είναι έντονα. Η Γαλλία εξακολουθεί να δαπανά υπερβολικά για συντάξεις και δημόσιες υπηρεσίες, ενώ το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους εκτινάχθηκε στα 66 δισ. ευρώ ετησίως. Παράλληλα, η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας υστερεί, με την πρόεδρο της ΕΚΤ Christine Lagarde να προειδοποιεί ότι η Ευρώπη και ειδικά η Γαλλία «μένουν πίσω» σε σχέση με άλλες ισχυρές αγορές, αν δεν προχωρήσουν άμεσα σε μεταρρυθμίσεις.
Συνολικά, το οικονομικό μέλλον της Γαλλίας εξαρτάται από δύο καθοριστικούς παράγοντες: την ικανότητα της κυβέρνησης να διαμορφώσει ένα αξιόπιστο πρόγραμμα δημοσιονομικής σταθερότητας και την εφαρμογή τολμηρών διαρθρωτικών αλλαγών που θα ενισχύσουν την ανάπτυξη. Αντίθετα, αν η πολιτική αβεβαιότητα συνεχιστεί και οι μεταρρυθμίσεις παραμείνουν ανεκπλήρωτες, η χώρα κινδυνεύει να εγκλωβιστεί σε μια παρατεταμένη περίοδο χαμηλής ανάπτυξης και χρηματοοικονομικής πίεσης, με σοβαρές συνέπειες για την κοινωνία και την ευρωπαϊκή οικονομία συνολικά.
Facebook Comments